Βήματα στην κατεύθυνση της σταδιακής σύσφιξης και μετάλλαξης της πολιτικής ασύλου κάνουν Ελλάδα και Ευρωπαϊκή Ένωση καθώς όπως δήλωσε προ ολίγων εβδομάδων ο αρμόδιος επίτροπος το εν λειτουργία σύστημα δεν αποδίδει και έχει “πεθάνει”.
Στην πρώτη φάση στόχος είναι αποσαφήνιση των προθεσμιών έτσι ώστε να επιταχυνθούν οι διαδικασίες, ενώ στη συνέχεια θα υπάρξουν και μέτρα ως προς τη διαφοροποίηση της ακολουθούμενης διαδικασίας.
Σύμφωνα με το νέο πλαίσιο υπήκοος χώρας εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης ο οποίος καταθέτει αίτηση διεθνούς προστασίας σε κράτος – μέλος της Ε.Ε. και το κράτος θεωρεί ότι υπεύθυνο για την εξέταση της εν λόγω αιτήσεως είναι άλλο κράτος – μέλος, το πρώτο κράτος μπορεί να προβεί στην υποβολή «αιτήματος αναδοχής» προς το δεύτερο το αργότερο εντός τριών μηνών από την ημερομηνία που κατατέθηκε η αίτηση για διεθνή προστασία.
Τη σχετική απόφαση έλαβε η γενική εισαγγελέας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, η οποία αναγνωρίζει ότι, μετά την παρέλευση τριμήνου, ο αιτών άσυλο έχει δικαίωμα να αρνηθεί τη μεταφορά του στην ευρωπαϊκή χώρα στην οποίως αρχικώς εισήλθε.
Σύμφωνα με το σκεπτικό της γενικής εισαγγελέως, ο κανονισμός Δουβλίνο III, ήτοι η κρίσιμη εν προκειμένω ρύθμιση, δεν αποτελεί πλέον «αμιγώς διακρατικό μηχανισμό», η δε εφαρμογή των προθεσμιών έχει «ουσιαστικές συνέπειες τόσο για τους αιτούντες όσο και για τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη».
Η ανάπτυξη των προτάσεων της γενικής εισαγγελέως, οι οποίες δεν δεσμεύουν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, έγιναν με αφορμή την υπόθεση υπηκόου της Ερυθραίας ο οποίος ζήτησε άσυλο στη Γερμανία. Οι γερμανικές αρχές ανακάλυψαν οτι είχε φθάσει στη Γερμανία, μέσω Ιταλίας, και συνεπώς θεώρησαν ότι το αίτημα ασύλου έπρεπε να υποβληθεί στις ιταλικές αρχές.
Ο αιτών άσυλο ισχυρίστηκε οτι είχε παρέλθει το τρίμηνο από την πρώτη υποβολή ασύλου στη Γερμανία και αρνήθηκε τη μεταφορά του στην Ιταλία.