Σύνθετο και πολυπαραγοντικό είναι το σκηνικό πάνω στο οποίο επιχειρείται ο χειρισμός του Κουρδικού του Βορείου Ιράκ, όπου το Δημοψήφισμα ανεξαρτησίας πλησιάζει και η αντιπαράθεση εντός κλιμακώνεται τόσο στην περιοχή όσο και διεθνώς. Με τη διεθνή κοινότητα να υποστηρίζει σύσσωμη την εδαφική ακεραιότητα του Ιράκ ακόμα και μια θετική ψήφος στο Δημοψήφισμα δύσκολα θα οδηγούσε στην απόσχιση εδαφών και τη δημιουργία ενός πλήρως ανεξάρτητου κράτους.
Το πλέον πιθανό σενάριο με βάση τη δυναμική και τις αντιδράσεις είναι η διαμόρφωση μιας πλατφόρμας προοδευτικής λύσης που θα εξασφαλίζει διοικητική αυτονομία και οικονομική συνεργασία με αποδοχή των υπαρχόντων συνόρων. Μια διαδικασία εντάσεων επίσης θεωρείται αναμενόμενη και είναι σε μεγάλο βαθμό ελεγχόμενη, ενδεχομένως και πυροδοτούμενη από τους χειρισμούς.
Οι Κούρδοι χρησιμοπιήθηκαν οικεία βουλήσει, θέλοντας να εκμεταλλευτούν την στήριξη των δυτικών προς όφελός τους, για το λόγο αυτό έσπευσαν να στήσουν δημοψήφισμα στο Ιράκ και να υλοποιήσουν το Rojava Project στη Βόρεια Συρία, ενώ ο πόλεμος με το Ισλαμικό Κράτος παραμένει εν εξελίξει και παράλληλα με την αντιπαράθεση ΗΠΑ-Ρωσίας για την επόμενη ημέρα και το ρόλο του Άσαντ στη Συρία.
Τώρα η διεθνής κοινότητα από τις ΗΠΑ και τον ΟΗΕ μέχρι τη Ρωσία τίθενται υπέρ της εδαφικής ακεραιότητας του Ιράκ, στηρίζοντας την κυβέρνηση της Βαγδάτης και ζητώντας διάλογο. Υπό το καθεστώς τέτοιων πιέσεων οι Κούρδοι δεν θα έχουν άλλη επιλογή από το να προσέλθουν στο τραπέζι των συζητήσεων, κρατώντας το αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος ως διαπραγματευτικό χαρτί και όχι ως de facto γεγονός.
Αυτό έχει δηλώσει ήδη ο ηγέτης των Κούρδων, Μπαρζανί, έχει δηλώσει ότι το δημοψήφισμα δεν δρομολογεί αμέσως την απόσχιση από το Ιράκ, αλλά αποτελεί βάση διαπραγμάτευσης και «σοβαρών συζητήσεων» με τη Βαγδάτη. Όμως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θέτει υπό αμφισβήτηση την εδαφική ακεραιότητα του Ιράκ. Η οποία ωστόσο ούτως ή άλλως μόνο στα χαρτιά υπάρχει, εκτιμά η Καρίνα Σλίσινγκ από το Διεθνές Κέντρο για την Ειρήνη και την Ανάπτυξη (BICC) με έδρα τη Βόννη.
Ακόμη και μία ακύρωση της τελευταίας στιγμής δεν θεωρείται εντελώς απίθανη πλέον, καθώς οι πολέμιοι του δημοψηφίσματος πληθαίνουν. Οι μαζικές διαδηλώσεις στις κουρδικές επαρχίες του βορείου Ιράκ μάλλον αποτελούν ασφαλή ένδειξη ότι η μεγάλη πλειοψηφία επιθυμεί την απόσχιση. Ωστόσο, παραμένει άδηλο αν, μετά το δημοψήφισμα, οι Κούρδοι θα καταφέρουν πράγματι να αποκτήσουν την πολυπόθητη ανεξαρτησία.
Σήμερα είναι ένας λαός 35 εκατομμυρίων που δεν διαθέτει δικό του κράτος, αλλά μοιράζεται στην Τουρκία, το Ιράκ, το Ιράν και τη Συρία. Πολύ συχνά εμφανίζεται διαιρεμένος με κριτήριο οικογενειακές δυναστείες ή πολιτικές προτιμήσεις, αλλά ο εθνικισμός γεφυρώνει τις όποιες διαφορές. Ήδη εδώ και 100 χρόνια οι Κούρδοι διαθέτουν τη δική τους σημαία. Την είχε κατοχυρώσει το 1919 η κουρδική αντιπροσωπεία στις νικήτριες δυνάμεις του πρώτου παγκοσμίου πολέμου που θα αποφάσιζαν για τον διαμοιρασμό της πάλαι ποτέ ισχυρής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, χωρίς ωστόσο να εξασφαλίσει το ανεξάρτητο κράτος που της είχαν υποσχεθεί. Σήμερα η σημαία με τα εθνικά χρώματα (κόκκινο, πράσινο, λευκό) κυριαρχεί παντού στο βόρειο Ιράκ, στα καταστήματα, στα γήπεδα, στα ταξί.
Ένα επιπλέον στοιχείο που ενισχύει τις φυγόκεντρες τάσεις είναι το ότι οι Κούρδοι στο βόρειο Ιράκ δεν μαθαίνουν πλέον αραβικά. Όπως επισημαίνει ο Μάρκους Ρούντολφ «Άραβες και Κούρδοι δεν έχουν πλέον κοινά στοιχεία. Τουλάχιστον οι δύο τελευταίες γενιές των Κούρδων έχουν μεγαλώσει χωρίς αραβικά. Η αυτονομία υπάρχει εδώ και 25 χρόνια και αυτό σημαίνει ότι το Ιράκ δεν ασκεί καμία επιρροή, στα κουρδικά σχολεία διδάσκονται μόνο κουρδικά και αγγλικά. Ένας νέος 25-30 χρονών δεν ξέρει καθόλου αραβικά…»
Πάντως, η κεντρική κυβέρνηση της Βαγδάτης απορρίπτει το δημοψήφισμα, το οποίο έχει κριθεί παράνομο και από το ανώτατο δικαστήριο της χώρας. Μάλιστα ο πρωθυπουργός Χάιντερ Αλ Αμπάντι προειδοποιεί ότι ο στρατός θα παρέμβει, σε περίπτωση που το κουρδικό δημοψήφισμα «προκαλέσει έκρηξη βίας».