Η τρομοκρατία διεθνώς ανάγεται σε βασικό πρόβλημα, η ασφάλεια σε βασικό ζητούμενο και οι κοινωνίες, οι δυτικές κυρίως, τροφοδοτούνται με ανασφάλεια από τους πολιτικούς, τα media και οι πολίτες βιώνουν απερίγραπτους ελέγχους εν ονόματι αυτών σε κάθε τους κίνηση. Παρά τη διάχυτη αίσθηση, τον διαρκή ειδησεογραφικό βομβαρδισμό και την πολιτική εκμετάλλευση του θέματος, τα στοιχεία δείχνουν ότι η τρομοκρατία όμως δεν είναι σε έξαρση, τουλάχιστον όχι στο δυτικό ημισφαίριο.
Με βάση το γεωπολιτικό ρίσκο, τις εν εξελίξει συγκρούσεις και τον κίνδυνο ανάφλεξης η τρομοκρατία βρίσκεται σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα, ιδιαίτερα στην Ευρώπη, που σε προηγούμενες δεκαετίας η κατάσταση ήταν πραγματικά έκρυθμη. Ακόμα όμως και σε επίπεδο περιστατικών ή απωλειών η τρομοκρατική δραστηριότητα είχε ενισχυθεί τα προηγούμενα χρόνια, απέχοντας όμως από τα επίπεδα που βρισκόταν τη δεκαετία του 1970, του 1980 και έως τα μέσα του 90.
Η πολιτική εκμετάλλευση όμως της τρομοκρατίας, είναι αυτή που δημιουργεί κλίμα, πολώνει και απομονώνει κοινωνίες και διασπά συνεκτικούς δεσμούς μεταξύ ανθρώπων και πολιτισμών, υποσκάπτοντας αιώνες κοινωνικής προόδου, επαναφέροντας στο προσκήνιο διχαστικές νοοτροπίες και αναδεικνύοντας παρωχημένες αντιπαραθέσεις.
Όπως προκύπτει από στα στατιστικά στοιχεία της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας των ΗΠΑ, τόσο διαχρονικά όσο και για το 2016 οι θάνατοι από καιρικά φαινόμενο, τα περισσότερα εκ των οποίων οφείλονται στην κλιματική αλλαγή, είναι περισσότεροι από τους αντίστοιχους που οφείλονται στη τρομοκρατία σε ολόκληρο το δυτικό ημισφαίριο. Ήτοι το 2016 στις ΗΠΑ 440 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από φυσικά φαινόμενα, όταν οι νεκροί από την τρομοκρατία ήταν κάτω από 100 και στη Δυτική Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας λιγότεροι από 400.
Η εικόνα περιπλέκεται ακόμη περισσότερο εισαχθεί η παράμετρος της ακροδεξιάς τρομοκρατίας, η οποία τροφοδοτείται από την πληθωρισμένη φημολογία για την τρομοκρατία από τη Μέση Ανατολή. Από τα στατιστικά της αμερικανικής κυβέρνησης είναι προκύπτει ότι από το 2001 έως το 2016 το 47% των θυμάτων από τρομοκρατικές ενέργειες αποδίδονται σε ακροδεξιά βία.
Στη σύγχρονη ιστορία, αρχής γενομένης από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο η τρομοκρατία είναι είτε αίτιο, είτε συνέπεια μεγαλύτερων γεγονότων.
Ήταν η δολοφονία του αρχιεπισκόπου Franz Ferdinand στο Σεράγεβο, μια πράξη τρομοκρατίας -με σύγχρονους όρους- αποτέλεσε την αφορμή για τη μεγαλύτερη αιματοχυσία που είχε γνωρίσει έως τότε η ανθρωπότητα. Σήμερα δύσκολα θα ξεκινούσε ένας πόλεμος με αφορμή μια πολιτική δολοφονία, αποδεικνύοντας πως οι σύγχρονες πολιτικό-κοινωνικές δομές έχουν εδραιώσει δικλείδες ασφαλείας, μαθαίνοντας από την ιστορία.
Στη συνέχεια το 1972, ο “Μαύρος Σεπτέμβρης” (μια ένοπλη παλαιστινιακή οργάνωση) χτύπησε στο Μόναχο σκοτώνοντας τα μέλη της Ολυμπιακής ομάδας του Ισραήλ. Ενώ το ίδιο έτος καταγράφεται ως πλέον αιματηρό με τα γεγονότα στη Βόρεια Ιρλανδία.
Μόλις 13 χρόνια αργότερα, τρομοκρατικές οργανώσεις διενήργησαν πολλαπλές επιθέσεις σε πολιτικούς στόχους: TWA Flight 847, ιταλικό κρουαζιερόπλοιο και αεροδρόμια στη Βιέννη και στη Ρώμη. Το 1986, η κυβέρνηση της Λιβύης, υπό την ηγεσία του Μουαμάρ Γκαντάφι, υποστήριξε επίθεση σε κέντρο διασκέδασης στο Δυτικό Βερολίνο.
