Μπορεί, μέχρι τώρα, το φθηνό χρήμα να εμπόδισε τη διάχυση του γεωπολιτικού ρίσκου στα χρηματιστήρια και τη μετάσταση των κρίσεων από το πολιτικό στο οικονομικό και επιχειρηματικό πεδίο, ωστόσο στο εξής, με τα επιτόκια να ανεβαίνουν, τις κεντρικές τράπεζες να αφαιρούν ρευστότητα από το σύστημα και τα μέτωπα να βαθαίνουν και να πολλαπλασιάζονται, οι αγορές θα αναγκαστούν να αποτιμήσουν τον παραγόμενο κίνδυνο στις τιμές των μετοχών.
Η εικόνα πλασματικής ευφορίας στα χρηματιστήρια, που δημιουργήθηκε από την άρνηση των επενδυτών να συνυπολογίσουν στις αποφάσεις τους τον παράγοντα του πολιτικού και γεωπολιτικού ρίσκου, φαίνεται ότι εξαντλείται.
Το παγκόσμιο γεωπολιτικό σκηνικό έχει εξελιχθεί από ναρκοπέδιο σε πεδίο μάχης καθώς, οι πολυεπίπεδες συγκρούσεις, η εισαγωγή της e-προπαγάνδας αποδυναμώνει θεσμούς και απενεργοποιεί ασφαλιστικές δικλείδες. Παράλληλα η αλλαγή νομισματικής πολιτικής σε Ευρώπη και ΗΠΑ ταυτόχρονα με την αύξηση των γεωπολιτικών κινδύνων ανεβάζει τον κίνδυνο μετάστασης κρίσεων.
Η Ευρώπη αναζητά λύσεις, ταυτότητα και ηγέτες καθώς η Γερμανία τελεί εν αναστολή μέχρι τον σχηματισμό κυβέρνησης, η Γαλλία αποδεικνύεται πολύ εσωστρεφής και η Ισπανία ταλανίζεται, ενώ η Κομισιόν παρακολουθεί παθητικά τις ισορροπίες να αναδιατάσσονται. Η Ρωσία καλύπτει τον χώρο που αφήνει η αλλαγή της αμερικανικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή, την Αρκτική και πιέζει στο Αφγανιστάν χρησιμοποιώντας τα Βαλκάνια ως διαπραγματευτικό χαρτί, ενώ ενθαρρύνει αποσχιστικές τάσεις εντός της ΕΕ, στην Ισπανία, την Αυστρία, την Τσεχία και υπογείως στην Πολωνία, δημιουργώντας αρκετά εσωτερικά προβλήματα ώστε να μην έχει τη δυνατότητα να αντιπαρατεθεί σε εξωτερικά μέτωπα.
Στις ΗΠΑ οι Ρεπουμπλικάνοι στηρίζουν τον Ντόναλντ Τραμπ στην προώθηση του νομοσχεδίου με τις φοροαπαλλαγές, θέλοντας κυρίως να αντισταθμίσουν εν μέρη το σοκ που προκαλεί στο σύστημα η Fed, καθώς περιορίζει επιθετικά τον ισολογισμό της και ανεβάζει τα επιτόκια, βασιζόμενη στις ενθαρρυντικές ενδείξεις από την αγορά εργασίας, την ανάπτυξη και τη βιομηχανία και αγνοώντας τους μισθούς και τον αδύναμο πληθωρισμό.
Με τον τρόπο αυτό ευελπιστούν να συντηρήσουν το θετικό κλίμα στις αγορές, κρατώντας σε λανθάνουσα κατάσταση το ρίσκο που προκύπτει από τη διακυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ και από την αλλαγή πολιτικής της Fed. Τώρα όμως το φθηνό χρήμα εξαντλείται, οι τράπεζες συσσωρεύουν ρευστότητα (ξανά) το ρίσκο στις οικονομικές συναλλαγές επανέρχεται και η πολιτικές αποφάσεις τιμολογούνται και μάλιστα με προοδευτικά αυξανόμενο συντελεστή, στις τιμές των μετοχών.
Για τη στιγμή αυτή έχει κατ επανάληψη προειδοποιήσει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, καλώντας τη Fed και την ΕΚΤ να διατηρήσουν την υπερχαλαρή νομισματική τους πολιτική, έτσι ώστε να ανακτήσουν ταχύτητα οι αναδυόμενες οικονομίες, να ολοκληρωθεί η στροφή της Κίνας και να δημιουργηθεί ο νέος πόλος στην οικονομία, ώστε να επανέλθει η κυκλικότητα στην παγκόσμια οικονομία και να καταστούν λειτουργικά τα σενάρια ενεργητικής αντιστάθμισης κινδύνου.
