Με στρατηγική δυο Eurogroup για την ολοκλήρωση της συμφωνίας προσέρχεται σήμερα η ελληνική κυβέρνηση στη σύνοδο της των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, ενώ από την άλλη πλευρά ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε θα επιχειρήσει να κάψει σενάρια και να επιταχύνει τον χρόνο έτσι ώστε να υπάρξει συμβιβασμός σε λύση ανάγκης που θα υποχρεώνει την Ελλάδα να συναινέσει σε πρόταση που θα καταθέσει η Κομισιόν θέλοντας να αποφύγει αδιέξοδο.
Σε αυτό το πλαίσιο δεν είναι τυχαίο ότι τόσο η Κριστίν Λαγκάρντ όσο και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος έχουν προλειάνει με δηλώσεις τους το έδαφος για παράταση των διαπραγματεύσεων έως τα μέσα Ιουνίου, ενώ από την άλλη πλευρά ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε επιχειρεί να διαμορφώσει ασφυκτικά πλαίσια και να αναγκάσει την ελληνική κυβέρνηση να επικεντρώσει τις προσπάθειες της στο ζήτημα του χρέους.
Διαβάστε εδώ όλες τις εξελίξεις γύρω από την ελληνική κρίση
Κατευθύνοντας τις διαπραγματεύσεις με την τακτική “hard to get” o Γερμανός υπουργός Οικονομικών επιχειρεί να εξαντλήσει τη συζήτηση και τα media στο ζήτημα της ελάφρυνσης, στη συνέχεια με μια συμφωνία στα μοντέλα προοδευτικής μείωσης του κόστους εξυπηρέτησης, θα μπορέσει να ζητήσει από την ελληνική κυβέρνηση ανταλλάγματα, τα οποία θα εστιάζουν στη διατήρηση του καθεστώτος επιτροπείας από τον ESM.
Όπως έχει επισημάνει το Crisis Monitor το end game του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είναι διττό, αφενός στοχεύει στην αναβάθμιση του ESM και τον περιορισμό της θεσμικής ισχύος της Κομισιόν, που συνεπάγεται διαφορετικό τρόπο λήψης αποφάσεων. Αφετέρου επιδιώκει τη δημιουργία ενός προγράμματος μείωσης χρέους με παράλληλες δράσεις από την Ελλάδα και τους πιστωτές, το οποίο μεταφράζεται σε δέσμευση για βήμα-βήμα εφαρμογή μέτρων ελάφρυνσης με αντίστοιχες αποκρατικοποιήσεις από την ελληνική κυβέρνηση μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Διαβάστε επίσης: Συμφωνία για παράταση στο Eurogroup
Το πλαίσιο αυτό έχει διαφανεί άλλωστε από την επικίνδυνη για τα ελληνικά συμφέροντα έκθεση του Peterson Institute, η οποία αν και διαπίστωνε αδυναμία επίτευξης υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων για μακρά χρονική περίοδο και ζητούσε μεγαλύτερη δέσμευση του ESM, κατεύθυνε τη συζήτηση στην ανάγκη παρακίνησης της Ελλάδας για την εφαρμογή νέων μεταρρυθμίσεων που θα συνεισφέρουν στη μείωση του χρέους.
Διαβάστε επίσης: Συμφωνία η blame game στο Eurogroup
Από ελληνικής πλευράς όμως απώτερος στόχος είναι η επαναφορά της χώρας και της οικονομίας στην ομαλότητα και κανονικότητα, που συνεπάγεται έξοδο από το Μνημόνιο και από τον μηχανισμό επιτήρησης του ESM και επιστροφή στην χώρο ευθύνης της Κομισιόν. Με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση θα έχει μεγαλύτερο περιθώριο στη χάραξη εθνικής οικονομικής πολιτικής.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο είναι διατεθειμένο να παραμείνει στις θέσεις του για την ανάληψη ουσιαστικών δεσμεύσεων για τη μείωση του χρέος από τους Ευρωπαίους και να στηρίξει τις ελληνικές θέσεις όσον αφορά την αποφυγή της κηδεμονίας, από τη στιγμή που η κυβέρνηση αποδέχεται τη διαμόρφωση μηχανισμού διασφάλισης εφαρμογής των συμφωνηθέντων.
Η Κομισιόν έχοντας αναλάβει ρόλο διαμεσολαβητή θα βρεθεί στην πλέον δύσκολη θέση να πιέζει για συγκλίσεις και συμβιβασμούς τη στιγμή που ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε θα επιχειρήσει να μπλοκάρει τις διαπραγματεύσεις και ενώ η ελληνική κυβέρνηση θα φαίνεται να θέτει μαξιμαλιστικές απαιτήσεις.
