Δυο παρεμβάσεις στις, παγωμένες συζητήσεις για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, από την Άγκελα Μέρκελ και μια διαρροή από τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στη Bild, αναβιώνουν το ζήτημα στην τελική ευθεία των γερμανικών εκλογών.
Η Γερμανίδα καγκελάριος, Άγκελα Μέρκελ, άνοιξε το θέμα κατά διάρκεια συνέντευξης Τύπου στα γερμανικά ραδιόφωνα, επανέφερε το θέμα της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους στο προσκήνιο. Απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις απέκλεισε κούρεμα του ελληνικού χρέους με την κλασική έννοια, ωστόσο είπε ότι «μπορεί κανείς να συζητήσει για περαιτέρω ελαφρύνσεις».
Σε κοινή συνέντευξη στο δημόσιο γερμανικό ραδιόφωνο (Deutschlandfunk / DLF) και το κοινό τηλεοπτικό πρόγραμμα Phoenix των δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών δικτύων ARD και ZDF τόνισε ότι
«ούτε η υπερβολική επιείκεια βοηθά τις υπερχρεωμένες χώρες, γι’ αυτό και έπρεπε να αντιμετωπιστεί η Ελλάδα τόσο σκληρά. Η χώρα δοκιμάστηκε πολύ».
Σε συνέχεια της συνέντευξης Τύπου της Άγκελα Μέρκελ έρχεται δημοσίευμα της λαϊκής εφημερίδας Bild που κάνει λόγο για την επιστροφή στην Ελλάδα από τη Γερμανία 416 εκατ. από τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων, λεφτά που παρακρατούν οι κεντρικές τράπεζες και η ΕΚΤ.
«416,7 εκατομμύρια ευρώ προτίθεται να επιστρέψει το Βερολίνο στην Ελλάδα»
αναφέρει σε άρθρο της η εφημερίδα Bild και επισημαίνει:
“Η Αθήνα μπορεί να ελπίζει σε εκατοντάδες εκάτ. ευρώ από κέρδη επιτοκίων ελληνικών ομολόγων που βρίσκονται στην κατοχή της γερμανικής κεντρικής τράπεζας (Bundesbank)”
Ωστόσο οι τοποθετήσεις αυτές έρχονται σε μια περίοδο που εκτός από τις γερμανικές εκλογές ανοίγουν μια σειρά από ζητήματα πολιτικής και θέσεις κορυφαίων παραγόντων στην ΕΕ και σε αυτό το πλαίσιο οι δηλώσεις ερμηνεύονται και ως πρόθεση διαπραγμάτευσης για την ευρωπαϊκή ατζέντα του Βερολίνου, για την οποία αναζητά ενεργή στήριξη.
Υπ αυτό το πρίσμα δεν είναι τυχαίο ότι στο δημοσίευμα επισημαίνεται επίσης ότι:
“το ποσό είναι “κλειδωμένο” στον προϋπολογισμό και απαιτείται το πράσινο φως του γερμανικού κοινοβουλίου για να εκταμιευθεί”.
Σύμφωνα πάντα με την Bild:
«Προϋπόθεση για την εκταμίευση είναι η επιτυχής ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος προσαρμογής, καθώς και η ανάγκη για περαιτέρω οικονομική βοήθεια προς την Ελλάδα».