Αντ’ αυτού η σχεδόν παράλληλη απεμπλοκή Fed και ΕΚΤ από τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης, σε συνδυασμό με την κλιμάκωση των συγκρούσεων του Ντόναλντ Τραμπ στο εσωτερικό των ΗΠΑ, την εμβάθυνση του ρήγματος στις διμερείς σχέσεις με την Ευρώπη, την πολιτική αναζωπύρωσης μετώπων στη Μέση και Άπω Ανατολή, ενισχύουν της ανησυχίες και χωρίς τη ζώνη πυρασφάλειας που δημιουργούσαν οι πολιτικές των κεντρικών τραπεζών, η μετάσταση της κρίσης από το γεωστρατηγικό επίπεδο στα χρηματιστήρια και εν συνεχεία στις οικονομίες, δεν είναι απλά βέβαιη, αλλά εν εξελίξει.
Ο νέος Ντόναλντ Τραμπ και εκδίκηση του παλιού
Στην εκπνοή των 200 ημερών της διακυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ, ο πρόεδρος των ΗΠΑ είχε ήδη περάσει δυο ριζικά λίφτινγκ του στενού και διευρυμένου του κύκλου, είχε χάσει τον έλεγχο της εξωτερικής πολιτικής και η κυβέρνησή του δεν είχε καταφέρει να περάσει ούτε ένα από τα εμβληματικά της νομοσχέδιο για το μεταναστευτικό και την αποδόμηση του obamacare, ενώ ο πρόεδρος αρκούνταν στην αντιπαράθεση με τα media.
Στο πρώτο εξάμηνο της προεδρίας του, ο Ντόναλντ Τραμπ, αναγκάστηκε σε δυο ανασχηματισμούς στον Λευκό Οίκο, από τους οποίους αποπέμφθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες, υπό το βάρος της έρευνας για τη Ρωσία, της αποτυχίας του αντιμεταναστευτικού διατάγματος, του ναυαγίου αντιμεταρρύθμισης του Obamacare και της αδυναμίας προώθησης της πολιτικής ατζέντας του προέδρου οι:
Στις 100 μέρες
- Πρώτος παραιτήθηκε ο Μάικλ Φλυν, σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ, υπό τη σκιά ανάρμοστων σχέσεων με Ρώσους
- Ακολούθησε η αναπληρώτρια προσωπάρχης του Λευκού Οίκου Κέιτι Γουώλς, αμέσως μετά την αποτυχία του νομοσχεδίου αντικατάστασης του Obamacare.
- Στη συνέχεια παραιτείται ο Στήβ Μπανον από τη θέση του επικεφαλής του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, όντας πολιτικός σύμβουλος του Ντόναλντ Τράμπ.
- Τέλος από τον Λευκό Οίκο απομακρύνεται η αναπληρώτρια σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας Καθλίν ΜακΦάρλαντ, στον απόηχο της όξυνσης των σχέσεων με τη Ρωσία και του βομβαρδισμού της Συρίας.
Στις 200 ημέρες
- Πρώτος παραιτείται ο διευθυντής επικοινωνίας του Λευκού Οίκου Μάικ Νοτύμπκε
- Ακολουθεί ο εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Σον Σπάισερ
- Ακολουθείται από τον προσωπάρχη του Λευκού Οίκου, Ρέινς Πρίμπους
και αυτός από το νέο διευθυντή επικοινωνίας Άντονι Σκαραμούτσι - Από του χάρου τα δόντια γλίτωσε κυριολεκτικά ο υπουργός Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, Τζεφ Σέσιονς, καθώς ο Τραμπ είχε αποκαλύψει δημοσίως τη δυσαρέσκειά του μετά τις αποφάσεις του στο πλαίσιο της έρευνας για τη Ρωσία. Τον Σέσιονς έσωσε ο νέος προσωπάρχης του Λευκού Οίκου και πρώην υπουργός Εθνικής Ασφαλείας αντιστράτηγος, Τζον Κέλι.
Τελικά από το κάδρο έφυγε και πολιτικός σύμβουλος του Ντόναλντ Τραμπ, Στηβ Μπάνον, ενώ ο πρόεδρος των ΗΠΑ αναγκάστηκε να απομονώσει και τον γαμπρό του, ώστε να αποφύγει τα πλήγματα και στον οικογενειακό του κύκλο.
Κυβερνούν οι στρατηγοί
Η νέα προσωπογεωγραφία του Λευκού Οίκου δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας για τη στρατιωτικοποίηση της κυβέρνησης των ΗΠΑ, ωστόσο η νέα ισορροπία δυνάμεων εμπνέει διεθνώς μεγαλύτερη αξιοπιστία και ασφάλεια από την προηγούμενη ερμαφρόδιτη κατάσταση.
Πλέον τους ρόλους κλειδιά στην ιεραρχία των ΗΠΑ έχουν στρατηγοί, εν ενεργεία και απόστρατοι με την προσθήκη ενός μόνο πολίτη, του υπουργού Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον.
- Προσωπάρχης του Λευκού Οίκου ο στρατηγός εν αποστρατεία Τζον Κέλι
- Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Ντόναλντ Τραμπ ο εν ενεργεία υποστράτηγος Χ.Ρ Μακμάστερ
- Υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ ο εν αποστρατεία στρατηγός Τζέιμς Μάτις
- Αρχηγός του γενικού επιτελείου των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων ο στρατηγός Τζόζεφ Ντάνφορντ.
