Ευθεία σύνδεση του Ντόναλντ Τραμπ με την Cambridge Analytica και ως εκ τούτου αδιαμφισβήτητη εμπλοκή στο σκάνδαλο της κατάχρησης δεδομένων εντοπίζει με δημοσίευμά της η αρμόδια task force της Ευρωπαϊκής ένωσης, αναδεικνύοντας την αλυσίδα των γεγονότων και των ανθρώπων που ενεπλάκησαν για να καταλήξει στις καθοδηγούμενες από την εταιρία ενέργειες του ίδιου του προέδρου των ΗΠΑ.
Η task force κάνει ένα βήμα παραπέρα όμως καθώς στιγματίζει τον τότε διευθυντή πληροφορικής της Καμπάνιας του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος σήμερα είναι ο διευθυντής της Καμπάνιας Τραμπ 2020, που στοχεύει στην επανεκλογή του στην προεδρία των ΗΠΑ.
Η κίνηση αυτή από την ΕΕ αποτελεί σαφή κλιμάκωση της αντιπαράθεσης με τις ΗΠΑ, καθώς αντιμετωπίζει τον Αμερικανό πρόεδρο στο ίδιο επίπεδο που έχει κατ επανάληψη θέσει τον Ρώσο, Βλάντιμιρ Πούτιν, ενώ συμπίπτει χρονικά με τη Σύνοδο Κορυφής που καλείται να τοποθετηθεί έναντι των δασμών που έχει εξαγγείλει ο Ντόναλντ Τραμπ στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου από την ΕΕ.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στην εκτενή καταγραφή της κατάστασης που πραγματοποιεί η East Stratcom Task Force της ΕΕ, που εντάσσεται στην External Action Service, της οποίας προΐσταται η Φεντερίκα Μογκερίνι
Την εποχή εκείνη, η Cambridge Analytica ανήκε στον δισεκατομμυριούχο διαχειριστή hedge fund Robert Mercer, ενώ επικεφαλής ήταν ο ακροδεξιός πρώην σύμβουλος του Ντόναλντ Τραμπ, Στηβ Μπάνον. Η εταιρία εργάστηκε στην προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ υπό την καθοδήγηση του Brad Parscale, τότε διευθυντή πληροφορικής και σήμερα διευθυντή της εκστρατείας για την επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ το 2020.
H στρατηγική επιλογή της ΕΕ να αναδείξει το ζήτημα μέσω της #EUVSDISINFO αποτελεί κίνηση κλιμάκωσης και σαφές μήνυμα προς τον Ντόναλντ Τραμπ για τον κίνδυνο οι διμερείς σχέσεις να περιπλακούν επικίνδυνα. Αξίζει να σημειωθεί ότι εν λόγω σκάνδαλο περιλαμβάνεται και στο κείμενο συμπερασμάτων της Συνόδου Κορυφής, χωρίς ωστόσο εκεί να γίνεται αναφορά στην άμεση σχέση του Ντόναλντ Τραμπ με την Cambridge Analytica.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα η εταιρεία ανάλυσης δεδομένων Cambridge Analytica έλαβε προσωπικές πληροφορίες από περισσότερους από 50 εκατομμύρια χρήστες Facebook στο Ηνωμένο Βασίλειο χωρίς την άδειά τους για να υποστηρίξει την προεκλογική εκστρατεία του Donald Trump το 2016.
Η διατύπωση αυτή στην πρώτη γραμμή του κειμένου αναδεικνύει με σαφήνεια τη σχέση της εταιρίας με την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, στρέφοντας μάλιστα το ενδιαφέρον στον βαθμό επιρροής στην κοινή γνώμη και συνεπώς το ενδεχόμενο το εκλογικό αποτέλεσμα να οφείλεται σε αυτή ή/και σε άλλες αντίστοιχες ενέργειες.
Το δημοσίευμα επισημαίνει επίσης ότι Cambridge Analytica έχει συνεργαστεί με την επιτυχημένη εκστρατεία Brexit, αν και επισήμως η εταιρία δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ στη συγκεκριμένη καμπάνια, παρά το γεγονός ότι είχε αρχικά επιλεγεί.