Ο Ρόναλντ Ρέιγκαν δήλωσε ότι το 1986 ήταν η χρονιά “ο κόσμος, επιτέλους, αντιμετώπισε την πληγή της τρομοκρατίας”. Δύο χρόνια αργότερα ακολούθησε ο η συντριβή του αεροσκάφους της πτήσης 103 της PanAm στο Λόκερμπι της Αγγλίας, την ευθύνη για την οποία επίσης αποδέχθηκε ο Γκαντάφι, το 2003, καταβάλλοντας και αποζημιώσεις στις οικογένειες των θυμάτων
Το σκηνικό που έχει διαμορφωθεί και το οποίο βιώνουμε, δεν είναι πρωτόγνωρο και σίγουρα ότι το πιο αιματοβαμμένο, εξαιτίας της τρομοκρατίας. Τα μέτρα όμως που λαμβάνονται για την αντιμετώπισή της είναι, πρωτοφανή σε έκταση και βάθος αλλοιώνοντας το ύφος και την ποιότητα των Δημοκρατιών και επηρεάζοντας τον δυτικό τρόπο ζωής.
Η τρομοκρατία είναι ιστορικά συνυφασμένη με τη ζωή στην Ευρώπη. Στην πραγματικότητα, περισσότεροι άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από τρομοκρατικές επιθέσεις στη δεκαετία του 1970 και του 1980 από ό, τι σε οποιαδήποτε πρόσφατη δεκαετία.
Βαρκελώνη: Μάχη ISIS-Ισπανίας-Καταλανών για τη γη και την αυτοδιάθεση
Αυτό που συνέβη στην Ισπανία φέτος, ωστόσο, δεν αφορά μόνο τις τάσεις στην τρομοκρατία στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Οι επιθέσεις στη Βαρκελώνη και στο Cambrils δεν συνέβησαν μόνο στην Ισπανία. Έλαβαν χώρα στην Καταλονία, μια περιοχή της Ισπανίας εκείνη την περίοδο βρισκόταν στην τελική ευθεία για τη σύγκρουση με το κεντρικό κράτος, η ανεξαρτησία θα ήταν ευχής έργο και για το Ισλαμικό Κράτος, το οποίο διατηρεί δεσμούς.
Μερικούς μήνες νωρίτερα, η καταλανική κυβέρνηση ανακοίνωσε σχέδια για διεξαγωγή δημοψηφίσματος ανεξαρτησίας την 1η Οκτωβρίου, οδηγώντας την πόλωση στα άκρα και δημιουργώντας την κατάλληλη αφορμή για την εκδήλωση και άλλων “κινημάτων” που παρέμεναν σε υπολανθάνουσα κατάσταση.
Για την Ισπανία, η Καταλονία είναι μέρος του ισπανικού έθνους-κράτους. Η Καταλονία όμως ακόμα και σήμερα αμφιταλαντεύεται, σημαντική μερίδα Καταλανών κάνοντας επίκληση στις αρετές της αυτοδιάθεσης, επιδιώκει την ανεξαρτησία. Αν και σε θεωρητικό επίπεδο αυτό ακούγεται λογικό και δίκαιο, η τάση αυτή καλλιεργεί το έδοφος στο οποίο ευδοκιμούν οι τακτικές του Ισλαμικού Κράτους.
Η απάντηση είναι βαθιά χωμένη στην ιστορία της περιοχής, όχι όμως άγνωστη και σίγουρα όχι συνωμοσιολογική. Η Ισπανία δεν ανήκει στην Ευρώπη, τουλάχιστον κατά τη γνώμη του Ισλαμικού Κράτους. Η Ισπανία είναι μουσουλμανική γη. Οι Μάοι (Μαυριτανοί) κυβερνούσαν αυτή την περιοχή, γνωστή σε αυτούς ως al-Andalus, κατά διαστήματα από τον 8ο αιώνα έως τον 15ο αιώνα, όταν τελικά εκδιώχθηκαν εξ ολοκλήρου.
Το ισλαμικό κράτος βλέπει την Ισπανία ως τόπο που πρέπει να ανακτηθεί. Με το χαλιφάτο του Ισλαμικού Κράτους να συρρικνώνεται, να περιβάλλεται από όλες τις πλευρές από τους εχθρούς στη Μέση Ανατολή, πρέπει να εμπνεύσει τη στρατολόγηση νέων μαχητών. Επιτυχημένες επιθέσεις, ειδικά σε εδάφη που θεωρούνται ιστορικά δικά τους είναι αντιπροσωπευτικές του σκοπού.