Κινήσεις που φαίνεται να αποσκοπούν στη δυναμική και de facto αναβίωση του Δόγματος Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας-Κύπρου πραγματοποιούν οι κυβερνήσεις των δυο χωρών, επωφελούμενες από τη διεθνή απομόνωση στην οποία έχει περιέλθει η Τουρκία, τις επιδεινούμενες σχέσεις της με ΗΠΑ, ΕΕ, Γερμανία και την αποδυνάμωση της θέσης της στο NATO. Σιωπηρά και χωρίς πομπώδεις ανακοινώσεις οι δυο χώρες ξεκίνησαν τις κοινές αμυντικές ασκήσεις που είχαν περιοριστεί και ατονίσει, ενώ παράλληλα χρησομοποιούν την τουρκική προκλητιότητα στο Αιγαίο, τις γεωτρήσεις και την ΑΟΖ για να δικαιολογήσουν και να επιβάλλουν την αναγκαιότητα ενεργοποίησης του σχεδίου, ενδεχομένως και υπό ευρωπαϊκό μανδύα στη συνέχεια.
Το ΔΕΑΧ αν και εδραιώθηκε το 1993 μέχρι το 2011 είχε τεθεί στο περιθώριο και εν τέλει δεν υπήρχε ούτε στα χαρτιά, αν και διπλωματικά και γεωστρατηγικά η αναγόρευσή του και μόνο αποτελούσε επιτυχία. Τώρα στόχος είναι η επαναφορά στην προτεραία κατάσταση, όπως αυτή διαμορφωνόταν από το 1993 έως τις αρχές του 20000 και σίγουρα προ του 2011.
Η διπλωματικά απομονωμένη και φθίνουσα τουρκική επιρροή, η υιοθέτηση από μέρους της Άγκυρας της στρατηγικής του “ταραξία της περιοχής” και η σύμπλευση με τη Ρωσία στη Συρία, αποτέλεσαν τις ιδανικές συνθήκες για την αναβίωση του ΔΕΑΧ. Η ραγδαία επιδείνωση των σχέσεων Άγκυρας-Ουάσιγκτον και Άγκυρας-Βρυξελλών και Βερολίνου καθιστούν την Ελλάδα καίριο και οριακό παίχτη εμπέδωσης ισχύος στην περιοχή.
Η διαρκώς κλιμακούμενη τουρκική προκλητικότητα στο Αιγαίο, η ανάγκη ενίσχυσης των δυνάμεων για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού και η προοπτική δημιουργίας Ευρωστρατού και ενιαίας ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής αναδεικνύονται σε εργαλεία υλοποίησης της νέας αυτής στρατηγικής και της de facto αναβίωσης του ΔΕΑΧ.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται οι πτήσεις ελληνικών μαχητικών στον κυπριακό εναέριο χώρο, η στάθμευσή τους σε κυπριακές βάσεις και η προσπάθεια της κυβέρνησης της Κύπρου για τη φιλοξενία κέντρου επιχειρήσεων του υπό σύσταση Ευρωστρατού αλλά και του NATO.
Πιο σαφής έγινε πρόσφατα μιλώντας σε εκπομπή στη κυπριακή τηλεόραση ο Κύπριος υπουργός Άμυνας, Χριστόφορος Φωκαΐδης, αποκαλύπτοντας ότι:
«Η παρουσία ελληνικών μαχητικών αεροσκαφών στην Κύπρο θα συνεχιστεί»
Μιλώντας στην εκπομπή του ΡΙΚ «Αμύνεσθαι περί Πάτρης», ο κ. Φωκαΐδης αποκάλυψε, επίσης, ότι σύντομα το Ναυτικό θα αποκτήσει τρία πλοία ανοικτής θαλάσσης, ενώ δρομολογείται και η ενίσχυση της Αεροπορίας με μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones).
Ο υπουργός Άμυνας ενέταξε την παρουσία των ελληνικών αεροσκαφών στην παρέλαση της 1ης Οκτωβρίου, στο πλαίσιο της κοινής δέσμευσης για ενδυνάμωση της αμυντικής συνεργασίας με την Ευρώπη, τονίζοντας ότι αναγνωρίζεται πλέον ο ρόλος της Κύπρου στην περιοχή ως «παροχέας ασφάλειας».
