Το ερώτημα πόσο μπορεί να πιέσει η Γερμανία την Τουρκία πριν η ένταση αυτή αρχίσει να γίνεται πραγματικά αντιπαραγωγική έχει αρχίσει να απασχολεί πλέον την Άγκελα Μέρκελ, αν και το κλίμα εντός της χώρας τόσο στην πολιτική σκηνή όσο και στην κοινωνία είναι ξεκάθαρα υπέρ της σύγκρουσης όπως καταγράφεται σε δηλώσεις, πράξεις και δημοσκοπήσεις.
Καταγγελίες για παρακολουθήσεις Τούρκων σε γερμανικό έδαφος από την MIT, blacklist με τη Daimler και την Basf από την Άγκυρα, απειλές μετάστασης της κρίσης στα ελληνοτουρκικά και πρόγευση από τη σύγκρουση στο Κυπριακό, είναι μόνο μερικές από τις πλέον πρόσφατες εξελίξεις στο θρίλερ των διμερών σχέσεων Άγκυρας-Βερολίνου, οι οποίες βαίνουν σταθερά επιδεινούμενες μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα και βρίσκονται πλέον στο χειρότερο σημείο τους.
Ωστόσο η Άγκελα Μέρκελ έχει κάθε λόγο να ανησυχεί, για τις επιπτώσεις της σκλήρυνσης της στάσης του Βερολίνου στα γερμανικά συμφέροντα. Πιο συγκεκριμένα, σε οικονομικό επίπεδο τα 37 δισ. τζίρου που κάνουν οι γερμανικές επιχειρήσεις στην Τουρκία είναι μια σοβαρή πηγή ανησυχίας και για τις δεύτερες σκέψεις της καγκελαρίου, και δεν είναι η μόνη. Η Γερμανία είναι μέλος του NATO και, όπως παρατηρεί και ο υπουργός Καγκελαρίας Πέτερ Αλτμάιερ, στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου «η Τουρκία είναι μια από τις δημοκρατικότερες χώρες».
Ο υπουργός καγκελαρίας στη συνέχεια διευκρινίζει ότι αυτή η εκτίμηση
«δεν αφορά τον κ. Ερντογάν, αλλά την τουρκική κοινωνία στο σύνολο της»
Παράλληλα επισημαίνει ότι:
«ο Τούρκος πρόεδρος δεν κέρδισε το δημοψήφισμα με 90% όπως συνηθίζεται σε δικτατορίες, αλλά με 51%».
Ενώ οι επιχειρήσεις κατά του Ισλαμικού Κράτους προχωρούν ταχέως η σταθεροποίηση της Συρίας και της ευρύτερης περιοχής απέχει πολύ, καθώς οι διαρκείς αλλαγές στρατηγικής ΗΠΑ και Ρωσίας έχουν δημιουργήσει πολλούς μικρούς θύλακες εντάσεων, μεμονωμένες ομάδες που ερίζουν για τον έλεγχο μικρών περιοχών και τους Κούρδους που έχουν τεθεί σε δύσκολα αναστρέψιμη πορεία δημιουργίας κράτους και ενοποίησης εδαφών μεταξύ Ιράκ-Συρίας και με βλέψεις για τουρκικά.
Μπορεί όλα αυτά να είναι ασαφή, είναι όμως αρκετά για να ανοίξουν ένα νέο κύκλο συγκρούσεων που θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει την Τουρκία, η οποία καρκινοβατεί, και να ανοίξει νέα μέτωπα με αβέβαιες απολήξεις και άμεσες συνέπειες στο προσφυγικό, την τρομοκρατία και την ασφάλεια της ευρύτερης περιοχής.
Την ίδια στιγμή το Βερολίνο άνοιξε δυο ακόμα σκληρά χαρτιά για την Άγκυρα γνωρίζοντας ότι δεν θα μείνουν αναπάντητα.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, Ζίγκμαρ Γκάμπριελ ανακοίνωσε εκ βάθρων αλλαγή της εξωτερικής πολιτικής προς την Τουρκία, εκδίδοντας εμμέσως πλην σαφώς ταξιδιωτική και επιχειρηματική οδηγία για την Τουρκία, στάση που στήριξε με δηλώσεις του και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Ο Γκάμπριελ όμως έκανε ένα ακόμη βήμα με ανοιχτή επιστολή προς τους Τούρκους που ζουν στη Γερμανία, στους οποίους δήλωσε ότι είναι ευπρόσδεκτοι, θέλοντας να υποσκάψει τις σχέσεις τους με την Άγκυρα και να περιορίσει την επιρροή του Ταγίπ Ερντογάν στις τουρκικές κοινότητες στη Γερμανία.
Θέση όμως έλαβε επισήμως, με συνέντευξή του και ο πρόεδρος της Γερμανίας και πρώην υπουργός Εξωτερικών, Φρανκ Βάλτερ Στάινμάιερ, ο οποίος επικρότησε τις θέσεις και πράξεις του υπουργού Εξωτερικών και ασκεί έντονη κριτική στον τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν, λέγοντας:
«Πολλοί εξ΄ αυτών που συνεργάστηκαν τα τελευταία χρόνια μαζί του και το κόμμα του, τώρα καταδιώκονται, φυλακίζονται, φιμώνονται»
ενώ συνεχίζει επισημαίνοντας:
«Αυτό δεν μπορούμε να το ανεχτούμε. «Είναι ζήτημα αξιοπρέπειας για τη χώρα μας να σταλούν ξεκάθαρα μηνύματα στην Τουρκία».
Οι θέσεις των Σοσιαλδημοκρατών μπορεί να μην φαίνονται “λογικές” σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής, ωστόσο είναι απολύτως κατανοητές αν συνυπολογιστεί η εσωτερική πολιτική και μικροπολιτική σκηνή καθώς ενόψει των επερχόμενων εκλογών οι Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ κερδίζουν κατά κράτος στις δημοσκοπήσεις και οι Σοσιαδημοκράτες του Σουλτς, από τους οποίους προέρχονται τόσο ο Γκάμπριελ όσο και ο Στάινμάιερ, προσπαθούν να αλιεύσουν ψήφους σε θολά νερά.
Υπ αυτό το πρίσμα τις δηλώσεις των Σοσιαλδημοκρατών αιτιολογεί δημοσκόπηση του ινστιτούτου Emnid για λογαριασμό της εφημερίδας Bild, σύμφωνα με την οποία η πλειονότητα των ερωτηθέντων στη Γερμανία εμφανίζεται δυσαρεστημένη από την γερμανική πολιτική έναντι της Τουρκίας. Το 76% θεωρεί μάλιστα ότι το Βερολίνο δείχνει υπερβολική ανοχή στον πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν, ενώ μόλις το 12% επικροτεί τη στάση της γερμανικής κυβέρνησης έναντι του τούρκου προέδρου.