Σκάνδαλο μεγατόνων με επίκεντρο Ευρωπαίους δικαστές που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του νομικού συστήματος και μέχρι πρότινος της εκτελεστικής εξουσίας του Κοσόβου (EULEX) ξετυλίγεται προκαλώντας κλυδωνισμούς τόσο στην ευαίσθητη χώρα αλλά και ευρύτερα στα Βαλκάνια, ενώ συνταράσσει τις Βρυξέλλες και τη Χάγη, καθώς το ICC εμπλέκεται ενεργά σε υποθέσεις και έχει ίδια άποψη για τις εξελίξεις, αν και η ΕΕ προσπαθεί να επιβάλλει ομερτά.
Αν και εκ πρώτης όψεως η υπόθεση αποτελεί μια ιδιαίτερα τεταμένη αντιπαράθεση αξιωματούχων που χάθηκε ο έλεγχος, με μια πιο προσεκτική ματιά αναδεικνύονται πολύ βαθύτερες ρίζες. Υπό το πρίσμα των γεωπολιτικών εξελίξεων, το σκάνδαλο, αποτελεί ένδειξη του πολέμου εξουσιών στο Κόσοβο και καμπανάκι για απώλεια ελέγχου της χώρας, τη στιγμή που η αντιπαράθεση NATO-Ρωσίας για τη διαμόρφωση σφαιρών επιρροής στα Βαλκάνια κορυφώνεται με επίκεντρο την γειτονική πΓΔΜ, την Αλβανία, το Μαυροβούνιο και η Σερβία.
Οι επαναλαμβανόμενες καταγγελίες, το πόρισμα του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου για την υποαπόδοση της αποστολής, τις μεθοδεύσεις χωρών που συμμετείχαν, τους ακατάλληλους δικαστές που ορίζονταν και οι διαπίστωση της εκτεταμένης διαφθοράς στο Κόσοβο που εντόπισε ακόμα και η απαλλακτική έκθεση της Επιτρόπου Φεντερίκα Μογκερίνι το 2015, είναι σαφείς ενδείξεις διάβρωσης, παρακμής και πολιτικής ανεπάρκειας που υποσκάπτουν όχι μόνο τη λειτουργία του θεσμού αλλά και την ίδια τη δυνατότητα της ΕΕ να αναλαμβάνει τόσο ευρείς ρόλους.
Το θέμα του σκανδάλου έχουν αναλύσει διεξοδικά και συνεχίζουν να ερευνούν το politico και το BIRN, ωστόσο όπως η έρευνά τους καταδεικνύει και οι καταγγελίες του παραιτηθέντος προέδρου επιβεβαιώνουν, το ζήτημα είναι εξόχως και πρωτίστως πολιτικό.
Με τις δίκες πρώην αρχηγών του απελευθερωτικού στρατού του Κοσσυφοπεδίου (UCK) να βρίσκονται σε εξέλιξη και πολιτικό σύστημα να αποτυγχάνει να βρει σημείο ισορροπίας, ενώ την ίδια στιγμή η χώρα κατηγορείται ως κοιτίδα τρομοκρατών και με το NATO και τη Ρωσία να παίζουν όλα τους τα χαρτιά στην περιοχή, είναι δύσκολο να προσδιοριστούν κίνητρα και πυροκροτητές εξ αποστάσεως και δια γυμνού οφθαλμού.
Εσωτερικά γίνεται προσπάθεια να αποδοθεί η τρέχουσα αντιπαράθεση και οι προηγούμενες στην μείωση του προσωπικού και τους εσωτερικούς ανταγωνισμούς που αναπτύσσονται εξαιτίας της πολιτικής αυτής, ενώ παράγοντες επικαλούνται την έρευνα του 2015 που υπογράφει η Ύπατη Εκπρόσωπος της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική, Φεντερίκα Μογκερίνι, κατά την οποία δεν προέκυψαν στοιχεία για παρακολουθήσεις τηλεφώνων και μίζες, όπως υποστήριζε μια καταγγελία εισαγγελέως που τελικά αποπέμφθηκε.
Η υπόθεση όμως, είναι σαφώς πιο περίπλοκη, με την υπόθεση του 2014 να αποτελεί την πρώτη έκρηξη και σύγκρουση μεταξύ Βρετανών και ΕΕ στο πλαίσιο της EULEX, η οποία φαίνεται να έχει βάθος και εύρος και πολιτικά-γεωπολιτικά κίνητρα.
Σύμφωνα με τις καταγγελίες του αρχι-δικαστή που αποχώρησε, του είχε ζητηθεί να καταδικάσει συγκεκριμένο πρόσωπο ώστε να μην μπορέσει να είναι υποψήφιος στις εκλογές, κίνηση που αν αντιμετωπιστεί στο ευρύτερο πλαίσιο της αποστολής της EULEX “φωνάζει” ότι πρόκειται για πράξη πολιτικής κάθαρσης ή ακόμα και πογκρόμ μιας ομάδας έναντι μιας άλλης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο σημερινός πρόεδρος του Κοσόβου και μέχρι πρότινος πρωθυπουργός, ήταν ο επικεφαλής του UCK, ο οποίος αθωώθηκε για εγκλήματα πολέμου, ενώ πιέζει ώσστε να μην καταδικαστούν σύντροφοί του.
