Δηλώσεις της διευθύντριας του RT που αποδεικνύουν, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι το κανάλι δρα ως βραχίονας της ρώσικης κυβέρνησης, λαμβάνοντας παράλληλα μέρος σε επιχειρήσεις παραπληροφόρησης κατά άλλων χωρών, αποκάλυψε το Εργαστήριο Ψηφιακής Εγκληματολογίας του Ατλαντικού Συμβουλίου (DFRLab), ενώ τις πιστοποιεί αναδεικνύοντας το θέμα η ευρωπαϊκή, East Stratcom Task Force, που έχει αποστολή την αντιμετώπιση των fake news του Κρεμλίνου.
Σύμφωνα με τη μετάφραση δηλώσεων της Margarita Simonyan, που πραγματοποιήθηκαν το 2012, το RT είναι απαραίτητο “για τον ίδιο λόγο με τον οποίο η χώρα χρειάζεται ένα Υπουργείο Άμυνας”. Το RT είναι ικανό να «διεξάγει πόλεμο πληροφοριών ενάντια σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο» χρησιμοποιώντας «το όπλο πληροφοριών», εξήγησε η Simonyan. Σύμφωνα με την Simonyan, ο στρατηγικός στόχος του RT είναι να «κατακτήσει» και να «διευρύνει ένα κοινό» προκειμένου να είναι σε θέση να αξιοποιήσει την πρόσβαση σε αυτό το ακροατήριο σε «κρίσιμες στιγμές».
Οι δηλώσεις της Simonyan δημοσιεύθηκαν σε αγγλική μετάφραση σε πρόσφατο άρθρο του Εργαστηρίου Ψηφιακής Εγκληματολογίας του Ατλαντικού Συμβουλίου. Το DFRLab εντόπισε δύο συνεντεύξεις που πραγματοποίησε η Simonyan στη ρωσική ημερήσια εφημερίδα Kommersant το 2012 και στη ρωσική διαδικτυακή πύλη ειδήσεων Lenta το 2013. Το γενικό μήνυμα της διευθύντριας του RT είναι – ότι η αποστολή του μέσου είναι να χρησιμοποιεί πληροφορίες για σκοπούς που παραδοσιακά χειρίζονται οι στρατιωτικές δυνάμεις – με παρόμοιο βαθμό ασφαλείας από υψηλόβαθμους πολιτικούς και στρατιωτικούς ηγέτες στη Ρωσία.
Το άρθρο του DFRLab αναλύει επίσης τις θέσεις που διατυπώνουν, πλέον, η Simonyan και άλλοι εκπρόσωποι ρωσικών κρατικών μέσων ενημέρωσης, υποστηρίζοντας ότι το RT είναι καλύτερο από άλλα μέσα ενημέρωσης, όπως το BBC. Στην ανάλυσή του, η DFRLab περιλαμβάνει μια σειρά αποφάσεων από την ρυθμιστική αρχή τηλεπικοινωνιών στο Ηνωμένο Βασίλειο, Ofcom, οι οποίες υπογραμμίζουν ότι το RT δεν πληροί συστηματικά τις ελάχιστες προδιαγραφές για δίκαιη και αμερόληπτη αναφορά, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τη δυνατότητα να αποκαλείται “δημοσιογραφικό”.