Σκιές πάνω από τη διεθνή εικόνα του Αζερμπαιτζάν, προβλήματα στις επαφές και σχέσεις αξιωματούχων του με την ΕΕ και αναταράξεις στην ευρωπαϊκή πολιτική και επιχειρηματική σκηνή αναμένεται να προκαλέσει το “ξήλωμα του πουλόβερ” της υπόθεσης ξεπλύματος χρήματος και εξαγοράς συνειδήσεων πολιτικών μέσα από εταιρίες κελύφη, την περίοδο 2012-2014. Η υπόθεση που ονομάζεται από τις αρχές «Το πλυντήριο του Αζερμπαϊτζάν» έχει ήδη αρχίσει να ξετυλίγεται καθώς λογαριασμοί, πρόσωπα και επιχειρήσεις έχουν αναγνωριστεί στο πλαίσιο έρευνας ξεπλύματος χρήματος στην οποία εμπλέκονται και ευρωπαίοι πολιτικοί.
Αν και οι έρευνες συνεχίζονται οι αρχές διατείνονται ότι διαθέτουν στοιχεία για εξαγορές πολιτικών συνειδήσεων, ξέπλυμα χρήματος και αγορά επιρροής στην Ευρωπαϊκή Ένωση από την κυβέρνηση του Αζερμπαϊτζάν. Συνολικά, μέχρι στιγμής, έχει αποκαλυφθεί η διοχέτευση περί των 2,9 δισ. ευρώ μέσα από εταιρίες κελύφη οι οποίες τροφοδοτούνταν από λογαριασμό βασικός χρηματοδότης του οποίου ήταν μέλη της κυβερνώσας οικογένειας του Αζερμπαϊτζάν, των Αλίγιεφ.
Το σχήμα, τα οφέλη, τα ανταλλάγματα και οι εμπλεκόμενοι συνθέτουν ένα ιδιαίτερα περίπλοκο παζλ, η σύνθεση και αποκρυπτογράφηση του οποίου πήρε χρόνια, ενώ η διερεύνηση αυτής της υπόθεσης από τις αρχές απαντά –εν μέρει- ερωτηματικά που σχετίζονται ακόμα και με ελληνικές αποκρατικοποιήσεις.
Αν ερμηνευτούν υπ αυτό το πρίσμα, μόνο τυχαίες δεν μπορούν να χαρακτηριστούν οι διαρκείς και επαναλαμβανόμενες ενστάσεις της Κομισιόν και της DG COMP για την εξαγορά της ελληνικής ΔΕΣΦΑ από την κρατική εταιρία αερίου του Αζερμπαϊτζάν.
Αν και η ενδελεχής μελέτη του σχετικού υλικού είναι φυσικώς αδύνατη, εν τούτοις μια ψηλάφηση είναι ικανή να δώσει την τάξη μεγέθους της επιχείρησης που φέρεται να είχε στηθεί καθώς και το εύρος των ενδεχόμενων πολιτικών επιπλοκών που μπορεί να προκαλέσει στην Ευρώπη.
Η εξιχνίαση του δικτύου εταιριών αποδείχθηκε το πιο δύσκολο τμήμα της έρευνας λόγω της δαιδαλώδους δομής του και της χρήσης παρένθετων εταιριών, λομπιστών ακόμα και κοινωφελών ιδρυμάτων και ΜΚΟ.
Από τα στοιχεία, φέρονται να εμπλέκονται έμμεσα και άμεσα πρόσωπα που είχαν προσβάσεις και επιρροή σε ευρωπαϊκούς οργανισμούς, την UNESCO καθώς και σε αρκετές περιπτώσεις βουλευτές και πολιτικοί παράγοντες σε χώρες της ΕΕ.
Λεφτά για… επιρροή και σιωπή
Σύμφωνα με τις αρχές, πρωταρχικός στόχος ήταν η εξασφάλιση επιρροής στην ΕΕ και στους παρατηρητές ώστε να αποσιωπηθούν καταγγελίες στημένες εκλογές στο Αζερμπαϊτζάν, ενώ την ίδια στιγμή συλλαμβάνονταν ακτιβιστές και πολέμιοι της κυβέρνησης Αλίγιεφ. Παράλληλα, πολιτικοί παράγοντες και άνθρωποι με επιρροή φέρονται να έχουν λάβει εμβάσματα στους λογαριασμούς τους, ενώ ταυτόχρονα υιοθετούσαν φιλικές, προς την κυβέρνηση Αλίγιεφ και το Αζερμπαϊτζάν, θέσεις.
