Δυναμική που οδηγεί στη συγκέντρωση του πολιτικού σκηνικού και squeeze out των περιφερειακών και αδύναμων παιχτών διαμορφώνονται από τις κινήσεις του Αλέξη Τσίπρα και του Κυριάκου Μητσοτάκη, οι οποίοι φαίνεται να επενδύουν στην πολύπλευρα τροφοδοτούμενη πόλωση για να ενισχύσουν τις δυνάμεις τους, να σταθεροποιήσουν τον κύκλο επιρροής τους και να επιβληθούν στους εν δυνάμει αντιπάλους τους.
Η ένταση που δημιουργήθηκε από τη διαδοχική ανάδειξη εθνικών θεμάτων και σκανδάλων ανάγκασε το πολιτικό προσωπικό να ευθυγραμμιστεί δεσμευτικά με τις κομματικές γραμμές, ενώ παράλληλα ο ανασχηματισμός της κυβέρνησης από τον Αλέξη Τσίπρα και το δόγμα της αμφίπλευρης διεύρυνσης του Κυριάκου Μητσοτάκη ασκούν ισχυρές πιέσεις στον χώρο του κέντρου.
Ο πρωθυπουργός κατέστησε σαφή την κεντροαριστερή στροφή της κυβέρνησης, εισάγοντας τον Φώτη Κουβέλη στο κυβερνητικό σχήμα, ενισχύοντας τον αντιπρόεδρο Γιάννη Δραγασάκη και περιορίζοντας τις θέσεις του κυβερνητικού εταίρου, ΑΝΕΛ, στην κυβέρνηση. Η υφή του ανασχηματισμού αποτρέπει την πολιτική του εκμετάλλευση επί μακρόν και αφήνει ανοιχτή την περιορισμένη κριτική επί προσώπων, καθώς δεν υπάρχουν οι αλλαγές που θα απαιτούνταν για να στοιχειοθετηθεί το σενάριο αλλαγής πολιτικής.
Από την άλλη πλευρά ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας ξεκαθάρισε το δόγμα της αμφίπλευρης διεύρυνσης. έχοντας ήδη καλύψει πολιτικά τα συλλαλητήρια, με την εισδοχή της Κατερίνας Μάρκου, η οποία αν και δεν διαθέτει πολιτικό κεφάλαιο, ωστόσο, σε συνδυασμό με τον Βασίλη Οικονόμου, συνιστούν ένα μπλοκ μέσα στην παράταξη το οποίο θα μπορούσε να εξελιχθεί σε πόλο έλξης για απομονωμένο πολιτικό προσωπικό. Παράλληλα, η απόλυτη κάλυψη που παρείχε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στα στελέχη που φέρονται να εμπλέκονται στην υπόθεση Novartis αναγκάζει την ομάδα στελεχών που πρόσκεινται στον Αντώνη Σαμαρά να αυτοπεριοριστούν στα μείζονα ζητήματα και να ενισχύσουν την ηγετική φυσιογνωμία και την εξουσία του αρχηγού του κόμματος, καθώς είναι de facto ο βασικός υπερασπιστής τους στη δημόσια σφαίρα.
Οι συνθήκες πολιτικού stress που καλλιεργήθηκαν, πόλωσαν και την κοινωνία, ανακόπτοντας -έστω και προσωρινά- τις τάσεις αποσυσπείρωσης των μεγάλων κομμάτων και βοηθώντας σε μια πιο ειλικρινή καταγραφή των κοινωνικών τάσεων. Η υψηλή ένταση, τα μείζονα ζητήματα και η ταχεία εναλλαγή θεμάτων στην επικαιρότητα είναι ένα πολιτικό μοτίβο που συνήθως συναντάται σε προεκλογικές περιόδους, ωστόσο, σε αυτή την περίπτωση φαίνεται να χρησιμοποιείται από τους πολιτικούς αρχηγούς σκηνικό για μια εικονική αναμέτρηση δυνάμεων που συμβάλλει στην εδραίωση της εξουσίας τους και την παγίωση του πολιτικού πλαισίου.
Με τα εθνικά θέματα ανοιχτά, τις πιέσεις από εταίρους και συμμάχους και την αντιπαράθεση NATO-ΕΕ με τη Ρωσία να διαμορφώνουν ένα ιδιαίτερα επίφοβο μονοπάτι μέχρι την έξοδο της χώρας από το Μνημόνιο. Παράλληλα, η οικονομία αν και σε τροχιά ανάκαμψης παραμένει ιδιαίτερα εύθραυστη, καθώς οι αγορές βασίζουν τις θετικές τους προσδοκίες στην πολιτική σταθερότητα στο εσωτερικό και στην αρμονική συνεργασία με τους δανειστές.
Συνεπώς, η ανάπτυξη πολιτικών πρωτοβουλιών που θα προκαλούσαν την Ευρωπαϊκή προοπτική που σκιαγραφείται στο δόγμα διεύρυνσης με την ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων, θα αποτελούσε μια κίνηση υψηλού πολιτικού ρίσκου που θα έθετε τον εμπνευστή της απέναντι στο ευρωπαϊκό διευθυντήριο και το NATO, αφήνοντας ταυτόχρονα τη χώρα έκθετη στις βουλές του καιροσκόπου Ερντογάν, ενώ θα την καθιστούσε εν δυνάμει μοχλό αποσταθεροποίησης της ΕΕ, στα ακροδάκτυλα του Βλάντιμιρ Πούτιν.
Ο ρόλος της Τουρκίας τόσο στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο όσο και στα Βαλκάνια είναι ένα “wild card” καθώς ο Ταγίπ Ερντογάν κινείται με γνώμονα τις προεδρικές εκλογές ου 2019 και επιδιώκοντας να ανακτήσει τη διεθνή του νομιμοποίηση καθώς και άμεσης εκπλήρωσης οικονομικά και πολιτικο-διπλωματικά οφέλη για να πείσει την κοινωνία στα μεγάλα αστικά κέντρα.
Την εικόνα ολοκληρώνει η εντεινόμενη αντιπαράθεση μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Δημοκρατίας, καθώς η ρητορική βρίσκεται σε επίπεδα 1989, οι εξεταστικές επιτροπές για μια σειρά από σκάνδαλα εν αναμονή ή σε εξέλιξη, ενώ τα ενικά θέματα και η έξοδος από το Μνημόνιο κρατούν την επικαιρότητα σε ράγες, τουλάχιστον μέχρι το τέλος του καλοκαιριού. Σε αυτό το σκηνικό, οι πολιτικοί αρχηγοί έχουν αρκετό χρόνο για να εδραιώσουν την κυριαρχία τους στο εσωτερικό και να σμιλέψουν τις κομματικές τους θέσεις, καθώς η χώρα θα βρεθεί σε μακρά εκλογική περίοδο αμέσως μετά την έξοδο από το πρόγραμμα στήριξης και την επίλυση του Σκοπιανού. Ο χρόνος, δε, των εκλογών θα προσδιοριστεί τότε, δυναμικά, από τον έχων το πλεονέκτημα της υψηλότερης συσπείρωσης στις κομματικές του γραμμές.