Νέες διαστάσεις προσλαμβάνει η υπόθεση της κατάχρησης προσωπικών δεδομένων χρηστών του Facebook από την εταιρία Cambridge Analytica, καθώς μετά το μπαράζ πολιτικών παρεμβάσεων οι έρευνες επεκτείνονται καθώς εγείρονται ανησυχίες και για άλλα περιστατικά που δεν έχουν γίνει γνωστά, αποδεικνύοντας το εύρος του σχεδίου χειραγώγησης του εκλογικού σώματος τις ΗΠΑ από τον Ντόναντ Τραμπ και εγείροντας ερωτηματικά για το ενδεχόμενο αντίστοιχων συμβάντων στην Ευρώπη σε κρίσιμες ψηφοφορίες όπως το Brexit.
Αν και τα media αναδεικνύουν το θέμα της κατάχρησης προσωπικών δεδομένων 50 εκατ. χρηστών, χωρίς άδεια, αποτυγχάνουν να το προσδιορίσουν στις πραγματικές του διαστάσεις, που είναι η προσπάθεια χειραγώγησης των ψηφοφόρων μέσω της χρήσης προσωπικών δεδομένων από τα κοινωνικά δίκτυα και πολιτικούς. Παράλληλα, το θέμα δεν είναι ασύνδετο από τις εκτεταμένες εκστρατείες παραπληροφόρησης μέσω των social media και των εργοστασίων παραγωγής ψευδών ειδήσεων (fake news farms), όπως μια ολόκληρη πόλη στην πΓΔΜ, την οποία αποκάλυψε το BBC.
Για κάτι αντίστοιχο είχε κατηγορηθεί η Google, αρκετά πριν από τις εκλογές, καθώς Αμερικανοί ερευνητές είχαν εντοπίσει προβλήματα με τον αλγόριθμο στην εμφάνιση αποτελεσμάτων σχετικά με την Χίλαρι Κλίντον, τα οποία θα είχαν αρνητικές επιπτώσεις στη φήμη της. Η Google αρνήθηκε τότε τις κατηγορίες, ωστόσο το φαινόμενο καταγράφηκε ακαδημαϊκά ως Search Engine Manipulation Effect (SEME), ήτοι αποτέλεσμα της χειραγώγησης μηχανής αναζήτησης.
Οι αρχές όμως θα ερευνήσουν και για ενδεχόμενες σχέσεις ή ακόμα και χρηματοδότηση των εμπλεκομένων με τρίτες χώρες, έρευνα που μπορεί να προκαλέσει νέες αναταράξεις, όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά και στην Ευρώπη, ενώ αν εμπλέκεται η Ρωσία, τότε η σύγκρουση θα είναι σφοδρή και αναπόφευκτη.
Το Facebook ανακοίνωσε ότι είναι «σοκαρισμένο που εξαπατήθηκε» για τη χρήση προσωπικών δεδομένων των χρηστών της από την Cambridge Analytica και τόνισε ότι «κατανοεί τη σοβαρότητα του προβλήματος».
Η Cambridge Analytica, προσπαθώντας να διαχειριστεί τον αντίκτυπο και συνεπακόλουθο κόστος ανακοίνωσε χθες την αποπομπή του επικεφαλής της Αλεξάντερ Νιξ, ο οποίος σε δηλώσεις του που καταγράφηκαν μυστικά από το Channel 4 συζήτησε τρόπους με τους οποίους η εταιρεία μπορεί να βοηθά τους πελάτες της να αλλάξουν την τροπή προεκλογικών εκστρατειών.
Σε αυτό το βίντεο ο Νιξ επαίρεται για τον ρόλο που διαδραμάτισε η εταιρία του στην προεκλογική εκστρατεία των ΗΠΑ υπέρ του Ντόναλντ Τραμπ. «Διευθύναμε την ψηφιακή του εκστρατεία», τονίζει.
Μάλιστα εξηγεί και το σύστημα ηλεκτρονικής επικοινωνίας που χρησιμοποιεί η εταιρεία, το οποίο φροντίζει να καταστρέφονται τα mails. «Δεν υπάρχει καμία απόδειξη, κανένα γραπτό ίχνος, τίποτα».
Εξάλλου ο Νιξ επισημαίνει στο βίντεο ότι δεν υπάρχει κίνδυνος οι Αμερικανοί κοινοβουλευτικοί να αποκαλύψουν τις δραστηριότητες της Cambridge Analytica.
«Είναι πολιτικοί, όχι τεχνικοί. Δεν κατανοούν πώς γίνεται».
