Σαφείς ενδείξεις βελτίωσης της κατάστασης των ελληνικών τραπεζών αναγνωρίζουν Κομισιόν και Τράπεζα της Ελλάδας, εστιάζοντας στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, αν και παραμένουν ιδιαίτερα ευάλωτες σε μακροοικονομιούς κινδύνους.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, μείωση 0,6% καταγράφηκε στα μη εξυπηρετούμενα διάνεια στην Ελλάδα το β’ τρίμηνο 2017 (49,2%) σε σχέση με έναν χρόνο νωρίτερα (49,8%), σύμφωνα με έκθεση της Κομισιόν.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΚΤ, το ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων μειώθηκε από 47,2% τον Ιούνιο του 2016 σε 46,9% τον Ιούνιο του 2017. Ωστόσο, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια του ιδιωτικού τομέα παρουσίασαν ελαφρά άνοδο, από 50,5% τον Ιούνιο του 2016 σε 50,6% τον Ιούνιο του 2017.
Στην έκθεση αναφέρεται ότι η μείωση των κόκκινων δανείων παραμένει το κύριο συστατικό τη πολιτικής που υιοθετήθηκε στην Ελλάδα σε ό,τι αφορά τον χρηματοπιστωτικό τομέα, στο πλαίσιο του προγράμματος βοήθειας.
Όπως τονίζεται, η μικρή αύξηση στο ποσοστό τους μπορεί να συνδεθεί με την καθυστερημένη εφαρμογή των όρων του προγράμματος, καθώς και με τις παρατεταμένες διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης του τρίτου προγράμματος.
Στην επισκόπηση του Ελληνικού Χρηματοπιστωτικού Συστήματος η ΤτΕ εκτιμά, ότι το εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα παραμένει ευάλωτο σε μακροοικονομικές και χρηματοπιστωτικές διαταραχές, παρόλο που οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα εμφανίζονται ευοίωνες.
Η Τράπεζα της Ελλάδος καλεί τα πιστωτικά ιδρύματα, στο αμέσως προσεχές διάστημα να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την επίτευξη των επιχειρησιακών τους στόχων για την μείωση των «κόκκινων» δανείων, οι οποίοι για τα επόμενα δύο έτη χαρακτηρίζονται υψηλοί και φιλόδοξοι.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, «οι τράπεζες επιβάλλεται να διευρύνουν το ταχύτερο δυνατόν τις λύσεις που προτείνουν στους δανειολήπτες και να προχωρήσουν στη λήψη πιο δραστικών αποφάσεων, ιδίως όσον αφορά τις ενέργειες αναδιάρθρωσης βιώσιμων επιχειρήσεων, τον εντοπισμό των στρατηγικών κακοπληρωτών και την εφαρμογή οριστικής λύσης για τις μη βιώσιμες επιχειρήσεις».
Σενάριο που έχει επεξεργαστεί η ΤτΕ, προβλέπει ότι ακόμη και αν οι τράπεζες πωλούσαν στο 3% της ονομαστικής τους αξίας το 64,7% του χαρτοφυλακίου των μη εξυπηρετουμένων επιχειρηματικών και καταναλωτικών δανείων (29,8 δισ. ευρω), ο δείκτης κεφαλαιακής τους επάρκειας δεν θα υποχωρούσε κάτω από το 12,5%.