Ο κ. Φωκαΐδης απέρριψε τις επικρίσεις ότι η παρουσία των ελληνικών μαχητικών έχει σχέση με τις επικείμενες προεδρικές εκλογές, σημειώνοντας ότι «είναι τελείως άστοχο να υπονοεί οποιοσδήποτε ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να εμπλέκεται σε προεκλογικές σκοπιμότητες».
Τι είναι το Δόγμα Ενιαίου Αμυντικού Χώρου
Το Νοέμβριο του 1993, διακηρύχθηκε από Ελλάδα και Κύπρο το ∆ΕΑΧ, με κύριο χαρακτηριστικό τον καθαρά αμυντικό του χαρακτήρα και στόχο την αποτροπή ή αντιμετώπιση κάθε επιθετικής ενέργειας, εναντίον του ενός ή και των δύο μερών. Με τη διακήρυξη του δόγματος, υπογραμμίστηκε με έμφαση η δέσμευση της Ελλάδας να θεωρεί ως αιτία πολέμου (casus – belli) οποιαδήποτε τουρκική απόπειρα προέλασης στην ελεύθερη Κύπρο. Η απόφαση των κυβερνήσεων Ελλάδας – Κύπρου, να προχωρήσουν σε αμυντική συνεργασία, ενόχλησε σφοδρά την Τουρκία, τις ΗΠΑ, τη Βρετανία, τη Γαλλία, και άλλες συμμαχικές χώρες. Η επιχειρηματολογία τους ήταν ότι από ελληνικής πλευράς δόθηκε στρατιωτικός χαρακτήρας στην επίλυση του Κυπριακού με συνέπεια να δυσχερανθούν οι προσπάθειες πολιτικής λύσης.
Επίσης, το δόγμα ορίζει τις θεμελιώδεις αρχές με τις οποίες οι στρατιωτικές δυνάμεις κατευθύνουν τις δράσεις τους για την υποστήριξη των αντικειμενικών σκοπών. Το δόγμα είναι επιτακτικό, αλλά απαιτεί κρίση στην εφαρμογή του, είναι δυναμικό και θα πρέπει να αναθεωρείται συνεχώς για να είναι επίκαιρο. Σε ένα μεταβαλλόμενο στρατηγικό περιβάλλον, απαιτείται να είμαστε έτοιμοι να αντιδράσουμε σε όλο το φάσμα της σύγκρουσης, αναβαθμίζοντας το δόγμα μας ώστε να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις του.
Τα ανυπέρβλητα διλήμματα
ο Παναγιώτης Κονδύλης τονίζει στη «Θεωρία του Πολέμου, 1997» τα παρακάτω:
«H βαθύτερη αιτία της αύξουσας Τουρκικής πίεσης πάνω στην Ελλάδα δεν είναι ούτε πολιτισμική, ούτε στενά πολιτική και παροδική, αλλά έγκειται στη συνεχή διεύρυνση της διαφοράς ανάμεσα στο γεωπολιτικό δυναμικό των δύο χωρών. Η Ελλάδα μεταβάλλεται σταθερά σε χώρα με περιορισμένα κυριαρχικά δικαιώματα, δηλαδή δικαιώματα των οποίων η κυρίαρχη άσκηση εξαρτάται από τη βούληση και τις αντιδράσεις τρίτων, ενώ παράλληλα η στάση της γίνεται όλο και περισσότερο παθητική ή αντιφατική. Πράγματι, το σημερινό δίλημμα είναι αντικειμενικά τρομακτικό και ψυχολογικά αφόρητο: η ειρήνη σημαίνει για την Ελλάδα δορυφοροποίηση και ο πόλεμος σημαίνει συντριβή. Η υπέρβαση του διλήμματος αυτού, η ανατροπή των σημερινών γεωπολιτικών και στρατηγικών συσχετισμών απαιτεί ούτε λίγο ούτε πολύ, την επιτέλεση ενός ηράκλειου άθλου, για τον οποίο η ελληνική κοινωνία, έτσι όπως είναι, δεν διαθέτει τα κότσια.