Το χρονικό
Η αποστολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εδραίωση του κράτους Δικαίου στο Κοσσυφοπέδιο, γνωστή ως EULEX, κλυδωνίστηκε την Πέμπτη, καθώς η παραίτηση του αρχι-δικαστή της, Βρετανού Malcolm Simmons, συνοδεύτηκε από δριμύ κατηγορώ για διαπλοκή, διαφθορά και προσωπικές αντιπαραθέσεις που υποσκάπτουν το ρόλο και το κύρος της αποστολής. Στις κατηγορίες απάντησε η EULEX με ανακοίνωση επισημαίνοντας ότι ο ίδιος ο Simmons αποτελεί στόχο πολλών ερευνών για υποτιθέμενες σοβαρές παρατυπίες.
Ωστόσο, το μπαράζ αλληλοκατηγοριών ήταν το τελευταίο σκάνδαλο που έπληξε τον οργανισμό, ο οποίος έχει ετήσιο προϋπολογισμό 50 εκατομμυρίων ευρώ και απασχολεί περίπου 800 υπαλλήλους. Από την ανάπτυξή του το 2008, η επιτυχία της αποστολής αποτελεί crash test της ικανότητας της ΕΕ να μετατρέψει και να εμπεδώσει την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας σε συγκεκριμένη δράση.
Οι δικαστές, οι εισαγγελείς και η αστυνομία της ΕΕ διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στη μικρή βαλκανική χώρα το 2008, λίγο μετά την ανεξαρτησία της από τη Σερβία. Η EULEX ανέπτυξε προσωπικό 3.000 ατόμων και υποσχέθηκε να εδραιώσει κράτος δικαίου, ώστε να χαλιναγωγήσει την πολιτική τάξη που προέκυψε από τον πόλεμο του Κοσσυφοπεδίου το 1998-1999 με τη Σερβία. Οι αξιωματούχοι της EULEX περιέγραψαν τους στόχους τους ως “μεγάλα ψάρια” – οι πολέμαρχοι εξελίχθηκαν σε πολιτικούς αναπτύσσοντας όμως δεσμούς με το οργανωμένο έγκλημα.
Η αποστολή δεν ήταν εύκολη, ωστόσο εμπειρία υπήρχε καθώς αντίστοιχες καταστάσεις είχαν αντιμετωπιστεί σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.Το Κοσσυφοπέδιο μαστίζεται από τη διαφθορά, το οργανωμένο έγκλημα και από έναν πολιτικό φαύλο κύκλο.
Ενώ το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (ICC) αντιμετώπισε τα εγκλήματα πολέμου, η EULEX και το δικαστικό σύστημα του Κοσσυφοπεδίου ανέλαβαν τη διαχείριση πολλών άλλων εξαιρετικά ευαίσθητων υποθέσεων.
Η EULEX είχε άμεσο εκτελεστικό ρόλο μέχρι το 2014, πράγμα που σήμαινε ότι οι διεθνείς εισαγγελείς είχαν τον κύριο ρόλο και ότι οι δικαστικές επιτροπές είχαν περισσότερους διεθνείς δικαστές από τους τοπικούς. Σύμφωνα με τους διεθνείς υπαλλήλους της EULEX, έως ότου τερματιστεί η εκτελεστική εξουσιοδότηση, κανένας τοπικός εισαγγελέας δεν συνέβαλλε στις έρευνες για εγκλήματα πολέμου, δυσχεραίνοντας το έργο της ευρωπαϊκής task force.
Όπως αναφέρουν το Politico και το BIRN, το 2012, το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο διαπίστωσε ότι η EULEX ήταν αναποτελεσματική και παρεμποδίστηκε από καθυστερήσεις και προβλήματα στην επιλογή προσωπικού. Η έκθεση ανέφερε ότι 11 χώρες μέλη πρότειναν υποψήφιους ακατάλληλους για τις θέσεις.
Το 2014, η πρώην εισαγγελέας της EULEX Maria Bamieh, που αποσπάστηκε από την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, κατηγόρησε την αποστολή για πλημμελή διερεύνηση υπόθεσης δωροδοκίας Ιταλού Δικαστή, καταγγελίες για την οποία που είδαν το φως της δημοσιότητας. Σύμφωνα με τα media Ιταλός δικαστής φέρεται να δωροδοκήθηκε με 300.000 ευρώ. Εν συνεχεία η Bamieh απολύθηκε και μήνυσε την EULEX για παράνομη διακοπή της σχέσης εργασίας.
Αργότερα, διεξήχθη έρευνα από την επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, Φεντερίκα Μογκερίνι, η οποία το 2015 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αποστολή δεν ήταν ένοχη όσον αφορά τους ισχυρισμούς της Bamieh, αλλά τα συμπεράσματά της ευθυγραμμίζονται με την έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου του 2012 ότι «η διαφθορά είναι πανταχού παρούσα» στο Κοσσυφοπέδιο.
Τώρα ο επίσης Βρετανός, αρχι-δικαστής Σίμονς παραιτήθηκε καταγγέλοντας hacking από άλλον δικατή στα e-mail του, πολιτικές παρεμβάσεις και διαφθορά, με την EULEX να απαντά ότι και ο ίδιος ο Σίμος βρίσκεται υπό διερεύνηση για πολλές και βαριές κατηγορίες, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι αντίστοιχα διερευνώνται και οι δικές του καταγγελίες.
Ερωτηθείς για τους ισχυρισμούς του παραιτηθέντος αρχι-δικαστή Σίμονς, ο πρωθυπουργός του Κοσσυφοπεδίου Ράμους Χαραντινάι, δήλωσε ότι η EULEX είχε καλούς επαγγελματίες στις τάξεις της. “Είναι πιστοί στο κράτος Δικαίου. Αλλά … υπάρχει κάποια ανησυχία, από καιρόν εις καιρόν, για την ποιότητα και τα πρότυπα που χρησιμοποιούνται», δήλωσε σε συνέντευξή του στο POLITICO την Πέμπτη.