Παράλληλα το Channel 4 μετέδωσε μια συνέντευξη που είχε πάρει από την τη Χίλαρι Κλίντον το 2017. «Από το αντίπαλο στρατόπεδο διεξαγόταν μια εντελώς νέου τύπου προεκλογική εκστρατεία», είχε σχολιάσει η πρώην υποψήφια των Δημοκρατικών, καταγγέλλοντας «μια προσπάθεια προπαγάνδας».
«Το πραγματικό ερώτημα είναι να μάθουμε πώς οι Ρώσοι κατάφεραν να στοχεύσουν τόσο συγκεκριμένα στους αναποφάσιστους ψηφοφόρους στο Ουισκόνσιν, το Μίσιγκαν και την Πενσιλβάνια»
τις τρεις πολιτείες των ΗΠΑ όπου κέρδισε ο Τραμπ, είχε προσθέσει η Κλίντον.
Όταν ρωτήθηκε σχετικά από τους Times, ο Νιξ διέψευσε ότι προσπάθησε να παγιδεύσει πολιτικούς, ενώ και η Cambridge Analytica «διαψεύδει κατηγορηματικά» τις κατηγορίες.
Ωστόσο το θέμα δεν περιορίζεται εδώ, καθώς το Bloomberg είχε σε ανύποπτο χρόνο αναδείξει το θέμα της χειραγώγησης του εκλογικού σώματος αποκαλύπτοντας εκτεταμένες εκστρατείες από hackers για τον επηρεασμό και τη διαμόρφωση εκλογικών αποτελεσμάτων στη Λατινική Αμερική. Τότε ο επικεφαλής του κυκλώματος των hackers, Αντρέ Σεπουλβέντα, μίλησε στο δίκτυο από το κελί της φυλακής όπου κρατούνταν, προειδοποιώντας ότι αντίστοιχες καμπάνιες βρίσκονταν σε εξέλιξη στις ΗΠΑ, ενόψει τότε των εκλογών.
Σε νομικό και οικονομικό επίπεδο, η ανάδειξη, τώρα, της μαζικής επιχείρησης επηρεασμού της κοινής γνώμης μέσω δεδομένων δραστηριότητας και προφίλ που καταγράφονται στα social media καθώς και η μεταφορά και επεξεργασία τους από μια ήπειρο σε μια άλλη, η εξαγωγή συμπερασμάτων και εν τέλει η χρήση αυτών, συνεπάγεται την παραβίαση δεκάδων αμερικανικών και ευρωπαϊκών νόμων για τα προσωπικά δεδομένα.
Παράλληλα, όμως, η χρήση του για τον επηρεασμό και τη διαμόρφωση του εκλογικού αποτελέσματος συνιστά θανάσιμη απειλή κατά της Δημοκρατίας, θέμα που αναμένεται να τεθεί επί τάπητος καθώς οι έρευνες θα εξελίσσονται και οι πολιτικοί θα αντιλαμβάνονται την τεράστια δύναμη που έχουν συσσωρεύσει δια της παρακολούθησης της ζωής των ανθρώπων τα social media και οι μηχανές αναζήτησης.
Πολιτική θύελα
Ενδεικτική της ανησυχίας και των επιπλοκών της υπόθεσης είναι η ταυτόχρονη παρέμβαση κοινοβουλευτικών επιτροπών από τις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρετανία, ζητώντας από τον Μαρκ Ζούκερμπεργκ εξηγήσεις και στοιχεία, ενώ ήδη διερευνάται από τις αρμόδιες αρχές.
Το σκάνδαλο της κατάχρησης προσωπικών δεδομένων από την Cambridge Analytics, με την οποία συνεργάζεται το Facebook καθώς και το πανεπιστήμιο του Cambridge, έρχεται τη στιγμή που η Ευρώπη ετοιμάζεται να εφαρμόσει τον νέο κανονισμό προστασίας της ιδιωτικότητας, GDPR, η οποία από την 1 Μαΐου ανατρέπει το σκηνικό στην συγκέντρωση, καταγραφή, φύλαξη και διαχείριση προσωπικών δεδομένων.
Ο CEO του Facebook έχει επίσης κληθεί ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, για το ίδιο θέμα, για το οποίο εξέδωσε ανακοίνωση ο πρόεδρος του Σώματος, Ταγιάνι, αναφερόμενος στην «απαράδεκτη παραβίαση του δικαιώματος στον εμπιστευτικό χαρακτήρα των δεδομένων».
