Τη συμφωνία για τη δημιουργία Ευρωστρατού στη βάση της κοινής πρότασης που κατέθεσαν Γαλλία και Γερμανία, υπογράφουν σήμερα στο Κοινό Συμβούλιο Εξωτερικών και Άμυνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης 22 συνολικά χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, η οποία έχει ορίσει και τον αρχηγό της Ευρωπαϊκής Δύναμης, μέχρι το Νοέμβριο του 2019.
Σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής δεδομένα ρόλο στη νέα δύναμη θα έχει και η Μεγάλη Βρετανία, παρά την επικείμενη αποχώρησή της, ωστόσο όχι κομβικό, αλλά κυρίως για την ανταλλαγή πληροφοριών και τη διαμόρφωση ενός επιπέδου συνεργασίας, κλείνοντας έτσι το πρώτο ζήτημα του Brexit. Εκτός βρίσκεται η Δανία, ενώ η Πολωνία, η Αυστρία, Ιρλανδία και Μάλτα δεν έχουν λάβει τελικές αποφάσεις.
H πλατφόρμα που προωθούσε το Παρίσι αναδείκνυε τις γαλλικές ένοπλες δυνάμεις σε πυρήνα ενός πλήρους Ευρωπαϊκού στρατού, που θα σήμαινε πρακτικά την άρδην αλλαγή της κουλτούρας της ΕΕ, καθώς η νέα δύναμη θα είχε τη δυνατότητα να αναλαμβάνει κάθε κλίμακας αποστολές και να επιφορτιστεί παράλληλα με την ασφάλεια των ευρωπαϊκών συνόρων. Όπερ σημαίνει ότι τα κράτη-μέλη θα δεσμεύονται από αποφάσεις ανάληψης στρατιωτικής δράσης, οι οποίες θα κινούνταν ακόμα και ενάντια στα συμφέροντά τους, ή θα κλιμάκωναν κινδύνους.
Αυτό το σχέδιο συνάντησε μεγάλες αντιδράσεις, κυρίως στην Ανατολική Ευρώπη, όπου το NATO κρίνεται επαρκής σχηματισμός και επιδιώκεται η εμπέδωσή του στην ΕΕ και όχι η δημιουργία άλλης δύναμης που θα δρα μέσα από αποφάσεις της Κομισιόν και της ΕΕ.
Από την άλλη πλευρά η γερμανική πρόταση επιτυγχάνει να κάμψει τις ενστάσεις αυτών των χωρών, υποβιβάζοντας τη λειτουργικότητα σε στρατιωτικό επίπεδο, σε από στρατό, σε δύναμη ταχείας αντίδρασης, με μικρό αριθμό μόνιμων δυνάμεων και δυνατότητα ad hoc πρσσαρτήσεων.
Κοινός παρονομαστής των δυο προτάσεων η κεντρική διαχείριση των logistics των μονάδων, της ενοποίησης της Ευρωπαϊκής Αεροπορίας, που εστιάζει στις μεταφορές και την κάλυψη τμήματος των ανατολικών συνόρων, όπου χώρες όπως η Βουλγαρία δεν διαθέτουν επαρκείς αεροπορικές δυνάμεις. Παράλληλα Γαλλία και Γερμανία επιδιώκουν την άμεση δημιουργία κοινής αρχιτεκτονικής των εθνικών στρατών, ώστε να ενισχυθεί η διαλειτουργικότητα, στόχος που μπορεί να επιτευχθεί έναν 10ετή σχεδιασμό αμυντικών δαπανών και τη δημιουργία ενιαίας ραχοκοκαλιάς οπλικών συστημάτων.
Η προσπάθεια αυτή εκτός από τον διακηρυγμένο στόχο της βελτίωσης των δομών και της ενίσχυσης της διαδικασίας ολοκλήρωσης της ΕΕ, θέτει τις βάσεις για την ενίσχυση της Ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, την ενίσχυση της διαπραγματευτικής ισχύς της ΕΕ απέναντι στο NATO και τις προϋποθέσεις για έλεγχο αμυντικών δαπανών. Μεσοπρόθεσμα και εφόσον εμπεδωθεί η πολιτική αυτή οδηγεί σε έμμεσο εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ, καθώς τα αμυντικά κονδύλια των χωρών θα διοχετεύονται κατά προτεραιότητα σε γαλλικές, γερμανικές και ιταλικές εταιρίες υπό την ομπρέλα του κοινού σχεδιασμού.
Με τον τρόπο αυτό αποδυναμώνονται τα εργαλεία εξωτερικής πολιτικής που διαθέτουν οι εθνικές κυβερνήσεις, μεταξύ των οποίων είναι και οι αμυντικές δαπάνες και οι οποίες χρησιμοποιούνται για τη διαμόρφωση συμμαχιών, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας με τις ΗΠΑ.
Άμεσα αναμένεται η ενεργοποίηση ενός διαύλου συνεργασίας με το NATO, μέλη του οποίου είναι όλες οι χώρες που συμμετέχουν στον Ευρωστρατό. Σε fast track μπαίνει και η διαδικασία δημιουργίας του Κοινού Ευρωπαϊκού Αμυντικού Ταμείου, με κεφάλαια του προϋπολογισμού της ΕΕ και κρατικές συνεισφορές, με στόχο την ανάπτυξη κοινών τεχνολογιών και τις συντονισμένες αγορές οπλικών συστημάτων, σε δεύτερη φάση, εφόσον σχεδιαστεί η Κοινή Ευρωπαϊκή Αμυντική Διάρθρωση.
Η νέα Δύναμη θα αναλάβει την εποπτεία και συντονισμό των ανθρωπιστικών και ειρηνευτικών αποστολών στα Βαλκάνια, τη Λιβύη και την Αφρική καθώς και ενδεχόμενη ανάπτυξη δυνάμεων στην Ουκρανία. Σ