Οι τόνοι στην πολιτική σκηνή μπορεί να ανέβηκαν το τελευταίο χρονικό διάστημα καθώς τα κόμματα και οι υπό διαμόρφωση φορείς επιχειρούν να οριοθετήσουν το χώρο τους, να διαμορφώσουν διακριτό πολιτικό στίγμα και να συσπειρώσουν ώστε να μετρήσουν δυνάμεις και να πιστοποιήσουν το κοινωνικού τους εκτόπισμα. Ωστόσο το σκηνικό αυτό αν και παράγει ένταση, θεωρείται απίθανο να παράξει δονήσεις καθώς τόσο ο Αλέξης Τσίπρας όσο και ο Κυριάκος Μητσοτάκης περιμένουν την ολοκλήρωση της διαδικασίας σχηματισμού του χώρου του κέντρου και ερίζουν για τις πολιτικές του συγγένειες και ιδεολογικές αναφορές.
Σε αυτή τη φάση οι πολιτικές τοποθετήσεις της Νέας Δημοκρατίας, όπως αυτή εκφράστηκε στη ΔΕΘ από τον Κυριάκο Μητσοτάκη όσο και του ΣΥΡΙΖΑ, όπως εκπέμφθηκε από τον Αλέξη Τσίπρα στη Θεσσαλονίκη και στο υπουργικό Συμβούλιο, είναι χαμηλών τόνων και συγκεκριμένου ορίζοντα, ενώ περιορίζονται στα ζητήματα ανά χείρας και δεν διαμορφώνουν ολοκληρωμένο πολιτικό πλαίσιο. Και οι δυο πολιτικοί αρχηγοί έχουν αποφύγει τις ιδεολογικές εκφράσεις, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να επιχειρεί να δώσει το στίγμα της φιλελεύθερης παράταξης μέσα από γενικόλογες και ενδεχομένως άστοχες αναφορές, ενώ ο Αλέξης Τσίπρας επέμεινε στο μοτίβο “κάθαρση vs συντήρηση”.
Οι ομιλίες των πολιτικών αρχηγών τις τελευταίες εβδομάδες και οι παρεμβάσεις-απαντήσεις παραπέμπουν σε σκηνικό “ελεγχόμενης σύγκρουσης”, ενώ οι εξαγγελίες του αρχηγού της ΝΔ για επανίδρυση της ΔΑΠ=ΝΔΦΚ, οι πρωτοβουλίες ανανέωσης στο κόμμα και το προσκλητήριο στο κέντρο, αποκαλύπτουν πρόθεση πολιτικής επανατοποθέτησης, στρατηγική η οποία δεν μπορεί να υλοποιηθεί σε πολύ υψηλούς τόνους.
Αντιστοίχως, ο Αλέξης Τσίπρας δεν έχει λόγο να βιαστεί για εκλογές, καθώς η επικαιρότητα αν και επιδεινώθηκε λόγω της πετρελαιοκηλίδας παραμένει ελεγχόμενη. Ο πρωθυπουργός διαθέτει ακόμα και το χαρτί του ανασχηματισμού, το οποίο αν και το έχει ρίξει αρκετές φορές, εν τέλει δεν το έχει ακόμα χρησιμοποιήσει και το οποίο είναι δεδομένο ότι θα προηγηθεί οποιασδήποτε στρατηγικής προσφυγής στις κάλπες.
Όπερ σημαίνει ότι οι κκ Αλέξης Τσίπρας και Κυριάκος Μητσοτάκης δεν ακολουθούν στρατηγική εκλογικής αναμέτρησης αλλά εδραίωσης πολιτικής κυριαρχίας επί των ζητημάτων αιχμής, δίνοντας μάχες που τους επιτρέπουν να σφυρηλατήσουν τις κομματικές τους στηρίξεις και να ξεκαθαρίσουν το σκηνικό στις αυλές τους.
Καταλύτης όμως της επίτευξης πολιτικής ισορροπίας ή της διολίσθησης στον πολιτικό και ιδεολογικό “κανιβαλισμό” είναι η διαμόρφωση του χώρου του κέντρου, ώστε να προσδιοριστούν η κεντροαριστερά και η κεντροδεξιά και να ξεκαθαρίσει το τοπίο πολιτικών συνεργασιών. Ακόμα και η αποτυχία της συγκρότησης ενιαίου φορέα της κεντροαριστεράς, σενάριο που δεν έχει εκλείψει, δεν είναι απαραίτητα αρνητική εξέλιξη, εφόσον αναδειχθούν τα σχήματα που θα μπορέσουν αποτυπώσουν σε ικανοποιητικό βαθμό την κοινωνική δυναμική.
Είναι προφανές ότι ο Σταύρος Θεοδωράκης δύσκολα θα χωρούσε σε ένα σχήμα που θα προσδιοριζόταν πολιτικά από τους ανθρώπους του Γιώργου Παπανδρέου, του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ, ωστόσο η συμμετοχή του στις διεργασίες στόχο έχει να διατηρήσει Το Ποτάμι ζωντανό και ενδεχομένως να το βοηθήσει να βρει τον προσανατολισμό του. Καθώς ο χώρος της κεντροαριστεράς θα σχηματίζεται τα πρόσωπα που θα κληθούν να διαδραματίσουν καταλυτικό ρόλο θα αποτελέσουν ταυτόχρονα διακόπτες για την αποχώρηση και την προσχώρηση άλλων.
Με την εκκίνηση της διαδικασίας αυτής στην κεντροαριστερά θα προσδιοριστεί σχεδόν αυτόματα και πόλος δεξιότερα της, από αυτούς που θα φύγουν και για λόγους πολιτικής επιβίωσης θα αναγκαστούν να πορευτούν παράλληλα και να διαμορφώσουν μια διαφοροποιημένη και με πιο φιλελεύθερη κατεύθυνση πλατφόρμα.
Η ταυτόχρονη προώθηση των διαδικασιών στο πολιτικό σκηνικό αποτελεί στην ουσία τη δικλείδα ασφαλείας για τη διατήρηση της πολιτικής σταθερότητας στην Ελλάδα, τουλάχιστον για το επόμενο 6μηνο, που απαιτείται -κατ ελάχιστο- για να ξεκαθαρίσει το τοπίο. Συνεπώς οι συγκρούσεις που θα επακολουθήσεις -πλην εθνικών θεμάτων- θα ερμηνεύονται αποτελεσματικότερα κάτω από αυτά τα φίλτρα.