Νέα, επικίνδυνη τροπή λαμβάνουν οι σχέσεις της Μεγάλης Βρετανίας με τη Ρωσία καθώς η Τερέζα Μέι επέλεξε να επιτεθεί στη Μόσχα και τον Βλάντιμιρ Πούτιν, ενώπιον κορυφαίων επιχειρηματιών, για ηλεκτρονική κατασκοπεία και προσπάθεια να υποσκάψει τις δυτικές κοινωνίες και τη Δημοκρατία.
Η πρωθυπουργός της Βρετανίας δεν έμεινε όμως εκεί, έγινε συγκεκριμένη, συνεχίζοντας από προηγούμενες δηλώσεις της, που είχε αποκαλύψει ότι έχει δει στοιχεία που αποδεικνύουν προσπάθεια παρέμβασης της Ρωσίας στις Βρετανικές εκλογές του 2016, κατηγόρησε τη Ρωσία για παρέμβαση σε εκλογές, hacking στη Bundetag, το υπουργείο Άμυνας της Δανίας, μεταξύ άλλων. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι Τερέζα Μέι απέφευγε να τοποθετηθεί ανοιχτά τις Ρωσίας επί μακρόν και η αλλαγή στάσης εγείρει ερωτηματικά για ενδεχόμενες σκοπιμότητες.
Κάνοντας ένα ακόμα σαφές βήμα κλιμάκωσης έστειλε μήνυμα λέγοντας ότι “Ξέρουμε τι κάνετε και δεν θα πετύχετε”, ενώ συνεχίζοντας αναφέρθηκε στην ανθεκτικότητα των δημοκρατικών θεσμών και τη δύναμη των ανοιχτών κοινωνιών.
Η επίθεση της Μέι στον Πούτιν ακολουθεί την προσπάθεια του Ντόναλντ Τραμπ για επαναπροσέγγιση με τη Ρωσία, δηλώνοντας ότι πιστεύει τον Πούτιν, που διαψεύδει ανάμειξή του στις αμερικανικές εκλογές, τη στιγμή που η Γερουσία και το FBI έχουν αυξανόμενα στοιχεία για το αντίθετο.
Επίσης, τα σχόλια της Μέι αναμένεται να αποτελέσουν σημείο τριβής για την προγραμματισμένη επίσκεψη του Βρετανού υπουργού Εξωτερικών, Μπόρις Τζόνσον, στη Μόσχα αυτό το μήνα. Στο παρελθόν, σε αντίστοιχη συγκυρία προγραμματισμένη επίσκεψη του Τζόνσον στη Ρωσία είχε ματαιωθεί.
Υπάρχει όμως και άλλη μια παράμετρος στις δηλώσεις της Τερέζα Μέι, η μικροπολιτική, καθώς αντιμετωπίζει ιδιαίτερα δυσχερές εσωτερικό περιβάλλον, βάλλεται εσωκομματικά, αποδυναμώνεται και βρίσκεται σε αδιέξοδο για το Brexit με την ΕΕ. Υπ αυτό το πρίσμα η αλλαγή της πολιτικής ατζέντας και η αντιπαράθεση με έναν “τίμιο” και “ασφαλή” εχθρό μπορεί να ανατρέψει το κλίμα και να αναγκάσει τους Τορις και την ΕΕ να στηρίξουν τη Μέι, έναντι κοινού εχθρού.