Κομβικής σημασίας είναι η τεχνική θέση της ΕΚΤ απέναντι στη συμφωνία για το χρέος, το μόνο επίπεδο στο οποίο έχει ουσιαστική παρέμβαση.
Με τις συζητήσεις να οδηγούνται σε αδιέξοδο η Κομισιόν θα αναλάβει νέα πρωτοβουλία συμβιβασμού εισηγούμενη τον διαχωρισμό της αξιολόγησης και της εκταμίευσης της δόσης από τη διαδικασία ελάφρυνσης του χρέους, θέση που θα φέρει την ελληνική αποστολή στη δύσκολη θέση της απόρριψης.
Τα media ως μοχλός πίεσης
Σε αυτό το σημείο οι διαρροές θέσεων και αντιθέσεων στα media θα λειτουργήσουν ως μοχλός πίεσης προς την ελληνική κυβέρνηση με στόχο να την οδηγήσουν είτε στην πρόταση της Κομισιόν που αφαιρεί χαρτιά από τα χέρια της ελληνικής διαπραγματευτικής ομάδας και περιορίζει το ρίσκο και την αβεβαιότητα, είτε στην άρον, άρον αποδοχή της πρότασης του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για συνολική συμφωνία αλλά με… επιτροπεία.
Όπως προκύπτει από τα δημοσιεύματα των διεθνών media και τις δηλώσεις αξιωματούχων, για την ώρα η συζήτηση επικεντρώνεται μόνο στο ζήτημα του reprofiling του ελληνικού χρέους και όχι στο ζήτημα της διαδικασίας που αυτό θα επιτευχθεί, γεγονός που καταδεικνύει τις έντονες και ουσιαστικές παρασκηνιακές διεργασίες σε αυτό το επίπεδο.
Το σκηνικό που έχει στηθεί
Μολονότι Ελλάδα και δανειστές έχουν συμφωνήσει στις οικονομικές λεπτομέρειες, η ολοκλήρωση της αξιολόγησης έχει πάει πίσω χρονικά λόγω διαφωνιών ανάμεσα στους βασικούς πιστωτές της σχετικά με το ύψος της ελάφρυνσης του χρέους που χρειάζεται, επισημαίνει το Bloomberg.
Στην καρδιά του αδιεξόδου βρίσκεται η στάση του ΔΝΤ, που εμφανίζεται διστακτικό να συμμετάσχει στο πρόγραμμα εκτός αν οι Ευρωπαίοι αναλάβουν περαιτέρω μέτρα ώστε το χρέος των 315 δισ. να καταστεί βιώσιμο, σύμφωνα με το ίδιο δίκτυο.
Χώρες όπως η Γερμανία δεν επιθυμούν αλλαγές στο προφίλ χρέους της Ελλάδας και δεν θα αποδεσμεύσουν νέα κεφάλαια αν το ΔΝΤ δεν συμμετάσχει στο πρόβλημα, αναφέρει το Bloomberg.
Μια συνολική συμφωνία για το ελληνικό χρέος «είναι ορατή ζωτικής σημασίας», δήλωσε ο Πιέρ Μοσκοβισί σε σημερινή του συνέντευξή στο France Inter.
Η ελάφρυνση χρέους είναι επίσης απαραίτητη για την ΕΚΤ, έτσι ώστε να εντάξει τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, κίνηση η οποία θα ανοίξει τον δρόμο της χώρας για επιστροφή στις αγορές.
To δημοσίευμα του πρακτορείου ειδήσεων αναφέρεται και στις δηλώσεις Ευρωπαίου αξιωματούχου νωρίτερα αυτή την εβδομάδα ότι οι πιθανότητες για συμφωνία στο Eurogroup είναι «50-50».
Σημείο – κλειδί για τη συμφωνία είναι οι προοπτικές για την ελληνική οικονομία μετά το 2018, οπότε και λήγει το πρόγραμμα. Οι λιγότερο φιλόδοξοι δημοσιονομικοί θα αύξαναν το ποσοστό ελάφρυνσης χρέους που απαιτείται.
Αν και οι δυο πλευρές συμφωνούν ότι η Ελλάδα χρειάζεται να διατηρήσει ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% επί του ΑΕΠ ως το 2022 – που δεν θα συμπεριλαμβάνει τις πληρωμές τόκων – ωστόσο διαφωνούν για το ποιο θα πρέπει να είναι το πρωτογενές πλεόνασμα μετά από αυτόν τον χρονικό ορίζοντα.