Εν μέσω διασταυρούμενων πυρών βρίσκεται η Ελλάδα καθώς η ένταση Τουρκίας-Ολλανδίας από τη μια και οι πολλαπλές εστίες ανάφλεξης στα Βαλκάνια δημιουργούν ένα άκρως επικίνδυνο ναρκοπέδιο η επιβίωση μέσα στο οποίο καθίσταται διαρκώς δυσκολότερη. Η διεύρυνση μετώπων όπως αυτό της Τουρκίας, η συγκρότηση περιφερειακών συμμαχιών και η προσπάθεια σαφούς διαχωρισμού σφαιρών επιρροής στην ευρύτερη Ευρασιατική περιοχή, λόγω της στρατηγικής συρρίκνωσης του ρόλου των ΗΠΑ που εφαρμόζει ο Ντόναλντ Τραμπ δημιουργεί νέες εντάσεις και εκρήξεις, ο χρονισμός των οποίων θα μπορούσε να προκαλέσει αλυσιδωτή αντίδραση.
Με τις ΗΠΑ να επιβεβαιώνουν υπό προϋποθέσεις τη στήριξή τους στο NATO και τις συμμαχίες τους, τη Ρωσία να διεκδικεί με όλα τα μέσα επανάκτηση σφαιρών επιρροής που είχε χάσει από την κατάρρευση της ΕΣΣΔ στα Βαλκάνια, την Ευρώπη σε πλήρη έλλειψη κοινού παρονομαστή και με τις φυγόκεντρες τάσεις να εντείνονται η τουρκική σφήνα με αφορμή το δημοψήφισμα και σε συνάρτηση με τη στήριξη που παρέχει στην Άγκυρα η Μόσχα, μπορεί να αποδειχθεί σε καταλύτη εξελίξεων τόσο στα Βαλκάνια όσο και στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη.
Το Trump Effect και η αδυναμία της Ευρώπης
Η καταγεγραμμένη αδυναμία τόσο των ΗΠΑ όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ελέγξουν αποτελεσματικά πολιτικά και στρατιωτικά την περιοχή της Ανατολικής Ευρώπης και των Δυτικών Βαλκανίων αποτελεί την αδυναμία που εκμεταλλεύεται η Ρωσία τόσο για να μπορέσει να ανακτήσει συμμαχίες με χαμηλότερο κόστος όσο και για να ενισχύσει τα διαπραγματευτικά της χαρτιά για τη μεγαλύτερη γεωπολιτική σκακιέρα.
Η Ευρώπη αν και αρχικά -κατά την εκλογή Γιούνκερ- άφησε την περιοχή των Βαλκανίων στο NATO “σκοτώνοντας” την προοπτική εισόδου νέων χωρών στην ΕΕ, τώρα -μετά τη σύνοδο των Βερσαλλιών, επιχειρεί να ανοίξει εκ νέου αυτό το κεφάλαιο, καθώς το NATO αποδεικνύεται αδύναμο πολιτικά να καλύψει τα μέλη του.
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η επίσπευση της δημιουργίας Ευρωστρατού που υπαγορεύεται από την ανάγκη ενίσχυσης της Ευρωπαϊκής συνοχής, ιδιαίτερα με χώρες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης όπου η επιρροή του Πούτιν ενισχύεται και το νέο γεωστρατηγικό δόγμα των ΗΠΑ δεν εγγυάται πολλά πράγματα.
Παιχνίδια με τα σπίρτα μέσα στην πυριτιδαποθήκη των Βαλκανίων
Σε αυτό το διαρκώς μεταβαλλόμενο σκηνικό αρκετές από τις εστίες έντασης ή και τις θρυαλλίδες που χρησιμοποιούνται για να πυροδοτήσουν την ανάφλεξη, εφάπτονται των ελληνικών συνόρων, με τις χώρες που εμπλέκονται όμως στο παιχνίδι να είναι αρκετά αδύναμες ώστε να αδυνατούν να ελέγξουν τον πληθυσμό τους, ακόμα και τις υπηρεσίες πληροφοριών και το στρατό τους, γεγονός που προσθέτει αρκετές ακόμη άγνωστες παραμέτρους στην εξίσωση.
Όπως είχε εγκαίρως επισημάνει το Crisis Monitor στις 3 Φεβρουαρίου στο κείμενο με τίτλο “Φωτιά στην αυλή της Ελλάδας“:
Αλληλουχίες γεγονότων, γεωπολιτικές καραμπόλες, παρεμβάσεις υπηρεσιών πληροφοριών και μια σειρά πολιτικών «ατυχημάτων» έχουν δημιουργήσει ένα ιδιαίτερα εύφλεκτο σκηνικό. Κυβερννήσεις, θεσμικοί και εξωθεσμικοί παίζτες προσπαθούν να εκμεταλλευτούν την αλλαγή σκυτάλης και πολιτικής στις ΗΠΑ καθώς και την αναδιάταξη ισορροπιών στην Ευρώπη για να δημιουργήσουν τετελεσμένα ή να προδιαγράψουν εξελίξεις, δημιουργώντας συνθήκες που μπορεί να αποσταθεροποιήσουν ολόκληρη την περιοχή.
Η κατάσταση όμως τώρα έχει ξεδιπλωθεί περαιτέρω εγείροντας νέες ανησυχίες για τη δυνατότητα των παιχτών να ελέγξουν τα πιόνια τους και για το ύφος, την ένταση και τις παράπλευρες απώλειες των κεντρικών συγκρούσεων.
