Θετικός για την πορεία της ελληνικής οικονομίας είναι σε γενικές γραμμές ο ΟΟΣΑ, εκφράζει όμως ανησυχίες και ζητά βελτιώσεις σε μια σειρά από πεδία, προωθώντας σχεδιασμούς που διαφοροποιούνται αρκετά από τις πολιτικές της κυβέρνησης και της απαιτήσεις των θεσμών.
Σύμφωνα με την έκθεσή του ο ΟΟΣΑ εκφράζει ανησυχία για την κατανομή των δαπανών του κοινωνικού κράτους, ζητώντας τη αναπροσαρμογή της χρηματοδότησης από τις συνταξιοδοτικές δαπάνες στην ενίσχυση των προγραμμάτων για νέους. Παράλληλα ο ΟΟΣΑ εκφράζεται θετικά για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα και τη βελτίωση του φοροεισπρακτικού μηχανισμού.
Οι συντάκτες της έκθεσης εστιάζουν στο χρέος και τα NPL ως τις δυο βασικές προκλήσεις που καλείται η Ελλάδα να αντιμετωπίσει προκειμένου να επιτύχει μια ισχυρή και πιο δίκαιη ανάπτυξη, καλώντας για συντονισμένη δράση και σαφείς στόχους.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση ο ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ αναμένεται στο 2,3% το 2018 και στη συνέχεια να υποχωρήσει στο 2% το 2019. Η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις θα οδηγήσουν στην ανάκαμψη, ανταποκρινόμενες στη μειωμένη πολιτική αβεβαιότητα και σταδιακά στη βελτίωση των οικονομικών συνθηκών.
Οι εξαγωγές θα συνεχίσουν να αυξάνονται, στηριζόμενες στην αύξηση της εξωτερικής ζήτησης. Η επιτάχυνση των εισαγωγών θα αφαιρεθεί από την ανάπτυξη το 2019. Η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα μειώνεται, αλλά παραμένει εξαιρετικά μεγάλη, περιορίζοντας τις πιέσεις των τιμών και των μισθών.
Το πλεόνασμα του προϋπολογισμού βρίσκεται σε τροχιά υπέρβασης του στόχου του 2017, χάρη στη βελτιωμένη φορολογική συμμόρφωση και τις περιορισμένες δαπάνες. Απαιτείται περαιτέρω πρόοδος όσον αφορά την αντιμετώπιση των καθυστερημένων φορολογικών οφειλών. Η μείωση των υψηλών επιπέδων φτώχειας, ιδίως μεταξύ των νέων, παραμένει επείγουσα. Το πρόγραμμα εγγυημένου ελάχιστου εισοδήματος είναι ένα πρώτο βήμα ευπρόσδεκτο, αλλά η συνολική κοινωνική προστασία πρέπει να επαναπροσδιοριστεί. Η πρόσφατη ανασκόπηση των δαπανών εντόπισε δημοσιονομικό χώρο για μια μέτρια επέκταση στοχοθετημένων κοινωνικών προγραμμάτων. Οι συνεχείς μεταρρυθμίσεις στην αγορά προϊόντων θα βελτιώσουν περαιτέρω την ανταγωνιστικότητα.
Το υψηλό δημόσιο χρέος της Ελλάδας και το μεγάλο απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων από τις τράπεζες αποτελούν πηγές οικονομικής ευπάθειας. Η τοποθέτηση του δημόσιου χρέους σε σταθερή καθοδική πορεία θα απαιτήσει βιώσιμες μεταρρυθμίσεις για την τόνωση του δυνητικού προϊόντος και της περαιτέρω αναδιάρθρωσης του χρέους. Το μεγάλο απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών αυξάνει τους κινδύνους και περιορίζει το δανεισμό των τραπεζών. Η σταδιακή μείωση και η εξάλειψη των μη εξυπηρετούμενων δανείων, εξασφαλίζοντας παράλληλα ότι οι τράπεζες διατηρούν επαρκή κεφαλαιακά αποθέματα, αποτελεί προτεραιότητα.
Μια σταδιακή ανάκαμψη αναδύεται
Η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του προγράμματος της ΕΕ τον Ιούνιο του 2017 ενίσχυσε την εμπιστοσύνη, υποστηρίζοντας τη δραστηριότητα. Η αύξηση της απασχόλησης στηρίζει τα εισοδήματα και την ιδιωτική κατανάλωση, αν και πολλές νέες θέσεις είναι προσωρινές ή με μερική απασχόληση και περιορίζονται τον κατώτατο μισθό.
Η βελτιωμένη ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας ενισχύει τις εξαγωγές αγαθών, ενώ η διεθνής ανάκαμψη αυξάνει τα έσοδα από τον τουρισμό. Η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα παραμένει σημαντική και οι πληθωριστικές και μισθολογικές πιέσεις είναι αδύναμες.
Η πρόσβαση των τραπεζών στη χρηματοδότηση βελτιώνεται. Αν και οι καταθέσεις που χάθηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης δεν έχουν ακόμα αποκατασταθεί, η πρόσβαση των τραπεζών στη διατραπεζική χρηματοδότηση αυξάνεται, ενώ η χρήση χρηματοδότησης έκτακτης ανάγκης από την κεντρική τράπεζα μειώνεται. Ωστόσο, οι τράπεζες συνεχίζουν να μειώνουν το δανεισμό. Τα ποσοστά των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) παραμένουν υψηλά, στο 36% των συνολικών δανείων στις αρχές του 2017.