Κάπου εκεί δόθηκε η εντύπωση ο Ντόναλντ Τραμπ χαλιναγωγήθηκε και προκειμένου να επιβιώσει θα αναζητήσει συμβιβασμούς, συναινέσεις και θα επιλέγει προσεκτικότερα τις συγκρούσεις του, με γνώμονα όχι μόνο τα ποσοστά αποδοχής του αλλά και την ανάγκη σταθεροποίησης της χώρας. Φευ, σύντομα και κλείνοντας το 9μηνο η κατάσταση έχει επιδεινωθεί, η σύγκρουση με το σύστημα εντείνεται, το ρήγμα με την Ευρώπη βαθαίνει και ο απομονωμένος Τραμπ “εκδικείται”.
Η επιμονή στην υπονόμευση της συμφωνίας για τα πυρηνικά του Ιράν, η προσέγγιση με το Ισραήλ, τη Σαουδική Αραβία και την Αίγυπτο και η υιοθέτηση μιας έντονα αμφισβητούμενης ατζέντας, οδήγησε στην αυτονόμηση του NATO, την εμβάθυνση του ρήγματος με την Ευρώπη και σε μια quid pro quo σχέση με την Κίνα, με τη Βόρεια Κορέα και τη Νότια Σινική Θάλασσα να αποτελούν τα επί τάπητος ζητήματα.
Η απομάκρυνση όμως από την Ευρώπη, δίνει χώρο στη Ρωσία, δημιουργώντας περισσότερες εντάσεις και επαναπροσδιορίζοντας τις ισορροπίες σε σειρά ανοιχτών μετώπων, από την Ουκρανία μέχρι το Ιράν και από το Αφγανιστάν μέχρι την Αρκτική.
Με τις προσωπικές πολιτικές του Ντόναλντ Τραμπ να οδηγούν σε συγκρούσεις, η Γερουσία των ΗΠΑ του αφαίρεσε τη δυνατότητα επιβολής και άρσης κυρώσεων έναντι άλλων χωρών, αναλαμβάνοντας το ρόλο του εγγυητή της λογικής και κατ ουσία του βασικού διαπραγματευτή των ΗΠΑ, υποσκάπτοντας σε μεγάλο βαθμό και τον υπουργό Εξωτερικών, Ρεξ Τίλερσον.
Ούτε αυτό ήταν αρκετό όμως, καθώς οι δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ και η εκμετάλλευση πλάγιων δρόμων, όπως η επιβολή οικονομικών κυρώσεων μέσω του υπυοργείου Οικονομικών συνεχίζουν να δυναμιτίζουν την κατάσταση στη Μέση ανατολή.
Στο κλείσιμο των 9 μηνών από την ανάληψη της προεδρίας από τον τον Ντόναλντ Τραμπ η εσωτερική αντιπαράθεση παίρνει νέα τροπή:
Ο ειδικός ανακριτής του FBI, Ρόμπερτ Μιούλερ απήγγειλε κατηγορίες σε βάρος δυο πρώην στενών συνεργατών του Τραμπ και ήρθε σε συμφωνία με τρίτο, στο πλαίσιο της έρευνας των σχέσεων του Ντόναλντ Τραμπ με τη Ρωσία και της ανάμειξης του Κρεμλίνου στις αμερικανικές εκλογές
- Ο πρώην διευθυντής καμπάνιας του Τραμπ, Πολ Μάναφορτ κατηγορείται για 12 αδικήματα, μεταξύ των οποίων ξέπλυμα βρόμικου χρήματος και συνωμοσία κατά των ΗΠΑ
- Ο πρώην σύμβουλος του Τραμπ και στενός συνεργάτης του Μάναφορτ Ρ. Γκέτις αντιμετωπίζει της ίδιες κατηγορίες
- Ο πρώην σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής της Καμπάνιας του Ντόναλντ Τραμπ, Τζορτζ Παπαδόπουλος, κρίθηκε ένοχος για ψευδείς ανωμοτί καταθέσεις στο FBI, αποφεύγοντας όμως κατηγορίες για παρεμπόδιση Δικαιοσύνης.
Με την υπόθεση να αναζωπυρώνεται, το Facebook και το twitter να επιβεβαιώνουν τα στοιχεία για ρωσική παρέμβαση στις αμερικανικές εκλογές με διαφημίσεις και πλαστό περιεχόμενο μέσω fake news, ο Ντόναλντ Τραμπ βρέθηκε ξανά στη γωνία.
Την ίδια στιγμή όμως ο πρόεδρος των ΗΠΑ φεύγει σε 12ήμερη περιοδεία στην Ασία και παράλληλα “αλυσιδωτές εκρήξεις” συγκλονίζουν το Χόλυγουντ, ένα από τα προπύργια επικριτών του προέδρου των ΗΠΑ και προοδευτικών, με στελέχη πρώτου επιπέδου και ηθοποιούς να βρίσκονται κατηγορούμενη για σεξουαλική παρενόχληση σε ένα σκάνδαλο που κινδυνεύει να εξελιχθεί σε sex-Gate, παρασέρνοντας ακόμα και τον υπουργό Άμυνας της Βρετανίας.