Το Crisis Monitor πριν από ένα μήνα και δέκα μέρες σκιαγραφούσε την κατάσταση ως εξής:
Από το –όχι τυχαίο- ξέσπασμα του αλβανικού εθνικισμού τόσο προς την Ελλάδα όσο και προς το Κοσσυφοπέδιο, την αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης στην πΓΔΜ και τους κλυδωνισμούς στη νεοεκλεγείσα κυβέρνηση της Ρουμανίας, τα γεγονότα υποδεικνύουν αλλεπάλληλες συγκρούσεις και διαρκώς κλιμακούμενη ένταση.
Έκτοτε μετά βίας σταθεροποιήθηκε η κεντροαριστερή κυβέρνηση της Ρουμανίας, την πολιτική κρίση εκεί προκαλούσαν δυτικά media και πρώην δυτικόφιλες κυβερνήσεις, ενώ με την αποσταθεροποίηση φλερτάρει η Βουλγαρία.
Διαβάστε επίσης: Η Άγκυρα «ρίχνει λάδι» στην ευρωπαϊκή «φωτιά»
Ανησυχητικά ρευστό παραμένει το πολιτικό σκηνικό στην πΓΔΜ και την Αλβανία, όπου το ενδεχόμενο η πολιτική κρίση θα εξελιχθεί σε εθνοτικά ξεσπάσματα βίας είναι ορατό. Την ίδια στιγμή οι ίδιες δυνάμεις οδηγούν σε εθνικιστικά ξεσπάσματα στο Κοσσυφοπέδιο, που οι εθνικιστές ζητούν ακόμη και αλλαγή του ρόλου του NATO. Εξελίξεις και συνθήκες που δίνουν όμως άλλοθι στη Μόσχα να επενδύσει στην προσέγγιση με τη Σερβία και να τροφοδοτήσει τον ρωσόφιλο εθνικισμό στο Μαυροβούνιο.
Παράλληλα ο Βλάντιμιρ Πούτιν προσεγγίζει και μέχρι πρότινος φανατικό πολέμιο της Μόσχας Βίτορ Ορμπαν, τον ακροδεξιό πρωθυπουργό της Ουγγαρίας, ο οποίος βρίσκεται σε ανοιχτή σύγκρουση με τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο με αφορμή το μεταναστευτικό.
Η επαναπροσέγγιση Πούτιν-Ερντογάν αν και μπορεί μεσοπρόθεσμα να οδηγήσει στη σταθεροποίηση της Τουρκίας μέσω της ενίσχυσης της οικονομίας και της χαλιναγώγησης του Τούρκου πρωθυπουργού, βραχυπρόθεσμα πυροδοτεί -και μάλλον στοχευμένα- τον τουρκικό αλυτρωτισμό και οδηγεί σε μια ευρύτατη σύγκρουση με τον ευρωπαϊκό πυρήνα από την οποία κινδυνεύει πρώτα η Ελλάδα.
Με δεδομένη τη διαρκώς κλιμακούμενη τουρκική προκλητικότητα σε όλα τα μέτωπα (πολιτικό, διπλωματικό και στρατιωτικό) και με την Άγκυρα να ελέγχει τις προσφυγικές ροές, να κρατάει στον πάγο το Κυπριακό και να προβάλλει ακόμα και εδαφικές διεκδικήσεις έναντι της Ελλάδας, η στήριξη Πούτιν στον Ερντογάν μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα επικίνδυνη για τη σταθερότητα στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο.
Η εξελισσόμενη σύγκρουση με Τουρκίας-Ολλανδίας με αφορμή την απαγόρευση ομιλίας και προσγείωσης του αεροσκάφους του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών στη Χάγη, η ένταση στις διμερείς σχέσεις έχει σκαρφαλώσει σε πρωτόγνωρα επίπεδα με απειλές τόσο στο πλαίσιο των σχέσεων των δυο χωρών αλλά και ευρύτερες προς την Ευρώπη και την Ελλάδα και πάγωμα των προενταξιακών διαπραγματεύσεων ΕΕ-Τουρκίας.
Αν όμως η σύγκρουση Τουρκίας-Ολλανδίας ερμηνευθεί και χρονικά, καθώς ακολουθεί την -τέταρτη σε επτά μήνες- συνάντηση Πούτιν Ερντογάν και την -σχεδόν- πλήρη αποκατάσταση των διμερών σχέσεων, τότε αντιλαμβάνεται κανείς ότι η Τουρκία δεν ενεργεί μόνη.
Διαβάστε επίσης: Στημένη η κρίση Τουρκίας-Ολλανδίας: Μέρκελ-Πούτιν και τα πιόνια τους
Αυτό το σκεπτικό ενισχύεται περαιτέρω από την απόφαση για τη μη-χρήση υπολογιστών και ηλεκτρονικών συστημάτων στις Ολλανδικές εκλογές υπό το φόβο ρώσικης παρέμβασης μέσω hackers. Συνεπώς με την Ολλανδία να έχει δείξει τον Πούτιν ως εν δυνάμει κίνδυνο για τη χώρα, η σύγκρουση με τον Ερντογάν που προσδέθηκε πλήρως στο άρμα του Ρώσου προέδρου μόνο τυχαία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί.
Σε αυτό το περίπλοκο και ευμετάβλητο και εκρηκτικό πολιτικό σκηνικό η Ελλάδα καλείται να διασφαλίσει την εσωτερική της ασφάλεια, από περιστατικά όπως αυτά με τους αλβανικής καταγωγής φαντάρους και ενδεχόμενες εθνικιστικές εξάρσεις, έως επεισόδια με την Τουρκία στο Αιγαίο. Εχοντας όμως ελλιπή κάλυψη τόσο από την Ευρώπη όσο και από το NATO το έργο καθίσταται δυσχερές και πιο επικίνδυνο.