Από το 2012 έως το 2014, ακόμα και όταν η κυβέρνηση του Αζερμπαϊτζάν συνέλαβε ακτιβιστές και δημοσιογράφους μαζικά, τα μέλη της κυβερνητικής ελίτ της χώρας χρησιμοποίησαν ένα μυστικό ταμείο για να αποπληρώσουν τους ευρωπαίους πολιτικούς, να αγοράσουν πολυτελή προϊόντα, να ξεπλύνουν χρήματα και να επωφεληθούν.
– OCCR.org
Τραπεζικά αρχεία που διέρρευσαν στη δανέζικη εφημερίδα Berlingske αποκαλύπτουν συναλλαγές της τάξης των 2,5 δισ. ευρώ. Τουλάχιστον τρεις Ευρωπαίοι πολιτικοί, ένας δημοσιογράφος που έγραψε άρθρα φιλικά προς το καθεστώς Αλίγιεφ, και επιχειρηματίες που επαίνεσαν την κυβέρνηση ήταν μεταξύ των αποδεκτών των χρημάτων του «πλυντηρίου του Αζερμπαϊτζάν». Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι εξέχουσες αυτές προσωπικότητες χρησιμοποίησαν την επιρροή και το πολιτικό τους εκτόπισμα για να κινητοποιήσουν σημαντικούς διεθνείς οργανισμούς, όπως η UNESCO και η Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης, ώστε να επιτευχθεί η πολιτική νομιμοποίηση του εγκαλούμενου καθεστώτος Αλίγιεφ.
Μεταξύ των πολιτικών και υψηλών προσωπικοτήτων που φέρονται να χρηματίστηκαν συγκαταλέγονται: Επικεφαλής σλοβενικού κόμματος, Γερμανός παρατηρητής εκλογών και πρώην βουλευτής, Ιταλός εκπρόσωπος στο Συμβούλιο της Ευρώπης και η σύζυγος του γενικού διευθυντή της UNESCO.
Πολλές από αυτές τις κινήσεις πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, οργάνου με στόχο την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου.
Τα τραπεζικά αρχεία που διέρρευσαν αποκαλύπτουν ότι ο πυρήνας του «πλυντηρίου του Αζερμπαϊτζάν» αποτελούνταν από τέσσερις εταιρίες κελύφη με έδρα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Οι χαλαροί κανονισμοί της χώρας επέτρεψαν σε αυτές τις εταιρίες να καταθέσουν έγγραφα με εικονικούς ή ανύπαρκτους μετόχους και να συγκαλύψουν την πραγματική προέλευση των κεφαλαίων τους.
Το μεγαλύτερο μέρος των εμβασμάτων μεταφέρθηκε σε άλλες εταιρίες που έχουν ιδρυθεί με παρόμοιο τρόπο στο Ηνωμένο Βασίλειο, γεγονός που δείχνει ότι το πραγματικό μέγεθος του δικτύου μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερο από αυτό που έχει έως τώρα αποκαλυφθεί. Μεγάλα ποσά διατέθηκαν επίσης σε εταιρείες στα ΗΑΕ και την Τουρκία.
Ξέπλυμα μέσω Δανίας-Εσθονίας
Αν και η Δανία χαρακτηρίζεται διεθνώς ως χώρα-πρότυπο νομιμότητας και διαφάνειας με απλούς και αυστηρούς νόμους, αυτό δεν εμπόδισε τους αρχιτέκτονες της δομής του «πλυντηρίου του Αζερμπαϊτζάν» μα τη χρησιμοποιήσουν ως κόμβο.
Η μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας αποτέλεσε βασικό παράγοντα για τη λεηλασία του Αζερμπαϊτζάν, παίζοντας καταλυτικό ρόλο στη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και στην «φιλοξενία» του ταμείου που χρησιμοποιούσε η κυρίαρχη ελίτ στο Μπακού.
Η Danske Bank φιλοξένησε λογαριασμούς που επιτρέπουν την είσοδο δισεκατομμυρίων από το Αζερμπαϊτζάν και τις offshore εταιρίες μέσω του εσθονικού υποκαταστήματός της, μεταξύ του 2012 και του 2014, με πολλά χρήματα να πηγαίνουν σε άλλες υπεράκτιες εταιρίες, υψηλόβαθμους αξιωματούχους και Ευρωπαίους πολιτικούς.
Οι αρχές υποστηρίζουν ότι η Danske Bank παραβίασε τους εθνικούς και διεθνείς κανονισμούς για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, αγνοώντας τη διακίνηση των αδήλωτων 2,5 δισ. μέσα από τέσσερις μόλις λογαριασμούς.