Την τελευταία φάση του πολέμου της Συρίας και της Μέσης Ανατολής, σηματοδότησε ο βομβαρδισμός της Δαμασκού και της Χομς από συμμαχικές δυνάμεις υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, καθώς όπως δήλωσε ο Ντόναλντ Τραμπ στο διάγγελμά του, στόχος ήταν και η ανάσχεση των συμφερόντων του Ιράν.
Το κρίσιμο, για την έκβαση της διαμάχης και τη διαμόρφωση σφαιρών επιρροής στην περιοχή, στοίχημα είναι η στάση της Τουρκίας, καθώς έχει ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις, συνορεύει με τη Συρία και η απομάκρυνσή της από τον άξονα του Βλάντιμιρ Πούτιν αλλάζει καθοριστικά την ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή.
Η Άγκυρα με δηλώσεις του Ταγίπ Εντογάν καταδίκασε πρώτα τις επιθέσεις με χημικά, για τις οποίες κατηγορείται το καθεστώς Άσαντ και εν συνεχεία συντάχθηκε με το πλευρό των συμμάχων στις επιχειρήσεις, στέλνοντας σαφές μήνυμα. Πρόκειται για ένα ισχυρό πλήγμα στη συνεργασία με τη Ρωσία, που αποδεικνύει τον ευκαιριακό χαρακτήρα που έχει η σχέση τους. Ωστόσο, αυτό δε συνεπάγεται και διάλυση του άξονα της Ρωσίας, απλώς ένα ρήγμα, που η Ρωσία ανέμενε και
τώρα καλείται να διαχειριστεί ώστε να μην αλλάξει άρδην η ισορροπία.
Για τη Δύση καθοριστική είναι και η αντίδραση των αγορών, μέτωπο το οποίο -λόγω των κυρώσεων- δεν ενδιαφέρει ιδιαίτερα τη Ρωσία, αντιθέτως το χρησιμοποιεί ως μοχλό πίεσης.
Οι 100 και πλέον πύραυλοι και βόμβες που έπληξαν στόχους στην πρωτεύουσα της Συρίας και τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της, αποτέλεσαν το ηχηρό μήνυμα της συμμαχίας της Δύσης κατά του άξονα της Ρωσίας στη Μέση Ανατολή. Μετά από παλινωδίες, έλλειψη πολιτικής βούλησης και υπαναχωρήσεις σε καίρια μέτωπα οι ΗΠΑ και η Γαλλία επιχειρούν να διασφαλίσουν τις περιοχές που ήδη ελέγχουν, καθιστώντας σαφές ότι η επέλαση των δυνάμεων Ιράν, Ρωσίας και Άσαντ (συμπεριλαμβανομένης της Χεζμπολάχ) δεν θα γίνει ανεκτή.
Με τον τρόπο αυτό ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Εμμάνουελ Μακρόν θέλησαν να επαναβεβαιώσουν τις συμφωνίες που έχουν με τη συριακή αντιπολίτευση και άλλες ομάδες στην περιοχή, μετά από την απραξία όλων έναντι της επέλασης της Τουρκίας και της αδυναμίας των ΗΠΑ να υποστηρίξουν δυνάμεις που αρχικά εξόπλισαν αλλά εν τέλει απεμπόλησαν. Με την αξιοπιστία τόσο των ΗΠΑ όσο και της Γαλλίας να έχει δεχθεί απανωτά πλήγματα λόγω των επιχειρήσεων του Ταγίπ Ερντογάν στα βόρεια και της στρατηγικής απόσυρσης δυνάμεων που έχει διακηρύξει ο Ντόναλντ Τραμπ, η Δύση χρειαζόταν ένα νέα συμβόλαιο με τους ντόπιους συμμάχους της.
