Να διαμορφώσει ικανές αποστάσεις και να εκπέμψει διακριτικό πολιτικό στίγμα παραμένοντας εντός πλαισίου επίτευξης λύσης επιχείρησε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, εκμεταλλευόμενος την πρόσθετη δημοσιότητα που δίδεται στο θέμα λόγω της επίσημης ενημέρωσης από τον πρωθυπουργό, Αλέξη Τσιπρα.
Η συνάντηση στο Μέγαρο Μαξίμου που διήρκεσε 45 λεπτά, ξεκίνησε και ολοκληρώθηκε χωρίς δηλώσεις αλλά και ήχο, κατόπιν αιτήματος του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας, ένδειξη της προσπάθειας δημιουργίας κλίματος πολιτικής αντιπαράθεσης και για να αποφευχθούν (παρ)ερμηνείες των δηλώσεων.
Στη συνέχεια ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης πραγματοποίησε δηλώσεις από το γραφείο του στη Βουλή:
«Kλείνει ένα παράθυρο ευκαιρίας, η κυβέρνηση προβαίνει σε παραχωρήσεις χωρίς ανταλλάγματα για τη χώρα μας, ο κατακερματισμός της λύσης σε επιμέρους θέματα δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός. Οι χειρισμοί Τσίπρα δεν μπορούν να πείσουν τους Έλληνες, το ζήτημα των Σκοπίων αφορά την εθνική συνείδηση, δεν θα διχάσουμε τους Έλληνες. Ο κ Τσίπρας επέλεξε να προχωρήσει σε αυτό τον δρόμο μόνος τους, ας μην ψάχνει για συνενόχους».
Η τακτική αυτή δείχνει ότι χρειάστηκε να διαβουλευθεί με στενούς του συνεργάτες μετά την ενημέρωση από τον πρωθυπουργό, ενώ επέλεξε το γραφείο στη Βουλή θέλοντας να στείλει θεσμικό μήνυμα και όχι κομματικό.
Το κλίμα είναι πολωμένο τόσο στην Αθήνα όσο και στα Σκόπια, καθώς κόμματα και φορείς δεν θέλουν να χάσουν επαφή και επιρροή στην κοινωνία, καθώς ο χρόνος διπλωματικής επώασης του ζητήματος λήγει το καλοκαίρι, σύμφωνα με τον οδικό χάρτη που έχουν συμφωνήσει όλες οι πλευρές.
Δεδομένου ότι αυτή τη στιγμή η συζήτηση βρίσκεται σε εμβρυακό στάδιο πολιτικά και διπλωματικά έχει μόλις εδραιωθεί το πρώτο επίπεδο εμπιστοσύνης, μετά την άτυπη συνάντηση του Αλέξη Τσιπρα με τον Ζόραν Ζάεφ στο Νταβός, οποιοδήποτε κλίμα συναίνεσης θα δημιουργούσε την αίσθηση παρασκηνιακών συμφωνιών στο πολιτικό σύστημα και θα υπέσκαπτε τόσο την προσπάθεια διατήρησης ερεισμάτων στην κοινωνία όσο και τις διαπραγματεύσεις, αυτές καθαυτές.
Αν και επισήμως η προοπτική χάραξης εθνικής διαπραγματευτικής γραμμής θεωρείται ανύπαρκτη, οι δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν αποκλείεται να εντάσσονται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο πολιτικής πίεσης ως μοχλός διαπραγματευτικής πίεσης, σκηνικό που έχει στηθεί ξανά στην Ελλάδα μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Υπ αυτό το πρίσμα η τοποθέτηση του
“η κυβέρνηση προβαίνει σε παραχωρήσεις χωρίς ανταλλάγματα για τη χώρα μας”
μπορεί να ερμηνευθεί ως πίεση για πρόσθετα ανταλλάγματα και όχι ως απόρριψη της λύσης στη βάση του ονόματος. Αυτό ενισχύεται και από την ένσταση στη διαπραγματευτική τακτική με τη φράση:
κατακερματισμός της λύσης σε επιμέρους θέματα δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός
καθώς δεν απορρίπτει επίσης τη λύση στη βάση ονόματος, αλλά σε τεχνικό επίπεδο την διαπραγματευτική γραμμή της κυβέρνησης.
Οι αποχρώσεις αυτές μπορεί να μη γίνονται εύκολα αντιληπτές από τα ελληνικά media και την κοινή γνώμη, έχουν όμως απήχηση σε συγκεκριμένο διεθνές ακροατήριο, μεταφέροντας τη θέση ότι η αντιπολίτευση μπορεί να μείνει εντός πλαισίου καθώς δεν διαφωνεί επί της ουσίας, αλλά επί της διαδικασίας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι πριν τη συνάντηση με τον Αλέξη Τσίπρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε συναντηθεί, εκτάκτως, με τον πρέσβη των ΗΠΑ, στη διάρκεια της οποίας, σύμφωνα με πηγές της Νέας Δημοκρατίας, ο αρχηγός του κόμματος διατύπωσε τις θέσεις του κόμματος, όπερ αυτά που δήλωσε από το γραφείο του στη Βουλή.
Από την άλλη πλευρά το Μαξίμου προέβη σε κινήσεις καλής θέλησης και εδραίωσης πολιτικής εμπιστοσύνης, τονίζοντας την ανάγκη ουσιαστικού διαλόγου μακριά από μικροκομματικές σκοπιμότητες.
«Η χώρα ιδίως και στην Εξωτερική της Πολιτική έχει συνέχεια, και αυτή την συνέχεια σεβόμαστε και προεκτείνουμε στο σήμερα και στο αύριο»
είπε μεταξύ άλλων ο πρωθυπουργός στον σύντομο διάλογο που είχε με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες, το απόγευμα της Παρασκευής