Στρατηγική ανάδειξης της σύνδεσης χρέους-πλεονασμάτων ακολουθεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ενώ παράλληλα κάνει κινήσεις προσέγγισης με την Ευρώπη, αναθεωρώντας τις προβλέψεις για την ανάπτυξη ώστε να αντανακλούν τα πιο ρεαλιστικά σενάρια και αποδεχόμενο τις ευρωπαϊκές παραδοχές για το πλεόνασμα.
Σύμφωνα με το Fiscal Monitor του ΔΝΤ η επίτευξη των συμφωνηθέντων πρωτογενών πλεονασμάτων θα οδηγήσει σε αύξηση του χρέους, γεγονός που αντίκειται στους συνομολογημένους στόχους του προγράμματος. Με τον τρόπο αυτό το Ταμείο θέτει επί τάπητος ένα ακόμη ζήτημα, αυτό της αναπροσαρμογής των στόχων για το πλεόνασμα, στο πλαίσιο όμως των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους και για την αποκατάσταση της βιωσιμότητάς του.
Έτσι αν και αρχικά η αναθεώρηση των στόχων για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, φάνηκε ως κίνηση άρσης εμπιστοσύνης, στην πραγματικότητα δείχνει ότι εντάσσεται μέσα στο γενικότερο σχεδιασμό για την υπέρβαση του αδιεξόδου στη μείωση του χρέους. Στην πραγματικότητα το ΔΝΤ καθιστά σαφές ότι η δυναμική του χρέους μπορεί να ελεγχθεί απριόρι μέσω της αναπροσαρμογής των πλεονασμάτων, σε σύνδεση πάντα με την ανάπτυξη.
Ενώ οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και το ΔΝΤ αποδέχονται τη γαλλική πρόταση για σύνδεση του χρέους με την ανάπτυξη, ο SSM προωθεί την προσθήκη δικλείδας ασφαλείας, η οποία θα επιτρέπει την εφαρμογή των μέτρων ελάφρυνσης εφόσον αξιολογούνται οι μεταρρυθμίσεις. Η πρόταση του SSM αποτελεί υπέρβαση των συμφωνηθέντων για την ελληνική κυβέρνηση η οποία δεν προτίθεται να δεχθεί νέο κύκλο αξιολογήσεων, παρά μόνο πρόγραμμα στενής παρακολούθησης επιδόσεων και διατήρησης της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Παράλληλα, όμως, η έκθεση του ΔΝΤ, που συνδέει τα υψηλά πλεονάσματα με την αύξηση του χρέους, εισάγει ένα ακόμα δεδομένο στην εξίσωση, το οποίο μπορεί να προστεθεί στη γαλλική πρόταση και έτσι να διασφαλίζει πολύπλευρα τον έλεγχο της δυναμικής του ελληνικού δημοσίου χρέους, περιορίζοντας από την άλλη πλευρά τα ουσιαστικά μέτρα που θα κληθεί να λάβει ο ESM και χαλαρώνοντας, κατά συνέπεια την πίεση για νέο μηχανισμό αξιολογήσεων.
Το ΔΝΤ, αποδεχόμενο τις ευρωπαϊκές προβλέψεις, ανεβάζει τον πήχη του πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2017 στο 3,7% όταν η αντίστοιχη πρόβλεψη που είχε διατυπώσει τον περασμένο Οκτώβριο (στο πλαίσιο των φθινοπωρινών προβλέψεων) περιόριζε το πρωτογενές πλεόνασμα στο μόλις 1,7%). Ταυτόχρονα, το Ταμείο αναθεωρεί την εκτίμησή του, λίγες ημέρες πριν ανακοινωθεί από την Ελληνική Στατιστική Αρχή η πρώτη επίσημη εκτίμηση για την πορεία του πρωτογενούς πλεονάσματος κατά την περυσινή χρονιά.
Όσον αφορά στο χρέος αναπροσαρμόζει τις προβλέψεις ώστε να αντανακλούν τις επιπτώσεις των αυξημένων πλεονασμάτων και της υποχώρησης των αναπτυξιακών στόχων, καθώς πλέον δεν θα χρηματοδοτούνται από επιπλέον έσοδα.
Το χρέος ως αναλογία προς το ΑΕΠ προβλέπεται ότι θα κορυφωθεί το 2018 με το ποσοστό να φτάνει στο 191,3% του ΑΕΠ.
Αναλυτικά οι προβλέψεις του ΔΝΤ για το χρέος και το πρωτογενές πλεόνασμα έχουν ως εξής:
Α. Πρωτογενές πλεόνασμα:
2017: 3,7% (από 1,7% που ήταν η εκτίμηση τον Οκτώβριο του 2017)
2018: 2,9% (από 2,2% τον περασμένο Οκτώβριο)
2019-2022: 3,5% (η πρόβλεψη είναι σταθερή συγκριτικά με τον περασμένο Οκτώβριο)
2023: 1,5% (σ.σ είναι η πρώτη φορά που γίνεται πρόβλεψη για το 2023)
Β. Χρέος (ως ποσοστό του ΑΕΠ)
2017: 181,9% (από 180,2% που ήταν η προηγούμενη πρόβλεψη τον Οκτώβριο)
2018: 191,3% (από 184,5%)
2019: 181,8% (από 177,9%)
2020: 177% (από 171,4%)
2021: 172,2% (από 165,4%)
2022: 168,7% (από 161,2%)
2023:165,1%