Η αποχώρηση της τρόικα χωρίς την επίτευξη συμφωνίας σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων (staff level agreement) βαρύνει αρνητικά στο προφίλ της Ελλάδας και αποδυναμώνει την κυβέρνηση πολιτικά και διαπραγματευτικά και αναμένεται να οδηγήσει σε νέο γύρο πολιτικών παρεμβάσεων, στις οποίες θα ζητηθούν από την ελληνική κυβέρνηση νέες υποχωρήσεις αλλά και από τον ESM αμεσότερα μέτρα για χρέος και ενδεχομένως εκπτώσεις σε πλεονάσματα.
Μείζον θέμα για την επίτευξη συμφωνίας ήταν η αποδοχή από όλους των στοιχείων για την κατάσταση της οικονομίας, κάτι που δεν έγινε εφικτό, καθώς Ελλάδα και ΕΕ είχαν επιλέξει μια πιο αισιόδοξη εκδοχή, βασιζόμενες στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και κατηγορούσαν το ΔΝΤ για ανεπίκαιρα στοιχεία και απαισιόδοξες εκτιμήσεις.
Η ελληνική κυβέρνηση αποδεχόμενη μάλιστα την αισιόδοξη προσέγγιση πιστοποιούσε τη βιωσιμότητα του χρέους με μικρές παρεμβάσεις στο προφίλ, αποδεχόταν δηλαδή το γερμανικό σενάριο, κάτι που είχε πράξει παλαιότερα και η κυβέρνηση Σαμαρά, με τα ίδια αποτελέσματα.
Πλέον η συζήτηση επιστρέφει σε πολιτικό επίπεδο καθώς τα νέα στοιχεία επαναπροσδιορίζουν δημοσιονομικό κενό, προοπτικές και δυνατότητες της οικονομίας, ενώ οι καθυστερήσεις υποσκάπτουν τη θετική δυναμική και καίνε ακόμα και τις τελευταίες θετικές προβλέψεις.
Το χρονικό του προαναγγελθέντος ναυαγίου
Η συμφωνία Ελλάδας-ESM-Κομισιόν επί του αισιόδοξοι σεναρίου πιστοποιήθηκε και στο Eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου, όπου αποφασίστηκε η επιστροφή των τεχνικών κλιμακίων και όπου για ακόμη μια φορά ζητήθηκε από το ΔΝΤ να αλλάζει… σελίδα.
Το αισιόδοξο σενάριο αποτυπώθηκε και στην Φθινοπωρινή έκθεση για την Ευρώπη και την Ελληνική Οικονομία, όπου όλα τα στοιχεία έδειχναν υπεραπόδοση όλων σχεδόν των δεικτών.
Το deal όμως δεν ήταν ολοκληρωμένο καθώς η ΕΚΤ δεν είχε εκδώσει την έκθεση βιωσιμότητα τους χρέους, προσπαθώντας να αποφύγει ακριβώς αυτή την παγίδα των προβλέψεων και επιθυμώντας να βασιστεί σε τελικές μετρήσεις.
Τα παγιδευμένα… στατιστικά
Το ΔΝΤ βαλλόμενο πανταχόθεν δέχεται να αλλάξει σελίδα εφόσον τα στοιχεία που θα ανακοινωθούν από την ΕΛΣΤΑΤ πιστοποιηθούν από τη Eurostat, διαρρέοντας μάλιστα και σενάριο για ανεξάρτητο παρατηρητή του Ταμείου στη διαδικασία.
Αυτή ήταν η στιγμή που ο συνασπισμός Ελλάδας-Γερμανίας-Κομισιόν δέχθηκε το καίριο πλήγμα, καθώς στόχος ήταν να πιεστεί το ΔΝΤ να συμφωνήσει επί των Ευρωπαϊκών προβλέψεων χωρίς να εκδοθούν τα τελικά στοιχεία, τα οποία άπαντες γνώριζαν ότι δεν θα ήταν τόσο ενθαρρυντικά.
Για το ΔΝΤ δεν χρειαζόταν παρά τα στοιχεία να είναι λίγο πιο απαισιόδοξα από τις προβλέψεις για να αποδείξει τους ισχυρισμούς του ότι η αισιοδοξία μπορεί να… “σκοτώσει”.
Όταν η ΕΛΣΤΑΤ αναγκάστηκε υπό την πίεση των εξελίξεων να εκδώσει τα προκαταρκτικά στοιχεία για το τέταρτο τρίμηνο του 2016 και το σύνολο του έτους, το ΔΝΤ είχε πλέον κάθε λόγο να ζητά περισσότερα και τα στοιχεία για να το αποδείξει.
Μετά την δημοσιοποίηση των στοιχείων τα τεχνικά κλιμάκια έκαναν μια τελευταία προσπάθεια να προσδιορίσουν το χάσμα και στη συνέχεια διέκοψαν τις διαπραγματεύσεις ώστε να αναθεωρήσουν προτάσεις και πακέτα.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο παρουσίασε μέρη από το δικό του μνημόνιο, το λεγόμενο MEFP, αντίστοιχο του ευρωπαϊκού MOU. Το ΜΕFP είναι ένα ιδιαίτερα τεχνικό κείμενο που η ελληνική πλευρά διαπραγματεύεται για πρώτη φορά από τον Δεκέμβριο του 2014 με πολύ πιο επιθετικό τόνο από το αντίστοιχο ευρωπαϊκό μνημόνιο, απαριθμώντας τα σημεία διαφωνίας και όχι συμφωνίας συνοδευόμενο από ένα σφιχτό χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης των μεταρρυθμίσεων. Για να επιτευχθεί συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο, τα δύο μνημόνια, ευρωπαϊκό και του Ταμείου, πρέπει να συγκλίνουν ώστε να είναι σχεδόν ταυτόσημα.
Καθώς το χάσμα παραμένει μεγάλο, αναμένεται να υπάρξει δεύτερη αποστολή των εκπροσώπων των θεσμών ίσως και μετά το Eurogroup στις 20 του μηνός.