Παράταση των κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας μέχρι την επίτευξη διαρκούς και απαραβίασης εκεχειρίας στην Ουκρανία και μέχρι την απομάκρυνση των βαρέων όπλων, αποφάσισε το συμβούλιο Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που συνεδρίαση υπό τη Φεντερίκα Μονγκερίνι σήμερα στις Βρυξέλλες.
Η απόφαση του συμβουλίου Εξωτερικών της ΕΕ ήταν εν πολλοίς αναμενόμενη καθώς η κλιμάκωση των εντάσεων στην Ουκρανία δεν επιτρέπει αλλαγή στάσης απέναντι στη Μόσχα, όχι τουλάχιστον στη δημόσια διπλωματία.
Υπέρ της διατήρησης των κυρώσεων στη Ρωσία τάχθηκε και ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τράμπ, υποστηρίζοντας ότι είναι νωρίς ακόμα για να συζητηθεί η αλλαγή πολιτικής, αν και ο ίδος έχει ως στρατηγικό στόχο την επαναπροσέγγιση.
Ωστόσο η Ουκρανία δεν είναι το μόνο μέτωπο που έχει η Ρωσία με την ΕΕ καθώς η Άγκελα Μέρκελ έχει δηλώσει δημοσίως ότι ανησυχεί για επίθεση Ρώσων hackers και του μηχανισμού προπαγάνδας (fake news) στις γερμανικές εκλογές. Τομ ισχυρισμό αυτό επιβεβαίωσε αργότερα και ο επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών της Γερμανίας.
Το ζήτημα όμως δεν εξανλτείται εκεί καθώς στην ΕΕ υπάρχουν και αρκετές φιλορωσικές κυβερνήσεις που επιθυμούν ανατροπή του status quo και διαχωρίζουν τη θέση τους από την Ευρωπαϊκή πολιτική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο ακροδεξιός πρωθυπουργός της Ουγγαρία Βίκτορ Ορμπάν.
Ο κ. Ορμπάν υποδέχθηκε τον Βλάντιμιρ Πούτιν την προηγούμενη εβδομάδα και υπέγραψαν ενεργειακές και αμυντικές συμφωνίες αρκετών δισεκατομμυρίων.
Το Βερολίνο προτίμησε να περάσει χωρίς τυμπανοκρουσίες την αλλαγή ενεργειακής πολιτικής και τη διεύρυνση της συνεργασίας με τη Gazprom, κίνηση που αποτελεί απόδειξη της “back channel diplomacy” που έχει υιοθετήσει η Άγκελα Μέρκελ.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι το μέλλον ων κυρώσεων θα επανεξεταστεί από συμβούλιο εξωτερικών υποθέσεων το καλοκαίρι του 2017, λίγο πριν από τις εκλογές σε Γερμανία, Γαλλία και Ολανδία, συγκυρία που δίνει στρατηγικό πλεονέκτημα στον Βλάντιμιρ Πούτιν για άσκηση πιέσεων και παρέμβαση στην πολιτική ατζέντα των δυο χωρών.