Συμφωνία-ορόσημο επετεύχθη μετά από μία εβδομάδα διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο συνάντησης του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΙΜΟ) στο Λονδίνο. Οι εκπρόσωποι των 173 χωρών συμφώνησαν να μειώσουν τις εκπομπές τουλάχιστον κατά 50% μέχρι το 2050, σε σχέση με τα επίπεδα του 2008. Η Ρωσία, η Σαουδική Αραβία και οι Ηνωμένες Πολιτείες διαφώνησαν.
Η ναυτιλία ήταν ο μοναδικός μεγάλος κλάδος που δε συμπεριλήφθηκε στη συμφωνία του Παρισίου για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής το 2015, παρότι οι ετήσιες εκπομπές άνθρακα του τομέα είναι υψηλότερες από τις συνολικές εκπομπές της Γερμανίας, και η διεθνής κοινότητα λαμβάνει τώρα δράση να τις περιορίσει.
Τα εμπορικά πλοία τείνουν να καίνε μαζούτ, το οποίο είναι φθηνό αλλά και ένα από τα πιο βρώμικα ορυκτά καύσιμα. Σύμφωνα με το Bloomberg, η βιομηχανία δεν συμπεριελήφθη στη συμφωνία του Παρισίου, επειδή κάθε χώρα παρουσίασε τα δικά της σχέδια για τον περιορισμό των εκπομπών, εξαιρουμένης της ναυτιλίας. Ακόμα και αν ο νέος στόχος δεν αναθεωρηθεί προς τα πάνω, η ναυτιλιακή βιομηχανία αναμένεται να απαιτήσει ραγδαίες τεχνολογικές αλλαγές για να τον εκπληρώσει.
Όπως και με τη Συμφωνία του Παρισίου, υπάρχει κριτική ότι αυτή η νέα συμφωνία δεν είναι αρκετά φιλόδοξη. Σύμφωνα με μία ανακοίνωση του Συνδέσμου Καθαρής Ναυτιλίας, ο στόχος «δεν επαρκεί για τη μείωση κατά 70-100% έως το 2050, που απαιτείται για να ευθυγραμμιστεί η ναυτιλία με τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισίου».
Η ναυτιλία έχει ήδη κάνει κινήσεις προς τις μηχανές καύσης LNG, ενώ υπάρχουν πλοία που εκμεταλλεύονται τον άνεμο και τον ήλιο, ωστόσο οι εφοπλιστές πιέζουν αφόρητα για να αποφύγουν το κόστος μιας προδιαγεγραμμένης αναδιάρθρωσης του στόλου τους, που θα οδηγούσε σε αύξηση παραγγελιών, τιμών και θα γέμιζε την αγορά scrap.