Η Μεγάλη Βρετανία, απομακρυνόμενη από την Ευρώπη επαναβεβαιώνει τη συμμαχία της με τις ΗΠΑ, αναζητώντας παράλληλα διεξόδους από οικονομικά αδιέξοδα λόγω του Brexit και από ενδεχόμενα ενεργειακά προβλήματα λόγω της σύγκρουσης με τη Ρωσία.
Μετά από τις τελευταίες εξελίξεις τα αντίπαλα στρατόπεδα διαμορφώνονται ως εξής:
Οι ΗΠΑ ηγούνται του συμμαχικού μετώπου με τη Γαλλία και τη Βρετανία πρόθυμους συμμάχους, τη Γερμανία να παραμένει επιφυλακτική επιζητώντας αυτόνομη ατζέντα και κρατώντας παράλληλα και τα ηνία της ΕΕ.
Στον αμερικανικό άξονα εντάσσονται η Σαουδική Αραβία, η Αίγυπτος, το Ισράηλ και το Κατάρ, ενώ ακολουθούν και μικρότερα εμιράτα και άλλες χώρες της περιοχής.
Στον άξονα της Ρωσίας συμμετέχει το Ιράν, ο Λίβανος (επί του οποίου ασκούνται αντίρροπες δυνάμεις) και το Αζερμπαϊτζάν.
Η Τουρκία αν και βρίσκεται πιο κοντά με τη Ρωσία, εν τούτοις βρίσκεται σε διαρκή ανταγωνισμό με τον Άσαντ, έχει όμως ανοιχτό μέτωπο με το Ισραήλ και διατηρεί καλές σχέσεις με το Ιράν.
Η στρατηγική της θέση και οι ισχυρές δυνάμεις την καθιστούν παίχτη που μπορεί να κρίνει την έκβαση της αντιπαράθεσης. Η εκτενής, όμως, ατζέντα του Ταγίπ Ερντογάν και η μαμξιμαλιστική διπλωματία, μέσω της διασύνδεσης των ανοιχτών μετώπων αναγκάζουν τόσο τη Δύση όσο και τη Ρωσία να είναι διατηρούν επιφυλάξεις.
Χειρουργικά πλήγματα, χωρίς… παρενέργειες
Χλιαρές οι αντιδράσεις
Οι ενέργειες που έγιναν σήμερα το βράδυ στη Συρία θα έχουν συνέπειες και όλη η ευθύνη ανήκει στις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και tη Γαλλία δήλωσε με ανακοίνωσή του ο πρεσβευτής της Ρωσίας στην Ουάσινγκτον, o Ανατόλι Αντόνοφ.
“Οι χειρότεροι φόβοι επαληθεύτηκαν. Δεν εισακούστηκαν οι προειδοποιήσεις μας. Ένα προσχεδιασμένο σενάριο εφαρμόζεται. Ξανά, απειλούμαστε. Προειδοποιήσαμε ότι τέτοιες ενέργειες δεν θα μείνουν χωρίς συνέπειες”, τόνισε ο Αντόνοφ. “‘Όλη η ευθύνη για αυτές ανήκει στην Ουάσιγκτον, το Λονδινο και το Παρίσι”,
πρόσθεσε.
«Ο συριακός λαός δοκιμάσθηκε πρώτα από την ‘Αραβική άνοιξη’, μετά από το Ισλαμικό Κράτος, τώρα από έξυπνους αμερικανικούς πυραύλους. Η πρωτεύουσα μιας κυρίαρχης κυβέρνησης, που προσπαθεί επί χρόνια να επιβιώσει υφιστάμενη μια τρομοκρατική επιδρομή, δέχθηκε επίθεση»
έγραψε στο Facebook η εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσίας Μαρία Ζαχάροβα, ενώ πρόσθεσε
«Πρέπει να είσαι πολύ ανώμαλος για να επιτεθείς στην πρωτεύουσα της Συρίας ακριβώς τη στιγμή που είχε μια ευκαιρία για ένα ειρηνικό μέλλον»