Ανοικοδόμηση της τραπεζικής και φορολογικής αντοχής για ανάκαμψη χωρίς αποκλεισμούς
Η κυβέρνηση βρίσκεται σε καλό δρόμο για να επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού 2,2% του ΑΕΠ το 2017, υπερβαίνοντας το στόχο του προγράμματος. Οι συνεχιζόμενες βελτιώσεις στον φοροεισπρακτικό μηχανισμό και το τέλος των προσωρινών προγραμμάτων δαπανών υποστηρίζουν τον προϋπολογισμό και αντισταθμίζουν τις περικοπές των συντελεστών φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων και την αυξημένη κρατική κατανάλωση. Η μειωμένη αβεβαιότητα όσον αφορά τα δημόσια οικονομικά οδήγησε σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας και στη μείωση των διαφορών στο δημόσιο χρέος και επέτρεψε στην κυβέρνηση να εκδώσει το πρώτο της ομόλογο μετά από τρία χρόνια. Η βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης και οι έλεγχοι των δαπανών αναμένεται να αυξήσουν τα πρωτογενή πλεονάσματα του προϋπολογισμού το 2018 και το 2019. Οι μεταρρυθμίσεις βελτιώνουν τη διακυβέρνηση των τραπεζών και μειώνουν το κόστος.
Έχει δημιουργηθεί ένα νέο πλαίσιο για την επίλυση του NPL και οι τράπεζες έχουν εκπληρώσει τους αρχικούς στόχους. Οι τράπεζες είναι καλά κεφαλαιοποιημένες, αλλά η ποιότητα του κεφαλαίου είναι αβέβαιη, καθώς υπάρχει και η ρύθμιση των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων. Οι κεφαλαιακοί έλεγχοι παραμένουν σε ισχύ, ενώ ένας χάρτης πορείας περιγράφει τη μελλοντική τους χαλάρωση. Η αρχική οικονομική ανάκαμψη δεν έχει ακόμη μειώσει τη φτώχεια. Τα υφιστάμενα προγράμματα κοινωνικής προστασίας αποτελούνται κυρίως από τη συντάξεις και οφέλη για συνταξιούχους, παρέχοντας περιορισμένη στήριξη στους νέους. Το σύστημα κοινωνικής προστασίας μπορεί να επικεντρωθεί καλύτερα στην προστασία των οικογενειών, ιδίως εκείνων που έχουν παιδιά και γονείς χωρίς εργασία, από την απότομη άνοδο της φτώχειας. Το εγγυημένο ελάχιστο εισόδημα, το οποίο ξεκίνησε σε εθνικό επίπεδο το 2017, αποτελεί ένα βήμα προς την οικοδόμηση ενός πιο δίκαιου συστήματος, το οποίο θα απαιτήσει περισσότερο στοχοθετημένα προγράμματα, όπως τα γεύματα στα σχολεία και τα οφέλη για την οικογένεια και τη στέγαση.
Η βελτίωση των επενδύσεων θα ενισχύσει την ανάκαμψη
Ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ αναμένεται να ενισχυθεί το 2018 και να παραμείνει σταθερός το 2019. Οι επενδύσεις σε επιχειρήσεις και κατοικίες αναμένεται να ανακάμψουν, μετά από 10 χρόνια συρρίκνωσης, καθώς βελτιώνονται οι συνθήκες χρηματοδότησης και η εμπιστοσύνη. Οι επιπτώσεις των πρόσφατων μεταρρυθμίσεων των προϊόντων και της αγοράς εργασίας θα στηρίξουν την ανταγωνιστικότητα.
Η ενίσχυση της απασχόλησης και ο χαμηλός πληθωρισμός θα στηρίξουν την ιδιωτική κατανάλωση. Η ανάκαμψη των εγχώριων δαπανών θα επιταχύνει προοδευτικά τις εισαγωγές σε σχέση με τις εξαγωγές, με τις καθαρές εξαγωγές να συμβάλλουν αρνητικά στην αύξηση του ΑΕΠ το 2019.
Τα υψηλά επίπεδα δημόσιου χρέους και των μη εξυπηρετούμενων δανείων καθιστούν τις οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας ιδιαίτερα ευαίσθητες σε τυχόν αποκλίσεις στην πολιτική. Η βραδύτερη πρόοδος στην αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα μειώσει την εμπιστοσύνη, τις επενδύσεις και τη δραστηριότητα. Το υψηλότερο κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, ιδίως μετά το κλείσιμο του προγράμματος της ΕΕ τον Αύγουστο του 2018, θα μπορούσε να επηρεάσει δυσμενώς τα δημόσια οικονομικά και την ευρύτερη εμπιστοσύνη, περιορίζοντας την ανάπτυξη. Η πρόσθετη αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους θα επιταχύνει τα οφέλη όσον αφορά την πρόσβαση στη χρηματοδότηση και στη δραστηριότητα. Η σημαντική πρόοδος στο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων θα αυξήσει την παραγωγικότητα και τις επενδύσεις περισσότερο από όσο προβλέπεται.