Μικτή, θολή και ανησυχητική είναι η εικόνα που συνεχίζουν να εμφανίζουν τα χαρτοφυλάκια μη εξυπηρετούμενων δανείων και ανοιγμάτων των ελληνικών τραπεζών στο δεύτερο τρίμηνο του έτους, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, καθώς οι στόχοι επιτυγχάνονται μερικώς και αυτό συμβαίνει τώρα που ο πήχης είναι χαμηλά. Το πρόβλημα εντοπίζεται στις διαγραφές που υπερέβησαν τους στόχους ώστε να επιτευχθεί ο γενικός στόχος, ενώ την ίδια στιγμή έπεσαν έξω οι προβλέψεις για μείωση των ΜΕΑ που προήλθε από εισπράξεις, ρευστοποιήσεις και πωλήσεις.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγμα έχουν περιοριστεί στσα 102,9 δισ. ευρώ, έως τον Ιούνιο του 2017, επιτυγχάνοντας τον σχετικό στόχο. , Τον κυριότερο παράγοντα μείωσης αποτέλεσαν οι διαγραφές -ιδίως στο επιχειρηματικό και καταναλωτικό χαρτοφυλάκιο, αποδεικνύοντας ότι οι τράπεζες αδυνατούν να βρουν λύσεις και οι κινήσεις τους πλήττουν τα ίδια κεφάλαια.
Τα στοιχεία καταδεικνύουν επίσης ότι η οικονομία είναι ακόμα σε τέλμα και ότι οι νέες θέσεις εργασίας που δημιουργούνται δεν δημιουργούν επαρκείς ροές. Παράλληλα αποδεικνύεται ότι οι επιχειρηματικοί στόχοι είναι υπεραισιόδοξοι και πως οι εν δυνάμει αγοραστές κόκκινων δανείων είναι διατεθειμένοι να αγοράσουν μόνο σε πολύ χαμηλές τιμές. Αυτό συνεπάγεται ότι και η ποιότητα των εξασφαλίσεων δεν είναι αυτή που φαίνεται και συνεπώς οι ισολογισμοί τους είναι διάτρητοι.
Αξίζει να σημειωθεί ότι για τις διαγραφές επιχειρηματικών δανείων οι τραπεζίτες χρησιμοποιούν τις λύσεις των δικαστικών διακανονισμών τις οποίες υπογράγουν δικαστές και ως εκ τούτου εξαιρούν εαυτούς από ευθύνες για τυχόν δόλιες διαγραφές που στοιχίζουν στην τράπεζα, ενώ θα μπορούσαν να είχαν εισπραχθεί.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία σημαντική είναι και η μείωση του δείκτη κάλυψης σε επίπεδο συστήματος, ένδειξη ότι οι διαγραφές πλήττουν ευθέως τις σωρευμένες προβλέψεις και περνάει στα ίδια κεφάλαια.
Οι τράπεζες έχασαν, όμως, για δεύτερη συνεχόμενη περίοδο, τον στόχο για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ), τα οποία έφτασαν τα 72,8 δισ. ευρώ, ήτοι 0,4 δισ. ευρώ υψηλότερα από τις προβλέψεις.
Όσον αφορά το β’ τρίμηνο του 2017, οι εισπράξεις από ΜΕΑ προς το υπόλοιπο των ΜΕΑ κινήθηκαν περίπου στα ίδια επίπεδα με το στόχο που είχε τεθεί (0,79% έναντι του στόχου 0,84%), παρότι βελτιώθηκαν σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο (0,79% έναντι 0,74%).
Το ύψος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ) αντιστοιχούσε στο 44,9% των συνολικών ανοιγμάτων, καταγράφοντας μείωση κατά 2% σε σχέση με τον Μάρτιο του 2017, κατά 3,2% σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2016 και κατά 5,2% σε σχέση με τον Μάρτιο του 2016, όταν είχαν φθάσει στο υψηλότερο επίπεδο.
Ο τριμηνιαίος δείκτης αθέτησης (default rate) παρέμεινε σε επίπεδα άνω του 2%, υπερβαίνοντας τον ρυθμό αποκατάστασης της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων (cure rate) και καθιστώντας τις εκτεταμένες διαγραφές δανείων ως το πλέον σημαντικό μέσο μείωσης των ΜΕΑ.
Άλλωστε, οι τελευταίες διαμορφώθηκαν σε 1,9 δισ. ευρώ στο β’ τρίμηνο του 2017, αγγίζοντας τα 3,3 δισ. στο α΄ εξάμηνο του έτους.
Οι σημαντικότερες εισροές ΜΕΑ, για το δεύτερο τρίμηνο, παρατηρήθηκαν στο στεγαστικό χαρτοφυλάκιο, οι οποίες ωστόσο, αντισταθμίστηκαν από τον υψηλό ρυθμό αποκατάστασης της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων.
Αξιοσημείωτο αποδείχθηκε το ποσοστό των ΜΕΑ, το οποίο τελεί σε καθεστώς αίτησης για υπαγωγή σε νομική προστασία, καθώς ανήλθε στο 15%. Μάλιστα, στο χαρτοφυλάκιο των στεγαστικών δανείων, το αντίστοιχο ποσοστό υπερέβη το 30%.
Σύμφωνα με την ΤτΕ, ο δείκτης ΜΕΑ παρέμεινε υψηλός στα περισσότερα χαρτοφυλάκια. Στο τέλος του Ιουνίου, τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα άγγιζαν το 42,7% στο στεγαστικό, το 53,6% στο καταναλωτικό και το 44,4% στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο.
Στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο, η μεγαλύτερη συγκέντρωση ΜΕΑ παρατηρήθηκε στο χαρτοφυλάκιο των ελεύθερων επαγγελματιών και πολύ μικρών επιχειρήσεων (67,8%), καθώς και στο χαρτοφυλάκιο των Μικρών και Μεσαίων Επιχειρήσεων (59,8%). Σταθερά καλύτερες επιδόσεις καταγράφηκαν στο χαρτοφυλάκιο των μεγάλων επιχειρήσεων (25,0%) και στα ναυτιλιακά δάνεια (36,8%).
Η κάλυψη από προβλέψεις, σε επίπεδο συστήματος, μειώθηκαν περαιτέρω, αγγίζοντας το 48,3% τον Ιούνιο του 2017, από 49,1% τον Μάρτιο, κυρίως λόγω των εκτεταμένων διαγραφών της περιόδου. Εφόσον συμπεριληφθεί στις προβλέψεις και η αξία των εξασφαλίσεων, η κάλυψη των ΜΕΑ που επιτυγχάνεται, ήταν σχεδόν πλήρης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, το α’ εξάμηνο του 2017, οι τράπεζες κατάφεραν να επιτύχουν τους στόχους που είχαν θέσει, για τη μείωση των ΜΕΑ, καθώς τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα -εξαιρώντας τα εκτός ισολογισμού στοιχεία- άγγιξαν τα 101,8 δισ. ευρώ, δηλαδή 1,6 δισ. ευρώ χαμηλότερα από το ποσό – στόχο.
Εντούτοις,
[infogram id=”greek_banks_npe_npls” prefix=”hsa”]