Το άρθρο που δημοσιεύεται στην σελίδα της Task Force επισημαίνει ότι η υπόθεση αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες παραβιάσεις δεδομένων στην ιστορία του Facebook και αναδεικνύει το πώς οι εταιρίες τεχνολογίας συλλέγουν προσωπικές πληροφορίες από χρήστες χωρίς τη συναίνεσή τους.
Ο πρώην συνδιευθύνων σύμβουλος της Cambridge Analytica, Wylie δηλώνει ότι η Cambridge Analytica δαπάνησε 1 εκατομμύριο δολάρια για την παράνομη συγκομιδή των προφίλ των Η.Π.Α. μέσω ενός εξωτερικού ερευνητή, ο οποίος σύμφωνα με το Facebook ισχυρίστηκε ότι συλλέγει δεδομένα για ακαδημαϊκούς σκοπούς. Μόνο 270.000 από αυτούς τους χρήστες συμφώνησαν να απελευθερώσουν τις πληροφορίες τους σε τρίτους.
Στη συνέχεια, η Cambridge Analytica χρησιμοποίησε τα προφίλ για να δημιουργήσει ένα ισχυρό λογισμικό με σκοπό να επηρεάσει τη συμπεριφορά των ψηφοφόρων. Τα δεδομένα, τα οποία περιελάμβαναν τους τόπους διαμονής καθώς και έμμεσα συνδεδεμένα προφίλ και άλλα στοιχεία, αξιοποιήθηκαν για να δημιουργήσουν λεπτομερή προφίλ των μεμονωμένων ψηφοφόρων και να τους στοχεύσουν με εξατομικευμένες πολιτικές διαφημίσεις. Η εταιρία αγόρασε επίσης τηλεοπτικές διαφημίσεις αξίας 5 εκατ. δολαρίων και ενημέρωσε τον Τραμπ για τα σημεία που θα πρέπει να επικεντρώσει τις προσπάθειές του, ταξιδεύοντας ή με άλλο τρόπο για να προσελκύσει περισσότερους ψηφοφόρους.
Την εποχή εκείνη, η Cambridge Analytica ανήκε στον δισεκατομμυριούχο hedge fund Robert Mercer και επικεφαλής ήταν ο ακροδεξιός πρώην σύμβουλος του Ντόναλντ Τραμπ, Στηβ Μπάνον. Η εταιρία εργάστηκε στην προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ υπό την καθοδήγηση του Brad Parscale, τότε διευθυντή πληροφορικής και σήμερα διευθυντή της εκστρατείας για την επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ το 2020.
Στη Βρετανία, η οποία έχει αυστηρούς νόμους περί απορρήτου, η Cambridge Analytica βρίσκεται επί του παρόντος υπό έρευνα και για τις εργασίες της στην εκστρατεία “Brexit”.
Οι αποκαλύψεις αποτελούν ένα ακόμα χτύπημα στο Facebook, το οποίο δέχεται αυξανόμενη κριτική για τον ρόλο του στη διάδοση των πολιτικών διαφημίσεων που αγόρασε η Ρωσία κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας των ΗΠΑ.
Μετά την αρχική μείωση της διαρροής, το Facebook, υποσχέθηκε να αναλάβει δράση, αφήνοντας παράλληλα ανοιχτό το ενδεχόμενο προσφυγής κατά της Cambridge Analytica. Ωστόσο, αρνήθηκε ότι η υπόθεση συνιστά παραβίαση δεδομένων, από την πλευρά του.
Με εκτενείς δηλώσεις, χθες, ο ιδρυτής και μεγαλομέτοχος του Facebook, Μαρκ Ζούκερμπεργκ ανέλαβε την “πολιτική” ευθύνη, πέταξε το μπαλάκι για το ποινικό σκέλος στον καθηγητή του Cambridge και την Cambridge Analytica, ενώ απέφυγε οποιαδήποτε αναφορά στον Ντόναλντ Τραμπ και τις αμερικανικές εκλογές