Σε δυο αποστροφές του λόγου του προσδιορίζει τον αντίκτυπο των νέων αμερικανικών κυρώσεων ο Ρώσος πρωθυπουργός, Ντιμίτρι Μεντβέντεφ, στέλνοντας το μήνυμα που περιμένει να ακούσει επί μακρόν η αμερικανική Γερουσία, αποφεύγοντας όμως να επιτεθεί προσωπικά στον Ντόναλντ Τραμπ.
Μέχρι σήμερα η Ρωσία έχει απαντήσει στις νέες κυρώσεις των ΗΠΑ δείχνοντας με σαφήνεια ότι εγκαταλείπει τις “αυταπάτες” βελτίωσης σχέσεων με τις ΗΠΑ, ενώ παράλληλα “σηκώνει το γάντι”, κινήσεις “συμβατές” το προφίλ της ρωσικής πολιτικής ηγεσίας και στο πλαίσιο των “αναμενόμενων” αντιδράσεων από τη Γερουσία και τις υπηρεσίες πληροφοριών στις ΗΠΑ.
Πρώτα, ο Βλάντιμιρ Πούτιν διέταξε, μέσω του υπουργείου Εξωτερικών, την απέλαση 775 διπλωματών και υπαλλήλων της αμερικανικής πρεσβείας στη Μόσχα περιορίζοντας το προσωπικό στο ύψος του αντιστοίχου της ρωσικής διπλωματικής αντιπροσωπείας στην Ουάσιγκτον, ενώ παράλληλα κατάσχεσε περιουσία της πρεσβείας. Με την κίνηση αυτή απάντησε στις κυρώσεις που είχαν επιβάλλει οι ΗΠΑ επί Ομπάμα για ανάμειξη στις εκλογές.
Στη συνέχεια ο Ρώσος πρόεδρος επανήλθε με δηλώσεις του στο ζήτημα της “αντι-ρωσικής υστερίας” που επικρατεί στην Ουάσιγκτον, σχολιάζοντας την ψήφιση με διακομματική συναίνεση του νομοσχεδίου των κυρώσεων.
Χθες ο πρωθυπουργός, Ντιμίτρι Μεντβέντεφ, μετά την υπογραφή-σε νόμο των κυρώσεων από τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, μίλησε για εγκατάλειψη οποιασδήποτε ελπίδας αποκατάστασης σχέσεων καθώς και για εμπορικό πόλεμο, που σύμφωνα με τον οποίο είναι ο στόχος των κυρώσεων.
Σε τεχνικό-διπλωματικό επίπεδο ο νέος νόμος δεν επιβάλλει μόνο κυρώσεις στη Ρωσία, το Ιράν και η Βόρειο Κορέα, αλλά παράλληλα δένει τα χέρια του Ντόναλντ Τραμπ για ενδεχόμενη άρση τους, καθώς επιτάσσει την ψήφιση μιας τέτοιας πρότασης από τη Γερουσία.
Ρήξη Γερουσίας-Λευκού Οίκου
Όπως τόνισε ο ίδιος ο πρόεδρος των ΗΠΑ μετά την υπογραφή του νόμου, η Γερουσία του αφαιρεί εξουσίες στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής, κίνηση που αποτελεί το πρώτο σαφές μήνυμα ουσιαστικής αποδυνάμωσης του προέδρου σε τομείς κρίσιμους για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ αλλά και τη διεθνή εμπορική πολιτική.
Δεν είναι τυχαίο ότι το πρακτορείο Reuters επισημαίνει ότι ο Ντόναλντ Τραμπ έχει δηλώσει κατ επανάληψη ότι επιθυμεί βελτίωση των σχέσεων με τη Ρωσία, επιθυμία που έχουν “κάψει” οι υπηρεσίες πληροφοριών με στοιχεία για την προσπάθεια του Κρεμλίνου να ελέγξει τον Ντόναλντ Τραμπ και να παρέμβει στις αμερικανικές εκλογές.
Ενδεικτικές του κλίματος που έχει διαμορφωθεί στην Ουάσιγκτον είναι οι δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών, Ρεξ Τίλερσον, ο οποίος ξεκαθάρισε ότι:
“Η ενέργεια του Κογκρέσου να επιβάλλει αυτές τις κυρώσεις με τον τρόπο που το έπραξαν, δεν χαροποιεί ούτε τον πρόεδρο, ούτε εμένα”.
Τα μηνύματα
Το μήνυμα αυτό έχει παραλήπτες τόσο σε χώρες όπως η Ρωσία, η Βόρειος Κορέα και το Ιράν, όσο και στην Ευρώπη, την Κίνα και την Ιαπωνία, καθώς πλέον η Γερουσία ξεκαθαρίζει ότι είναι σε θέση να λαμβάνει αποφάσεις και θα το πράττει, υποχρεώνοντας μάλιστα τον Ντόναλντ Τραμπ να τις ακολουθεί.
Μηνύματα όμως στέλνουν και οι ρωσικές αντιδράσεις στις οποίες δεν αναφέρεται πουθενά ο Ντόναλντ Τραμπ, ούτε ο Ρεξ Τίλερσον, έλλειψη που αποκαλύπτει τη στρατηγική επιλογή της Μόσχας να κρατήσει ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας στο υψηλότερο επίπεδο. Η πολιτική αυτή διαφοροποιείται αισθητά από τη αντίστοιχη απέναντι στον Μπαράκ Ομπάμα τον οποίος δεν έχανε ευκαιρία να στοχοποιεί το Κρεμλίνο.
Αντιστοίχως δηλώσεις κατά του Βλάντιμιρ Πούτιν έχει αποφύγει να κάνει και ο Ντόναλντ Τραμπ, παρά το γεγονός ότι τόσο βουλευτές όσο και γερουσιαστές έχουν κατ επανάληψη καταφερθεί ανοιχτά εναντίων του Ρώσου προέδρου.
Οι παράπλευρες… αντιδράσεις
Υψηλούς τόνους απέναντι στις νέες κυρώσεις των ΗΠΑ κατά της Ρωσίας έχει επιλέξει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, επισημαίνοντας ότι έχει εναλλακτικό σχέδιο έτοιμο για εφαρμογή, εάν πληγεί η ενεργειακή ασφάλειά της.
Ωστόσο, χθες, η εκπρόσωπος Τύπου της Κομισιόν αν και μίλησε για επαγρύπνηση και απάντηση, άνοιξε την πόρτα για διάλογο εκμεταλλευόμενη σχετική διατύπωση στο νέο νόμου που καλεί για επιβολή των κυρώσεων μετά από στενή συνεργασία με τους συμμάχους.
Παρέμβαση όμως έχει ασκήσει και η Γερμανία μιλώντας για εκμετάλλευση του ζητήματος της Ουκρανίας και των αμερικανικών εκλογών για την πραγματοποίηση εμπορικού πολέμου.
Το Ιράν, που θίγεται άμεσα καθώς περιλαμβάνεται στο νομοσχέδιο, επισημαίνει ότι οι κυρώσεις υποσκάπτουν τη σταθερότητα και την ασφάλεια στην περιοχή.