Κινήσεις που ανοίγουν νέες εστίες έντασης και διεθνούς αντιπαράθεσης ανοίγει -με δηλώσεις του- ο Ντόναλντ Τραμπ, προαναγγέλοντας την επιβολή δασμών στις εισαγωγές χάλυβα, ενώ την ίδια στιγμή εσωτερικά σφίγγει ο κλοιός στο συγγενικό του περιβάλλον στο πλαίσιο της διερεύνησης των σχέσεων του επιτελείου του με τη Ρωσία.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ ανακοίνωσε, ως ειλημμένη, την απόφαση για την επιβολή δασμών στις 24% στις εισαγωγές χάλυβα, κίνηση η οποία ισοδυναμεί με την κήρυξη εμπορικού πολέμου, όχι τόσο γιατί κλείνει την αγορά αλλά για αυτό που σηματοδοτεί με αυτό τον τρόπο.
Σε μια συνάντηση με αξιωματούχους της βιομηχανίας των ΗΠΑ στο Λευκό Οίκο, ο Ντόναλντ Τραμπ υποσχέθηκε να αναστηλώσει την αμερικανική βιομηχανία χάλυβα και αλουμινίου, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι αδικήθηκαν σφόδρα επί δεκαετίες.
Ωστόσο, μελέτη τις Αμερικανικής Οικονομικής Ένωσης έδειξε ότι μεγάλο μέρος της μείωσης των θέσεων εργασίας οφείλεται στη βελτιωμένη τεχνολογία παραγωγής, καθώς η παραγωγή ανά εργαζόμενο αυξήθηκε πέντε φορές.
Συνεπώς, η επιβολή δασμών θα ανεβάσει το κόστος για την αμερικανική βιομηχανία και το real estate, χωρίς ωστόσο να επιτυγχάνει τη δημιουργία των προσδοκώμενων θέσεων εργασίας. Εν κατακλείδι η κίνηση κινδυνεύει να αποδειχθεί μπούμερανγκ, πλήττοντας το οικονομικό κλίμα και την ανάπτυξη, καθώς οι αρνητικές επιπτώσεις υπερισχύουν των θετικών.
Αν και οι ΗΠΑ είναι μέλος του ΠΟΕ, διατηρούν το δικαίωμα να προβούν σε ενέργειες που πλήττουν το ελεύθερο εμπόριο εφόσον αυτές δικαιολογούνται ως “προστασία της Εθνικής Ασφαλείας”, στρατηγική πάνω στην οποία θα βασιστεί η υπερασπιστική τους γραμμή, καθώς ήδη αναφέρουν ότι στόχος είναι η χρήση αμερικανικού χάλυβα στις δεξαμενές των πολεμικών πλοίων.
Μπορεί η Κίνα αντιπροσωπεύει μόνο το 2% των αμερικανικών εισαγωγών χάλυβα, η μαζική επέκταση της βιομηχανίας της βοήθησε στην παραγωγή ενός παγκόσμιου μείγματος χάλυβα που οδήγησε σε μείωση των τιμών.
Η Κίνα έχει δηλώσει ότι θα μπορούσε να αντιδράσει εφόσον οι ΗΠΑ επιβάλλουν δασμούς στον χάλυβα, πλήττοντας αντιστοίχως τις εισαγωγές αμερικανικών προϊόντων, αλληλουχία που αποτελεί ακριβώς τον ορισμό της έναρξης εμπορικών εχθροπραξιών. Για να αποφευχθεί μια τέτοια εξέλιξη ο Κινέζος πρόεδρος Σι έστειλε προσωπικό απεσταλμένο στην Ουάσιγκτον για υψηλού επιπέδου συζητήσεις.
Έτοιμη να απαντήσει στις ΗΠΑ, δηλώνει και η Ευρωπαϊκή Ένωση, σηματοδοτώντας μια ακόμη δύσκολη καμπή στις σχέσεις δυο παραδοσιακών συμμάχων, που αναγκάζει τις Βρυξέλλες και την ατμομηχανή της οικονομίας της Ευρωζώνης, τη Γερμανία, να επιταχύνουν την ανάπτυξη ανεξάρτητων περιφερειακών εμπορικών δεσμών.
«Η ΕΕ πρέπει να αντιδράσει με αυστηρό τρόπο στους τιμωρητικούς τελωνειακούς δασμούς των ΗΠΑ που απειλούν χιλιάδες θέσεις εργασίας στην Ευρώπη»
ανέφερε ο Γκάμπριελ σε ανακοίνωση, εκφράζοντας «τη μεγάλη ανησυχία» της Γερμανίας και συνολικά της ευρωπαϊκής κοινότητας.
Eίχε προηγηθεί προειδοποίηση του Πεκίνου ότι το παγκόσμιο εμπόριο θα ζημιωθεί εάν άλλες χώρες ακολουθήσουν το παράδειγμα των ΗΠΑ.
O υπουργός Εμπορίου του Καναδά Φρανσουά Φιλίπ Σαμπάνιε χαρακτήρισε «απαράδεκτους» τους δασμούς, ενώ η υπουργός Εξωτερικών Υποθέσεων, Κρίστια Φρίλαντ έκανε λόγο για «μέτρα, που θα απαντούν στις αποφάσεις των ΗΠΑ», εάν αυτές γίνουν πράξη.
Η Βραζιλία απείλησε με «πολυμερείς ή διμερείς» δράσεις, που θα προασπίζουν τα συμφέροντά της, κάτι που σημαίνει ότι δεν αποκλείεται να επιδιώξει κοινή προσφυγή με άλλες χώρες στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου.
Ο Αυστραλός υπουργός Εμπορίου, Στίβεν Κίόμπο, από την πλευρά του προειδοποίησε πως η επιβολή των μέτρων θα προκαλούσε στρεβλώσεις στο εμπόριο και θα οδηγούσε σε μεγάλες απώλειες θέσεων εργασίας.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι τον κώδωνα του κινδύνου για εν δυνάμει εμπορικό πόλεμο είχε κρούσει, προ ημερνών, ο γενικός γραμματέας του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, επισημαίνοντας ότι μπορεί να ξεσπάσει ανά πάσα στιγμή.