Αντιμέτωπες με νέα κρίση γκετοποίησης, αδυναμίας ένταξης και αντιδραστικών συμπεριφορών που μπορούν να αποδειχθούν επικίνδυνες για την κοινωνική συνοχή είναι κοινωνίες που υποδέχονται μεν πρόσφυγες αλλά δεν μεριμνούν για την ομαλή ένταξη και ενσωμάτωσή τους, ιδιαίτερα των παιδιών.
Όπως επισημαίνει η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγές πάνω από 3,5 εκατομμύρια παιδιά προσφύγων ηλικίας από 5 έως 17 ετών δεν είχαν την ευκαιρία να μπουν σε σχολικές τάξεις την περσινή χρονιά, σύμφωνα με έκθεσης της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.
Περίπου 1,5 εκατομμύριο προσφυγόπουλα δεν πήγαν σε δημοτικά σχολεία, ενώ 2 εκατομμύρια έφηβοι δεν φοίτησαν στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, 91% των παιδιών φοιτούν σε δημοτικά σχολεία, ωστόσο για τα προσφυγόπουλα το ποσοστό είναι πολύ χαμηλότερο και αγγίζει το 61%. Θετικό πάντως είναι το γεγονός ότι το συγκεκριμένο ποσοστό αυξήθηκε σε σχέση με ένα χρόνο πριν που κυμαινόταν στο 50%.
Αυτά τα στοιχεία αναδεικνύουν μια επερχόμενη κρίση όταν η αδυναμία προσαρμογής των προσφύγων και μεταναστών λόγω της έλλειψης διαδικασιών, με κυρίαρχη την εκπαίδευση, θα οδηγούν στην κοινωνική περιθωριοποίηση, δημιουργώντας ωρολογιακές βόμβες.
Η εικόνα είναι πιο αρνητική στις μεγαλύτερες βαθμίδες εκπαίδευσης, καθώς μόλις το 23% των εφήβων-προσφύγων πηγαίνουν σε δευτεροβάθμια σχολεία, την ώρα που το σχετικό ποσοστό συνολικά στα παιδιά παγκοσμίως είναι 84%. Όσο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση το ποσοστό των παιδιών που φοιτούν παγκοσμίως είναι 36% και στα προσφυγόπουλα μόλις 1%.
Σε περισσότερο μειονεκτική θέση βρίσκονται τα κορίτσια, καθώς για κάθε δέκα αγόρια προσφύγων σε δημοτικά σχολεία αντιστοιχούν λιγότερα από οκτώ κορίτσια, ενώ στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση αντιστοιχούν λιγότερα από επτά κορίτσια για κάθε δέκα αγόρια.
Πολιτικές και πρακτικές που στερούν μόρφωση από πρόσφυγες και μετανάστες οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε κοινωνικές εκρήξεις που εύκολα προσλαμβάνουν ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Από την άλλη πλευρά μια συνειδητοποιημένη πολιτική ένταξης έχει αποτελέσματα τόσο σε επίπεδο κοινωνικής συνοχής και αρμονίας όσο και στην οικονομία και στη δυναμικές συνδέσεις χωρών άρα και αγορών.
Η έκθεση αναδεικνύει επίσης τη σημασία της ποιοτικής διδασκαλίας και της εκπαίδευσης των διδασκόντων. Οι καλοί δάσκαλοι είναι αυτοί που καταφέρνουν να εργαστούν σε συχνά πολύ δύσκολες συνθήκες με κακές υποδομές, ανεπαρκές εκπαιδευτικό υλικό και υπερπλήρεις αίθουσες διδασκαλίας.
Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες ζητά η εκπαίδευση να θεωρηθεί θεμελιώδης για την αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης των προσφύγων και να υποστηριχθεί από μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και αξιόπιστη χρηματοδότηση. Επίσης, προτρέπει τις κυβερνήσεις να συμπεριλάβουν τους πρόσφυγες στα εθνικά εκπαιδευτικά τους συστήματα ως την πιο αποτελεσματική, δίκαιη και βιώσιμη απάντηση.