Στην επικαιρότητα και με ένταση επανέρχεται η υπόθεση των σχέσεων του Ντόναλντ Τραμπ με τη Ρωσία, καθώς ο πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας, Μάικλ Φλιν, κατέληξε σε συμφωνία με το FBI δηλώνοντας ένοχος για το αδίκημα της ψευδούς κατάθεσης, παρέχοντας παράλληλα πληροφορίες και νέες καταθέσεις για ανθρώπους του κύκλου του προέδρου των ΗΠΑ αλλά και για τις πρακτικές που ακολούθησαν.
Αν και η συμφωνία ανακοινώθηκε, με τη μορφή παραδοχής ενοχής, σήμερα, το θέμα ήταν σίγουρα γνωστό στους κύκλους του Λευκού Οίκου νωρίτερα, γεγονός που σε ένα βαθμό αιτιολογεί τις απεγνωσμένες προσπάθειες του Ντόναλντ Τραμπ να αλλάξει την ατζέντα της δημοσιότητας με επιθέσεις κατά της Βρετανίδας πρωθυπουργού, Τερέζα Μέι, με την αναδημοσίευση ισλαμοφοβικών video και τις εμπρηστικές δηλώσεις κατά του Κιμ Γιονγκ Ουν.
Παρ’ όλα αυτά η απαγγελία κατηγορητηρίου κατά του Μάικλ Φλιν κυριαρχεί στις ειδήσεις της ημέρας, ενώ η προοπτική αποκάλυψης στοιχείων για τις επαφές του επιτελείου του Ντόναλντ Τραμπ με παράγοντες του κύκλου του Κρεμλίνου, πυροδοτούν νέα σενάρια, ανοίγοντας έναν ακόμη κύκλο πολιτικής ανασφάλειας.
Ενδείξεις για συνεργασία του Μάικλ Φλιν με το FBI είχε δει το φως της δημοσιότητας πριν από περίπου μια εβδομάδα, όταν η νομική του ομάδα ανακοίνωσε τη διακοπή επικοινωνιών με το επιτελείου του Ντόναλντ Τραμπ.
Οι αποκαλύψεις, σύμφωνα με το τηλεοπτικό δίκτυο ABC News, έχουν ήδη ξεκινήσει, καθώς ο Φλιν εμφανίζεται έτοιμος να καταθέσει ότι ο Ντόναλντ Τραμπ «του έδωσε οδηγίες να έρθει σε επαφή με τους Ρώσους».
Σύμφωνα με τους ομοσπονδιακούς εισαγγελείς, ο Μ. Φλιν είχε μιλήσει με υψηλόβαθμα στελέχη του επιτελείου Τραμπ για τις συζητήσεις που είχε με τον πρεσβευτή της Ρωσίας στην Ουάσινγκτον, Σεργκέι Κίσλιακ, οι οποίες αφορούσαν τις αμερικανικές κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας. Φέρεται να μίλησε με «υψηλόβαθμο στέλεχος» που βρισκόταν στο θέρετρο του Ντόναλντ Τραμπ, στο Μαρ-α-Λάγκο της Φλόριντας, τον Δεκέμβριο του 2016 και συζήτησαν τι θα έλεγε στον Σ. Κίσλιακ.
Με βάση το κατηγορητήριο, ο Μάικλ Φλιν έλαβε επίσης οδηγίες από κάποιο μέλος του επιτελείου Τραμπ να επικοινωνήσει με αξιωματούχους άλλων χωρών για να επηρεάσει, ώστε να καθυστερήσει ή να μην περάσει, ένα ψήφισμα που επρόκειτο να τεθεί σε ψηφοφορία στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ τον Δεκέμβριο του 2016.
Στο ομοσπονδιακό δικαστήριο όπου παρουσιάστηκε ο πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας είπε ότι η απόφασή του να συνεργαστεί με τον ειδικό εισαγγελέα ελήφθη επειδή ήταν «προς το συμφέρον της οικογένειάς του και των ΗΠΑ». Αναγνώρισε επίσης ότι οι πράξεις τις οποίες ομολόγησε ήταν λανθασμένες.
Από τον Λευκό Οίκο ανακοινώθηκε ότι, διαμέσου του νομικού συμβούλου, Τάι Κομπ, ότι τίποτε από όσα ομολόγησε ο Φλιν δεν εμπλέκει τον Ντ. Τραμπ ή οποιονδήποτε άλλο νυν αξιωματούχο του Λευκού Οίκου σε αξιόποινες πράξεις. Σημείωσε δε ότι οι ψευδείς αναφορές του πρώην συμβούλου στο FBI ήταν οι ίδιες που οδήγησαν στην απομάκρυνσή του, τον Φεβρουάριο του 2017, από τη θέση του.
Αξίζει να σημειωθεί ότι για ψευδή κατάθεση στο FBI δήλωσε ένοχος και ο Τζορτζ Παπαδόπουλος, επίσης σύμβουλος του Ντόναλντ Τραμπ, πρόσωπο το ρόλο του οποίου ο Λευκός Οίκος προσπαθεί να υποβαθμίσει.
Κατηγορίες για 12 αδικήματα, μεταξύ των οποίων και συνωμοσία σε βάρος των ΗΠΑ, ξέπλυμα βρόμικου χρήματος, έχουν απαγγελθεί σε βάρος του πρώην διευθυντη της καμπάνιας του Ντόναλντ Τραμπ, Πολ Μάναφορτ και του Ρικ Γκέις πρώην συμβούλου.