Σενάρια, ειδήσεις, συζητήσεις και τελικά απόλυτο σκοτάδι. Κάπως έτσι θα μπορούσε να σκιαγραφηθεί το τοπίο των διαπραγματεύσεων για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης της Ελλάδας, η οποία είναι προγραμματισμένο να ολοκληρωθεί τεχνικά και πολιτικά πριν τις 12 Απριλίου.
Αν η ιστορία έχει αποδείξει ότι στις διαπραγματεύσεις Ελλάδας-δανειστών ότι οι προθεσμίες είναι για να χάνονται και οι κόκκινες γραμμές για να καταπατούνται, σε αυτή τη φάση φαίνεται ότι υπάρχει έντονο παρασκήνιο, το οποίο είναι συνήθως πιο παραγωγικό από το προσκήνιο.
Τις τελευταίες ημέρες μια σειρά από αληθοφανή σενάρια, λιγότερο πραγματικές ειδήσεις, φήμες και υποθέσεις έχουν δει το φως της δημοσιότητας και έχουν αυτομάτως καεί στην πυρά. Αυτό συμβαίνει σχεδόν πάντα όταν σενάρια δημοσιοποιούνται πολύ καιρό πριν τον χρονικό ορίζοντα μιας συμφωνίας. Συνήθως για το λόγο αυτό διαρρέονται, καθώς κάποια από τις πλευρές δεν επιθυμεί την υλοποίησή τους, οπότε διαρρέοντας τις πληροφορίες τα αποκαλύπτει και τα καθιστά πλέον άχρηστα στη διαπραγμάτευση.
Αυτό είναι το μόνο πραγματικό σενάριο για τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών, καθώς εκθέσεις, “κρυφά χαρτιά” και πληροφορίες εμφανίζονται στα media, ενώ οι τεχνικές συζητήσεις για τα επιμέρους ζητήματα είναι παγωμένες σε πολύ λεπτά σημεία.
Με τη διεθνή ατζέντα να έχει στραφεί στις Ολλανδικές εκλογές, τις τουρκικές προκλήσεις και το trump-effect η περίοδος φαίνεται να προσφέρει το ιδανικό προπέτασμα καπνού κάτω από το οποίο παρασκηνιακές συμφωνίες μπορούν να υλοποιηθούν με την προσδοκία της πιο ελεγχόμενης δημοσιότητας.
Η σιωπή από τα κύρια πολιτικά πρόσωπα και τους επικεφαλής των διαπραγματευτικών ομάδων είναι ενδεικτική της σοβαρότητας των στιγμών και της έντασης των παρασκηνιακών επαφών.
Σύμφωνα με αλληλογραφία που ανταλλάσσουν οι θεσμοί και ελληνικό υπουργείο Οικονομικών, το ζήτημα του χρέους, των πλεονασμάτων, καθώς και τα εργασιακά και φορολογικά θα λυθούν στο πλαίσιο ενός ευρύτερου πακέτου αναπτυξιακών κινήτρων το οποίο θα έχει σαφή διάρθρωση και προϋποθέσεις και θα αποτιμάται συνολικά ως προς την επίδρασή του στην ανάπτυξη, τους στόχους για τα έσοδα και τις δαπάνες.
Αυτό που προσδιορίζουν αυτή τη στιγμή οι τεχνικές ομάδες, με βάση τα στοιχεία των τελευταίων ετών, είναι ένα νεο σετ πολλαπλασιαστών οι οποίοι θα ενσωματωθούν στις προβλέψεις για την απόδοση των μέτρων και οι οποίοι θα μεταβάλλονται -σχεδόν σε πραγματικό χρόνο-.
Με τον μηχανισμό θα επιχειρηθεί να καμφθούν πολιτικά προβλήματα και ζητήματα διασφάλισης της βιωσιμότητας του χρέους μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, ενώ θα απαιτηθούν βραχυχρόνιες προσαρμογές στο επίπεδο του χρέους και των φορολογικών, μεσοπρόθεσμες στο πλεόνασμα και μακροπρόθεσμες σε χρέος και συνταξιοδοτικό και εργασιακά.