Στις επιπτώσεις της έντονης μεταβλητότητα του ευρώ και τις αιτίες πίσω απ αυτή επικεντρώθηκε η συζήτηση στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ που συνεδρίασε νωρίτερα και αποφάσισε, όπως αναμενόταν, τη διατήρηση των επιτοκίων και του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης στα ίδια επίπεδα.
Ειδικότερα, κατά τη σημερινή του συνεδρίαση το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ αποφάσισε ότι το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα παραμείνουν αμετάβλητα σε 0,00%, 0,25% και -0,40% αντιστοίχως.
Το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένει ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ θα παραμείνουν στα σημερινά τους επίπεδα για παρατεταμένη χρονική περίοδο και πολύ πέραν του χρονικού ορίζοντα διενέργειας των καθαρών αγορών στοιχείων ενεργητικού.
Όσον αφορά τα μη συμβατικά μέτρα νομισματικής πολιτικής, το Διοικητικό Συμβούλιο επιβεβαιώνει ότι σκοπεύει να συνεχίσει να πραγματοποιεί καθαρές αγορές στοιχείων ενεργητικού, στο εξής ύψους 30 δισεκ. ευρώ μηνιαίως, μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου του 2018 ή και αργότερα, εφόσον χρειαστεί, και πάντως έως ότου το Διοικητικό Συμβούλιο διαπιστώσει μια διαρκή προσαρμογή της πορείας του πληθωρισμού η οποία να είναι συμβατή με την επιδίωξή του για τον πληθωρισμό.
Εάν οι προοπτικές καταστούν λιγότερο ευνοϊκές ή οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες παύσουν να υποστηρίζουν την περαιτέρω πρόοδο προς μια διαρκή προσαρμογή της πορείας του πληθωρισμού, το Διοικητικό Συμβούλιο παραμένει έτοιμο να αυξήσει το μέγεθος και/ή τη διάρκεια του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (asset purchase programme – APP). Το Ευρωσύστημα θα επανεπενδύει τα ποσά από την εξόφληση τίτλων αποκτηθέντων στο πλαίσιο του προγράμματος APP κατά τη λήξη τους για παρατεταμένη χρονική περίοδο μετά την ολοκλήρωση των καθαρών αγορών στοιχείων ενεργητικού και πάντως για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται αναγκαίο. Αυτό θα συμβάλλει τόσο σε ευνοϊκές συνθήκες ρευστότητας όσο και σε μια κατάλληλη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής.
Μείζον θέμα για την ΕΚΤ παραμένει η εφαρμογή του νέου κανονιστικού πλαισίου για τη διαχείριση κινδύνων και τα κόκκινα δάνεια, για την αναβολή του οποίου δέχεται πιέσεις τόσο από τραπεζίτες όσο και από πολιτικούς καθώς και μέσω διαρροών στα media.
Ο Μάριο Ντράγκι εξέφρασε και τον προβληματισμό του για την πρόσφατη αυξημένη μεταβλητότητα στις αγορές, μιλώντας στη συνέντευξη Τύπου μετά τις αποφάσεις νομισματικής πολιτικής της τράπεζας.
“Η πρόσφατη μεταβλητότητα στις αγορές συναλλάγματος αποτελεί πηγή ανησυχίας όσον αφορά τις επιπτώσεις στην πορεία του πληθωρισμού και αυτό χρειάζεται να το παρακολουθήσουμε τις επόμενες εβδομάδες”,
δήλωσε ο πρόεδρος της ΕΚΤ.
Σημείωσε ότι είναι ακόμα νωρίς για να διαπιστωθεί εάν οι κινήσεις αυτές στις αγορές συναλλάγματος έχουν επηρεάσει το outlook του πληθωρισμού.
“Είναι όμως λογικό, μεγάλες κινήσεις να έχουν αντίκτυπο”,
πρόσθεσε.
Ταυτόχρονα υπενθύμισε ότι οι υπουργοί Οικονομικών των ανεπτυγμένων οικονομιών έχουν δεσμευτεί να απέχουν από ανταγωνιστικές υποτιμήσεις. “Θα πρέπει να αναρωτηθούμε αν οι κινήσεις αυτές οφείλονται σε εσωτερικές εξελίξεις ή δηλώσεις ή άλλους εξωτερικούς παράγοντες”, ανέφερε ο Draghi “φωτογραφίζοντας” τον υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ Steven Mnuchin ο οποίος σε δηλώσεις του στο Νταβός επισήμανε ότι ένα αδύναμο δολάριο θα είναι καλό για τις εμπορικές συναλλαγές των ΗΠΑ.
Μεταξύ των μελών του Δ.Σ. της ΕΚΤ, πρόσθεσε ο Draghi,
“υπάρχει ανησυχία για την αυξημένη μεταβλητότητα [στην αγορά συναλλάγματος] και αυτό αφορά συνολικά όχι μόνο τις ισοτιμίες, αλλά το ίδιο το καθεστώς των διεθνών σχέσεων αυτή την περίοδο”.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ διαβεβαίωσε πάντως ότι η αυξημένη μεταβλητότητα δεν έχει οδηγήσει την ΕΚΤ να αλλάξει στάση όσον αφορά τις προοπτικές του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης που εφαρμόζει.
“Παρά την πρόοδο που έχουμε σημειώσει, δεν μπορούμε να πούμε ακόμα ότι έχουμε νικήσει και έχουμε επαναφέρει τον πληθωρισμό εκεί που θέλουμε. Οι ανοδικές πιέσεις παραμένουν υποτονικές, ο υποκείμενος πληθωρισμός δεν δείχνει σημάδια ανοδικής πορείας, οι πληθωριστικές προσδοκίες παραμένουν αμετάβλητες σε γενικές γραμμές. Σε αυτό το πλαίσιο επιβεβαιώνουμε την πολιτική μας για συνέχιση των αγορών στο ύψος των 30 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του Σεπτεμβρίου του 2018 και αργότερα εάν χρειαστεί”.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ κάλεσε παράλληλα τις χώρες της Ευρωζώνης να προχωρήσουν σε σύσταση δημοσιονομικών αποθεμάτων ασφαλείας, υπογραμμίζοντας ότι αυτό είναι ιδιαιτέρως σημαντικό σε χώρες όπου το δημόσιο χρέος παραμένει υψηλό.
“Όλες οι κυβερνήσεις θα θέλουν να έχουν περιθώρια ελιγμών αργότερα όταν οι συνθήκες δεν θα είναι τόσο ευνοϊκές”, επισήμανε.
“Τώρα είναι η κατάλληλη περίοδος με την οικονομία να επεκτείνεται και τα επιτόκια να είναι πολύ χαμηλά”.