Σταθερές διατήρησε τις προοπτικές του ελβετικού τραπεζικού συστήματος ο οίκος αξιολόγησης Moody’s, με αναφορά στην μέτρια αλλά συνεχή ανάπτυξη της οικονομίας, η οποία θα διασφαλίσει σταθερό και λειτουργικό περιβάλλον για τους δανειστές.
Η κερδοφορία αναμένεται επίσης να παραμείνει σταθερή. Οι ελβετικές τράπεζες επωφελήθηκαν από τις θετικές επιπτώσεις από το χαμηλότερο κόστος χρηματοδότησης, τα σταθερά περιθώρια κέρδους στοιχείων ενεργητικού και τα τις περιορισμένες επιβαρύνεις από δάνεια μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Αυτοί οι παράγοντες βοήθησαν στην αντιστάθμιση της διαρκούς πίεσης στα έσοδα που ασκούν τα για παρατεταμένη περίοδο χαμηλά επιτόκια.
Αντίθετα, μια ξαφνική αύξηση επιτοκίων θα μπορούσε να προκαλέσει βραχυπρόθεσμα απώλεια κερδών. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η σημαντική αναπροσαρμογή των τόκων που καταβλήθηκαν για το μεγάλο μερίδιο των ελβετικών τραπεζών στις βραχυπρόθεσμες καταθέσεις λιανικής δεν θα αντισταθμιζόταν άμεσα από τις υψηλότερες αποδόσεις του ενεργητικού.
Η Moody’s προβλέπει ότι η ελβετική οικονομία θα επεκταθεί με ρυθμό 1,7% το 2018. Οι βελτιωμένες οικονομικές προοπτικές υποστηρίζονται από τη σταθερή εγχώρια κατανάλωση και την αύξηση των εξαγωγών. Το πολύ χαμηλό ποσοστό ανεργίας και η υψηλή ρευστότητα των νοικοκυριών θα υποστηρίξουν την ικανότητα των ελβετικών δανειοληπτών να αποπληρώσουν το χρέος τους.
“Ο όγκος των προβληματικών δανείων έχει κρατηθεί κάτω από το 1% των ακαθάριστων δανείων από το 2013 και θα παραμείνει πολύ χαμηλός”, δήλωσε ο Michael Rohr, αντιπρόεδρος και ανώτερος υπάλληλος πίστης στο Moody’s. “Οι ελβετικές τράπεζες θα διατηρήσουν επίσης υψηλά κεφαλαιακά αποθέματα στους συμμαθητές τους, επαρκή για να απορροφήσουν ακόμη και μεγάλες απώλειες”.
Οι ελβετικές τράπεζες με υψηλά αποθέματα κεφαλαίου αντικατοπτρίζουν επίσης την εστίαση των ρυθμιστικών αρχών στη διατήρηση αυστηρών κεφαλαιακών απαιτήσεων Ο συνολικός συντελεστής Βασικών Κεφαλαίων της Βασιλικής Τράπεζας Tier 1 της Ελβετίας ήταν 16,9% στις 30 Ιουνίου 2017.
Η προοπτική εκφράζει την προσδοκία του Moody’s για το πώς θα εξελιχθεί η πιστοληπτική ικανότητα των τραπεζών τους επόμενους 12-18 μήνες.