Μπορεί η ΕΚΤ να αναγκάστηκε να αλλάξει στρατηγική και ρητορική υπό την πίεση της Γερμανίας και της αύξησης των επιτοκίων από τη Fed, η Ευρωπαϊκή Οικονομία, όμως, δεν δείχνει έτοιμη να πατήσει στα πόδια της, παρά το γεγονός ότι η ανάπτυξη ισχυροποιείται.
Το spillover effect των αρνητικών επιτοκίων και το προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης είναι ακόμα περιορισμένο για τον ευρωπαϊκό νότο, ενώ η ανάπτυξη επιταχύνεται κυρίως στο βορά, ενώ την ίδια στιγμή οι χώρες που έχουν βγει από την κρίση, παραμένουν νωχελικές, με εξαίρεση την Κύπρο, καθώς δεν έχουν ακόμα ουσιαστική πρόσβαση στις αγορές και παρά τις μεταρρυθμίσεις οι επενδυτές προτιμούν την ασφάλεια.
Αυτό φαίνεται από την αδυναμία προσέλκυσης άμεσων ξένων επενδύσεων, παρά τα εκτενή προγράμματα αποκρατικοποιήσεων που εφαρμόζονται προκειμένου να εμπεδωθεί η δυναμική και να καλύψουν με τα υψηλά και εδραιωμένα περιθώρια κέρδους των κρατικών επιχειρήσεων τη διαφορά ανάληψης ρίσκου, για την οποία δεν επαρκούν οι πολιτικές δηλώσεις, καθώς κανείς δεν είναι σε θέση να γνωρίζει που θα οδηγήσει η συζήτηση για αναδιάρθρωση της Ευρωζώνης.
Παράλληλα, το ρίσκο στην περιφέρεια ενισχύεται από την πόλωση που προκαλεί ο Ντόναλντ Τραμπ, καθώς αναγκάζει μεγάλα επενδυτικά κεφάλαια και βιομηχανίες να αναζητήσουν κάλυψη πίσω από τις πολιτικά ισχυρές δυνάμεις της Ευρώπης και να αποφύγουν σχέδια επέκτασης σε μικρότερες χώρες, οι οποίες μπορεί να αποτελέσουν παράπλευρες απώλειες του ακήρυχτου ευρω-αμερικανικού εμπορικού και ενεργειακού πολέμου.
Για τις χώρες αυτές, μοναδικό ανάχωμα μέχρι τώρα ήταν τα προγράμματα στήριξης ομολόγων και παροχής ρευστότητας της ΕΚΤ. Τώρα η Κομισιόν προωθεί τη δημιουργία ενός νέου αποθεματικού ταμείου, τη διαχείριση του οποίου θα έχει η Κομισιόν και όχι ο ESM, αν και γι αυτό υπάρχει debate, το οποίο θα μπορεί να παρεμβαίνει δανείζοντας και καθορίζοντας χαμηλές δόσεις, ακόμα και μηδενικά επιτόκια. Με τον τρόπο αυτό επιχειρείται να δοθεί η αίσθηση ενίσχυσης της αλληλεγγύης και της ανθεκτικότητας του συστήματος και να πειστούν οι επενδυτές για μια πιο άμεση και με λιγότερες επιπλοκές πολιτική στήριξης.
Παρά τις καλές προθέσεις των Βρυξελλών και τη διάθεση του διευθυντηρίου να μην μπλοκάρει απριόρι μια οικονομικού τύπου πρωτοβουλία, το πλαίσιο για την οποία είχε διαμορφώσει με προτάσεις το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η διαδικασία αυτή θα αργήσει. Η Κομισιόν επιχειρεί με αναδιάρθρωση του προϋπολογισμού και ενίσχυση των πληττόμενων από τις πολλαπλές και αλληλεπικαλυπτόμενες κρίσεις νοτίων.
Ακόμα όμως και αυτή η πρωτοβουλία δεν είναι άμεση και σίγουρα δεν επιλύει το πρόβλημα αποκατάστασης της εμπιστοσύνης των αγορών.
Υπ αυτό το πρίσμα η ΕΚΤ, σήμερα, είναι εκ των πραγμάτων αναγκασμένη να θέσει επί τάπητος την επιμήκυνση του χρονοδιαγράμματος αναδίπλωσης του QE, το οποίο αποτελεί αυτή τη στιγμή το μοναδικό εργαλείο διαμοιρασμού και εξισορρόπησης του ρίσκου που στηρίζει χώρες που βρίσκονται σε δύσκολη θέση και η απόσυρσή του θα ανέβαζε δυσανάλογα πολύ τον κίνδυνο, αφήνοντας πολλές χώρες έρμαια των αγορών.
Η πεποίθηση που εξέφραζαν αρκετοί παράγοντες στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ, για ολοκλήρωση της διαδικασίας απεμπλοκής από το QE τον Δεκέμβριο μετά από μια τριμηνιαία περίοδο σταδιακής περιστολής του, τώρα αμφισβητείται, από τα δεδομένα και το διεθνές περιβάλλον.