Πληθαίνουν οι ενδείξεις επερχόμενων βίαιων ανατροπών στους συσχετισμούς στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο καθώς η εσωτερική δυσαρμονία στις ΗΠΑ φαίνεται να επιλύεται δια της εξαγωγής της κρίσης, προοπτική που από μόνη της θέτει σε κίνηση διεθνή και περιφερειακά γεωπολιτικά και γεωοοικονομικά γρανάζια με τρόπους που δύσκολα μπορούν να προβλεφθούν και συνέπειες που κανείς δεν θέλει να φτάσει στο σημείο να διαπιστώσει.
Η Ελλάδα κατάφερε βραχυχρόνια να επωφεληθεί από τη συγκυρία των πολλαπλών κρίσεων και επενδύοντας πολιτικά στα ανοιχτά μέτωπα και την επιβεβλημένη και διακηρυγμένη ανάγκη σταθερότητας στην περιοχή κερδίζοντας “πόντους” στην αντιπαράθεση με την Τουρκία και αναλαμβάνοντας καθοριστικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων.
Ο νέος κύκλος πολιτικών ανατροπών στην Ουάσιγκτον, όμως, φαίνεται ότι οδηγεί σε αναθεώρηση του αμερικανικού περιφερειακού δόγματος και σε πολιτική υψηλών τόνων και εντάσεων. Η ταυτόχρονη αποπομπή δυο μετριοπαθών -για τα δεδομένα του Τραμπ- κομβικών παραγόντων, του υπουργού Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον και του Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας, Μακμάστερ και η αντικατάστασή τους από “γυπαετούς” με συγκεκριμένη ατζέντα τη διάσωση της προεδρίας του Ντόναλντ Τραμπ, δημιουργεί διάχυτη αίσθηση αναταραχών.
Αυτό είναι ήδη προφανές από την επιθετική πολιτική στο εμπόριο, όπου ο Ντόναλντ Τραμπ χρησιμοποιεί τους δασμούς ως μοχλό πίεσης για την ανατροπή του εμπορικού status quo, με τρόπο όχι απλά ενοχλητικό για την παγκόσμια σταθερότητα αλλά απειλητικό για την γεωοικονομική ασφάλεια, η οποία δεν είχε απειληθεί ούτε από τις πολεμικές κραυγές που αντάλλασσε ο Τραμπ με τον Κιμ Γιονγκ Ουν.
Τα πρώτα αποτελέσματα στην περιοχή ενδιαφέροντος της Ελλάδας είναι ήδη αισθητά, καθώς οι ΗΠΑ κάνουν βήματα προσέγγισης με την Τουρκία, θέτοντας στο αρχείο την υπόθεση των επεισοδίων με τους σωματοφύλακες του Ερντογάν και ανοίγοντας τη συζήτηση για την πώληση πυραύλων patriot στην Άγκυρα. Αν και η προοπτική επαναπροσέγγισης με τις ΗΠΑ μπορεί να έχει καταπραϋντική επίδραση στην τουρκική επιθετικότητα, αυτό θα είναι μόνο βραχυχρόνιο καθώς οι όροι που θέτει η Ουάσιγκτον είναι εμπορικοί και όχι γεωπολιτικά δεσμευτικοί.
Από την άλλη πλευρά η ΕΕ επιδιώκει να θέσει γεωπολιτικά κριτήρια στην επαναπροσέγγιση με την Τουρκία, θα πρέπει όμως να… προλάβει καθώς αν προηγηθούν οι ΗΠΑ, τότε η Ουάσιγκτον θα δελεαστεί να χρησιμοποιήσει -και αυτή- την Τουρκία για να πιέσει την Ευρώπη. Ο ρόλος του “ταραξία” της περιοχής, που τόσο πρόθυμα υποδύεται η Τουρκία, έχει γίνει πλέον δεύτερη φύση της Άγκυρας και απειλεί να εξαφανίσει τα όποια ψήγματα λογικής στη λήψη αποφάσεων.
Όπως φάνηκε και στις σχέσεις με τη Ρωσία, η Άγκυρα επιχειρεί πάντα να κεφαλαιοποιήσει τα οφέλη και να τα χρησιμοποιήσει σε δικά της μέτωπα, στρατηγική που σε συνάρτηση με τον διπλωματικό μαξιμαλισμό που την διέπει, αποτελεί εγγυημένη συνταγή αποσταθεροποίησης.
Τούτων δοθέντων, τα εθνικά θέματα, από τις γεωτρήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ μέχρι το Σκοπιανό και το Αιγαίο θα πρέπει να κλείσουν πριν ανοίξει ο κύκλος επαναπροσέγγισης της Τουρκίας με τις ΗΠΑ, καθώς λόγω του εσωτερικού διχασμού στην Ουάσιγκτον το NATO δεν θα είναι σε θέση να χαλιναγωγήσει την τουρκική προκλητικότητα.
Η ανακοίνωση της Συνόδου Κορυφής έρχεται να επισφραγίσει και να κεφαλαιοποιήσει τα κέρδη σε γεωπολιτικό επίπεδο, για την Ελλάδα, ενώ η ανάγκη επίτευξης της μεγαλύτερης δυνατής συναίνεσης για τις παρεμβάσεις στην αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για την άμεση ολοκλήρωση των συζητήσεων για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους και την επόμενη ημέρα.
Ο φόβος πρόωρης αποθράσυνσης της Τουρκίας, λόγω της προοπτικής προσέγγισης με τις ΗΠΑ, δημιουργεί τις απαραίτητες προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες κυβέρνηση και ευρωπαϊκό διευθυντήριο θα μπορούσαν να εξετάσουν το ενδεχόμενο επίσπευσης διαδικασιών σε όλα τα ανοιχτά μέτωπα, με γνώμονα να αποφευχθούν οι έξωθεν παρεμβάσεις και οι πιέσεις που θα μπορούσαν να ανατρέψουν τους σχεδιασμούς.