Σαφή διαφοροποίηση σε επίπεδο “επίγευσης” και ρητορικής συνιστά η νέα ανάλυση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, οι θέσεις του οποίου απηχούν σε μεγάλο βαθμό αυτές της Κομισιόν και λιγότερο του ESM και του ΔΝΤ, ενώ αναφέρεται ως «θετική εξέλιξη» στην έξοδο της Ελλάδας στις αγορές, εκτιμώντας μάλιστα, ότι «μπορεί να έχει συνέχεια, υπό προϋποθέσεις».
Στην τριμηνιαία του έκθεση για την πορεία της οικονομίας, αναμένει ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 1,5% – 1,6% για το 2017, προειδοποιώντας ωστόσο, ότι η ανάκαμψη θα είναι εύθραυστη και μπορεί να διακοπεί, σε περίπτωση που η χώρα εγκαταλείψει το μονοπάτι των μεταρρυθμίσεων ή επέλθει πολιτική αστάθεια. Αντιστοίχως η Κομισιόν προβλέπει ανάπτυξη 1,7% και το ΔΝΤ 2,1% για το 2017 και 2,6% για το 2018.
- Η πρόβλεψη του ΓΠΒ έχεισημαντική απόκλιση από αυτές του υπουργείου Οικονομικών που προβλέπει ανάπτυξη 2,7%, χάσμα το οποίο οφείλεται:
- στη μεγάλη καθυστέρηση της διαδικασίας ολοκλήρωσης της β’ αξιολόγησης
- στη συνακόλουθη έξαρση της αβεβαιότητας
- στην αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης
Σύμφωνα με την έκθεση η ολοκλήρωση της αξιολόγησης συνεπάγεται:
- Πρώτον, τη θετική εκτίμηση των εταίρων για την πορεία εφαρμογής του προγράμματος, καθώς αναγνωρίζεται ρητά ότι η ελληνική πλευρά έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη συμφωνία.
- Δεύτερον, τη συνέχεια της ροής της χρηματοδότησης
- Τρίτον, την προοπτική αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους μετά το τέλος του προγράμματος το 2018.
- Στα θετικά προστίθεται επίσης, το κλείσιμο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος, όπως προτάθηκε προσφάτως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Συνολικά, συνεχίζει το Γραφείο Προϋπολογισμού, με την απόφαση του Eurogroup δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για τη μείωση της αβεβαιότητας, τη σταθεροποίηση και ανάπτυξη της οικονομίας.
Μάλιστα, όπως επισημαίνει στη συνέχεια, αν δεν υπάρξουν άλλες εμπλοκές -σε σχέση με την εφαρμογή της β’ και την ολοκλήρωση της γ’ αξιολόγησης- η άρση της αβεβαιότητας θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη των καταθετών στο τραπεζικό σύστημα και θα οδηγήσει στην άρση όλων των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων.
Θετικό το βήμα εξόδου στις αγορές
Το Γραφείο Προϋπολογισμού κάνει λόγο για ένα «θετικό βήμα» προς τη διαχείριση της οικονομικής κρίσης, όσον αγορά την έκδοση του 5ετούς ομολόγου και της απόδοσης που επιτεύχθηκε. Παράλληλα, ερμηνεύει την απόφαση της κυβέρνησης για έξοδο στις αγορές ως δήλωση πρόθεσης εκπλήρωσης των τρεχουσών συμφωνιών.
«Αν συμβεί αυτό, θα έχουμε μια καμπή στη διαχείριση της οικονομίας και στις οικονομικές επιδόσεις. Αν όχι, τότε θα υπάρξουν παλινδρόμηση σε συνθήκες ύφεσης, κοινωνικές εντάσεις και δυσκολίες στη χρηματοδότηση από τις αγορές»
Εκτιμά, παράλληλα, ότι η έξοδος στις αγορές θα έχει συνέχεια, εφόσον:
- συνεχιστεί η δημοσιονομική σταθερότητα, ώστε η πίεση των τόκων από τις αγορές να μην οδηγήσει στο φαύλο κύκλο ελλειμμάτων, ύφεσης, πολιτικής αστάθειας
- διασφαλισθεί η οικονομική μεγέθυνση με διάρκεια πράγμα που συνυφαίνεται με την εφαρμογή του Μνημονίου και κυρίως των μεταρρυθμίσεων,
- επιτευχθεί κοινωνική σταθερότητα και συνοχή με θεραπείες των ανισοτήτων, της ανεργίας, της φτώχειας και διασφάλιση ενός θεσμικού πλαισίου υγιούς επιχειρηματικού ανταγωνισμού και προστασίας της εργασίας
- διατηρηθεί η πολιτική σταθερότητα με όσο το δυνατό ευρύτερη πολιτική συναίνεση.
Δημοσιονομική προσαρμογή
Όπως αναφέρεται στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού, η δημοσιονομική μακρο-προσαρμογή δεν αποτελεί πλέον πρόβλημα, μολονότι επιτεύχθηκε με ένα συζητήσιμο, λόγω φοροκεντρικού χαρακτήρα, μείγμα πολιτικής.
Όσον αφορά την υπέρβαση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα, εξηγείται πως οφείλεται στην επιβράδυνση της εξόφλησης των οφειλών του δημοσίου, στη μείωση των επιχορηγήσεων σε νοσοκομεία και στη μείωση των επενδυτικών δαπανών.
Παράλληλα, ενώ διαπιστώνεται μία αδυναμία εξορθολογισμού των δαπανών, επιδοκιμάζεται η εντατικοποίηση των προσπαθειών ελέγχου της φοροδιαφυγής.
Τρίτη αξιολόγηση
Η έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού κάνει ειδική μνεία και στη γ’ αξιολόγηση, σημειώνοντας ότι ο πολιτικός χρόνος για το κλείσιμό της είναι σαφώς πιο περιορισμένος σε σχέση με τις προηγούμενες δύο αξιολογήσεις.
Μάλιστα, προειδοποιεί ότι «οι δυσκολίες εκπλήρωσης των ελληνικών δεσμεύσεων πιθανώς θα είναι μεγαλύτερες, καθώς θα εισέλθουμε στο όγδοο έτος δοκιμασίας της οικονομίας».
Σ΄ αυτό το σημείο βέβαια, το Γραφείο Προϋπολογισμού στέκεται στην «πολιτική βούληση της κυβέρνησης να ενστερνιστεί τα μέτρα του μνημονίου και να υλοποιήσει τα 113 προαπαιτούμενα».