Στο επόμενο στάδιο, της προπαγάνδας και της δημιουργίας κλίματος, εισέρχεται πλέον η προσπάθεια των ΗΠΑ να αυξήσουν την πίεση προς τη Ρωσία δημιουργώντας ρήγματα στο ενιαίο ευρωπαϊκό μέτωπο εξωτερικής πολιτικής, μετά την ευθεία απειλή του Ζαν Κλωντ Γιούνκερ για ενεργοποίηση σχεδίου-απάντησης εάν θιγούν από τις νέες κυρώσεις που ψήφισε η αμερικανική Βουλή των αντιπροσώπων ευρωπαϊκές εταιρίες και ιδιαίτερα η ενεργειακή ασφάλεια της ΕΕ.
Ενώ οι ΗΠΑ προωθούν νέο πακέτο σκληρότερων κυρώσεων κατά της Ρωσίας με διακομματική στήριξη, το οποίο μπορεί να ανακόψει με veto, μόνο ο Ντόναλντ Τραμπ, η Ευρώπη ανθίσταται και αντιμετωπίζει την κίνηση των ΗΠΑ ως εμπορικό πόλεμο σε βάρος της Ρωσίας στην οποία επιχειρείται να χρησιμοποιηθούν οι ευρωπαϊκές ενεργειακές εταιρίες ως μοχλός πίεσης.
Το μείζον θέμα είναι ευρωπαϊκές εισαγωγές LNG για τις οποίες δημιουργείται νέος αγωγός της Gazprom από τη Ρωσία μέσα από τις χώρες της Βαλτικής, οι οποίες αν και αντιδρούν είναι αναγκασμένες να τον δεχθούν. Οι ίδιες χώρες όμως είναι σε αντιπαράθεση για πλειάδα ζητημάτων με τις Βρυξέλλες και αισθάνονται πιο άνετα κάτω από τον νατοϊκό μανδύα, παρά από την γερμανική ηγεμονία μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σε αυτό το πλαίσιο φαίνεται ότι εντάσσονται νέες διαρροές από τις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών προς τα media, σύμφωνα με τις οποίες Ρώσοι πράκτορες επιχείρησαν να κατασκοπεύσουν την προεκλογική εκστρατεία του γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν δημιουργώντας πλαστά προφίλ στο Facebook.
Όπως γράφει στο αποκλειστικό του ρεπορτάζ το Reuters, επικαλούμενο βουλευτή του αμερικανικού Κογκρέσου και με δύο ακόμη πρόσωπα που γνωρίζουν την υπόθεση, περίπου 24 λογαριασμοί στο Facebook δημιουργήθηκαν για να παρακολουθούν αξιωματούχους της εκστρατείας του Μακρόν και άλλα κοντινά πρόσωπα του κεντρώου προέδρου την περίοδο που επεδίωκε να νικήσει την ακροδεξιά υποψήφια Μαρίν Λεπέν στις εκλογές που διεξήχθησαν σε δύο γύρους.
Το ζήτημα της προσπάθειας παρακολούθησης ή ακόμακαι παρέμβασης της Ρωσίας στις εκλογές στη Γαλλία και γενικότερα στην Ευρώπη δεν αποτελεί είδηση, καθώς προεκλογικά το επιτελείο του Μακρόν είχε κάνει σχετικές καταγγελίες για hacking, ενώ είχε αποκλείσει τα ρωσικά media από τις συνεντεύξεις Τύπου. Ωστόσο η ανακίνηση του θέματος από το Reuters με βάση πληροφορίες από βουλευτές και “ανώνυμες πηγές” καθιστά σαφές ότι στόχο έχει τη δημιουργία κλίματος.
Το Facebook ανακοίνωσε τον Απρίλιο ότι έλαβε μέτρα κατά πλαστών λογαριασμών, οι οποίοι διέσπειραν παραπλανητικές πληροφορίες σχετικά με τις γαλλικές εκλογές. Η Ρωσία έχει επανειλημμένως στο παρελθόν αρνηθεί κάθε ανάμειξη στις γαλλικές εκλογές μέσω υποκλοπών και διαρροών emails και εγγράφων.
Τον Μάιο αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών δήλωσαν στο Reuters ότι στις υποκλοπές εμπλέκονταν χάκερς με διασυνδέσεις στη ρωσική κυβέρνηση, αλλά δεν είχαν απολύτως διακριβωμένες πληροφορίες ότι αυτό είχε συμβεί κατόπιν εντολής του Κρεμλίνου.
Το Facebook επιβεβαίωσε στο Reuters ότι είχε εντοπίσει κατασκοπευτικούς λογαριασμούς στη Γαλλία και τους απενεργοποίησε. Μάλιστα ανακοίνωσε ότι αυτό κατέστη δυνατό χάρις στον συνδυασμό ενός βελτιωμένου αυτόματου εντοπισμού και των ανθρώπινων προσπαθειών που έχουν αυξηθεί για τον εντοπισμό πολύ εξελιγμένων επιθέσεων.