Σύμφωνα με τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης, η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου (FTC), ο κρατικός οργανισμός που είναι αρμόδιος για την προστασία των καταναλωτών και του ανταγωνισμού, επίσης ερευνά την υπόθεση.
Η έρευνα της FTC έχει στόχο να επιβεβαιώσει αν το Facebook τήρησε τη δέσμευσή του να ζητεί πρώτα τη σύμφωνη γνώμη των χρηστών του προτού συγκεντρώσει τα προσωπικά τους δεδομένα και τα μοιραστεί με άλλες εταιρείες, αναφέρει η Wall Street Journal.
Στην περίπτωση που η FTC καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο ιστότοπος κοινωνικής δικτύωσης προέβη σε παρατυπίες, ενδέχεται να του επιβάλει πρόστιμο 40.000 δολαρίων για κάθε παραβίαση που θα εντοπίσει, επεσήμανε από την πλευρά της η Washington Post.
Και οι ευρωπαϊκές αρχές αρμόδιες για την προστασία των προσωπικών δεδομένων ασχολήθηκαν χθες Τρίτη με το θέμα, όπως ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπρόσωπος της οποίας ζήτησε «διευκρινίσεις» από το Facebook.
Facebook, Analytica, CEO και καθηγητής παίζουν τον Μουτζούρη
Το Facebook ανακοίνωσε ότι τα στοιχεία είχαν συγκεντρωθεί από τον Αλεξάντρ Κόγκαν, έναν καθηγητή ψυχολογίας, ο οποίος δημιούργησε μια εφαρμογή στον ιστότοπο την οποία κατέβασαν 270.000 άνθρωποι. Σύμφωνα με τον ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης, στη συνέχεια ο Κόγκαν παραβίασε την πολιτική του περί περί προστασίας των προσωπικών δεδομένων δίνοντας τα στοιχεία αυτά στην Cambridge Analytica.
Όπως καταγγέλλει ο Κρις Γουάιλι, ο πρώην εργαζόμενος της εταιρείας και ο άνθρωπος που αποφάσισε να σπάσει τη σιωπή του για τα πεπραγμένα της, το Facebook είχε εξουσιοδοτήσει τον καθηγητή Κόγκαν (τον άνθρωπο που έστησε το «τεστ προσωπικότητας», μέσω του οποίου συλλέχθηκαν δεδομένα εκατομμυρίων χρηστών του Facebook, χωρίς τη συγκατάθεσή τους) να χρησιμοποιήσει την πλατφόρμα, πλην όμως για «ακαδημαϊκούς λόγους». Με το δημοφιλέστερο μέσο κοινωνικής δικτύωσης να βρίσκεται στο επίκεντρο του πρωτοφανούς σκανδάλου, οι υπεύθυνοί του δηλώνουν «σοκαρισμένοι που εξαπατήθηκαν» για τη χρήση προσωπικών δεδομένων των χρηστών, τονίζοντας πως «κατανοούν τη σοβαρότητα της περίστασης».
Κι ενώ η μετοχή της Facebook κινείται πτωτικά τις τελευταίες ημέρες, καταγράφοντας απώλειες δισεκατομμυρίων, ο ίδιος ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ τηρεί μέχρι στιγμής σιγήν ιχθύος ενώ όλο και περισσότερες φωνές ζητούν, υπό το hashtag #DeleteFacebook, τη μόνιμη διαγραφή των λογαριασμών στο Facebook. Μεταξύ αυτών και ο Μπράιαν Άκτον, ο συνιδρυτής του WhatsApp – το οποίο εξαγοράστηκε από το Facebook το 2014, έναντι 19 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ο Άκτον που έφυγε από την WhatsApp στο τέλος του 2017 έγραψε στο λογαριασμό του στο Twitter: «Ήρθε η ώρα να διαγράψουμε το Facebook».
«Τα γεγονότα της προηγούμενης εβδομάδας αποτέλεσαν σοκ για εμένα», δήλωσε ο Αλεξάντρ Κόγκαν στο BBC. «
Πιστεύω ότι ουσιαστικά τόσο το Facebook όσο και η Cambridge Analytica με χρησιμοποιούν ως αποδιοπομπαίο τράγο, αν και πιστεύαμε ότι έκαναν κάτι που ήταν πραγματικά κανονικό».
ενώ συμπλήρωσε ότι
«Η Cambridge Analytica μας είχε διαβεβαιώσει ότι όλα ήταν απολύτως νόμιμα και βάσει των κανονισμών λειτουργίας»,