Αξιωματούχοι της εταιρείας ενημέρωσαν για τα ευρήματά τους τα μέλη επιτροπής του Κογκρέσου και τα μέλη του προσωπικού μεταξύ άλλων. Πρόσωπα που εμπλέκονταν στις συνομιλίες επίσης είπαν ότι ο αριθμός των λογαριασμών του Facebook που απενεργοποιήθηκαν στη Γαλλία για προώθηση προπαγάνδας ή για αποστολή μηνυμάτων spam–μεγάλος αριθμός των οποίων σχετίζονταν με την εκλογές–ανήλθε σε 70.000, μεγάλη άνοδος από τους 30.000 λογαριασμούς που η εταιρεία ανακοίνωσε ότι έκλεισε τον Απρίλιο. Το Facebook δεν αμφισβήτησε τον αριθμό αυτόν.
Η αρχιτεκτονική της ρωσικής παρεμβολής
Στην εκστρατεία κατασκοπείας συμμετείχαν Ρώσοι πράκτορες που υποδύονταν τους φίλους…φίλων συνεργατών του Μακρόν και προσπαθούσαν να αποσπάσουν από αυτούς προσωπικές πληροφορίες, σύμφωνα με τον αμερικανό βουλευτή του Κογκρέσου και με τις άλλες δύο πηγές.
Υπάλληλοι του Facebook παρατήρησαν τις προσπάθειές τους στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών και τους εντόπισαν χρησιμοποιώντας μέσα τα οποία στο παρελθόν είχε χρησιμοποιήσει η στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών, η GRU–δήλωσαν οι πηγές αυτές που ζήτησαν να μην κατονομαστούν επειδή συζητούσαν ευαίσθητες κυβερνητικές και ιδιωτικές διαβαθμισμένες πληροφορίες.
Το Facebook είπε στους αμερικανούς αξιωματούχους ότι δεν θεωρεί πως οι πράκτορες είχαν “σκάψει αρκετά βαθιά” ώστε να επιτύχουν τον στόχο της εγκατάστασης κακόβουλου λογισμικού ή να αποκτήσουν πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τη σύνδεσή τους, που θεωρούν ότι ενδεχομένως να ήταν και ο στόχος της επιχείρησης.
Η ίδια μονάδα της GRU, με την ονομασία Fancy Bear ή APT28 κατηγορήθηκε ότι είχε διεισδύσει στα συστήματα της Εθνικής Επιτροπής του Δημοκρατικού Κόμματος στην διάρκεια των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ το 2016 και ότι είχε χακάρει πολλούς άλλους πολιτικούς στόχους. Η GRU πάντως δεν απάντησε στο αίτημα να σχολιάσει.
Ηλεκτρονικοί λογαριασμοί που ανήκουν σε αξιωματούχους της εκστρατείας του Μακρόν παραβιάστηκαν και το περιεχόμενό τους διασκορπίστηκε στο διαδίκτυο κατά τις τελευταίες μέρες πριν από τον επαναληπτικό γύρο μεταξύ Μακρόν και Λεπέν.
Οι γαλλικές αρχές δεν έχουν δημοσίως κατηγορήσει κάποιον για τις προεκλογικές επιθέσεις.
Όπως γράφει το Politico, η προεκλογική εκστρατεία του Μακρόν, επειδή ακριβώς ανέμενε μαζική επίθεση υποκλοπής, είχε δημιουργήσει δεκάδες πλαστούς λογαριασμούς ηλεκτρονικής αλληλογραφίας για να προκαλέσει σύγχυση στους επίδοξους χάκερς.
Υπάρχουν λίγα γνωστά παραδείγματα εξελιγμένων προσπαθειών κατασκοπείας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Το 2015 η εγχώρια υπηρεσία αντικατασκοπείας της Βρετανίας MI5 προειδοποίησε ότι εχθρικές δυνάμεις χρησιμοποιούσαν το δίκτυο LinkedIn για να συνδεθούν και να προσπαθήσουν να στρατολογήσουν κυβερνητικούς υπαλλήλους.
Το Facebook, το οποίο δέχεται αυξανόμενες πιέσεις από κυβερνήσεις ανά τον κόσμο για να ελέγξει τα fake news και την προπαγάνδα μέσα από την πλατφόρμα του, έκανε ένα βήμα διαφάνειας με έκθεσή του τον Απρίλιο σχετικά με “επιχειρήσεις πληροφόρησης”, όπως τις χαρακτήρισε. Ο μεγαλύτερος όγκος αυτού του εγγράφου αναφερόταν στις αποκαλούμενες επιχειρήσεις επηρεασμού, που περιλαμβάνουν λογαριασμούς οι οποίοι διασπείρουν συνδέσμους παραπέμποντας σε ψευδείς ειδήσεις προκειμένου να επηρεάσουν την κοινή γνώμη.