Να ολοκληρώσει τις διαδικασίες αναδιάρθρωσης και μεταφοράς δανείου 300 εκατ. του Ντόναλντ Τράμπ πριν τις 20 Ιανουαρίου επιχειρεί η Deutsche Bank με στόχο να αποφύγει σύγκρουση συμφερόντων που θα μπορούσε να βάλει τόσο τον πρόεδρο των ΗΠΑ όσο και τη γερμανική τράπεζα σε μεγάλα προβλήματα.
Οποιουσδήποτε όρους περιλάβει αυτή η αναδιάρθρωση, θα αντικατοπτρίζουν την πολυπλοκότητα της σχέσης της μεγαλύτερης τράπεζας της Γερμανίας και του υψηλού προφίλ πελάτη της.
Το όνομα του Ντόναλτ Τραμπ αποτελούσε από μόνο του εγγύηση για οποιαδήποτε ανάληψη δανειοδότησης πραγματοποιούσε, εξασφαλίζοντας ευνοϊκότερους όρους για το Ίδρυμα Τραμπ.
Με την ιδιότητα του προέδρου όμως, η προσωπική δέσμευση αφαιρείται τουλάχιστον κατά τη διάρκεια της θητείας του, γεγονός που θα μπορούσε να επιφέρει αυστηρότερους όρους στη δανειοδότηση και η τράπεζα προσπαθεί να αναδιαρθρώσει ένα μέρος των $ 300 εκατομμυρίων χρέους του οργανισμού για να αποφύγει οποιαδήποτε σύγκρουση συμφερόντων.
Ταυτόχρονα, ο Γενικός Εισαγγελέας που θα ορίσει ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ, θα κληρονομήσει μια έρευνα για την Deutsche Bank, σχετιζόμενη με συναλλαγές μετοχών για πλούσιους πελάτες της στη Ρωσία, με την οποία ο Ντόναλτ Τραμπ σχεδιάζει να βελτιώσεις διπλωματικές σχέσεις.
Η έρευνα ενδεχομένως να φέρει την τράπεζα αντιμέτωπη με νέα προβλήματα και επιπλέον έρευνες ενυπόθηκων τίτλων με ποινή ύψους πολλών εκατομμυρίων, λίγο μετά το συμβιβασμό αντίστοιχης υπόθεσης της τράπεζας με τις αμερικανικές αρχές και ενώ ακόμη εκκρεμούν υποθέσεις καταναλωτών και επενδυτών.
Διαβάστε επίσης: Η Deutsche θα πληρώσει 7,2 δισ. στις ΗΠΑ
Και οι αποφάσεις για τις τράπεζες που λαμβάνονται από πολιτικά διορισμένους αξιωματούχους, των οποίων ο πρόεδρος οφείλει σε αυτές χρήματα, εγείρουν τουλάχιστον σοβαρά ερωτήματα δεοντολογίας, καθώς ευνοϊκότερες ρυθμίσεις ή/και χαλαρότερα μέσα επιβολής από τις ρυθμιστικές αρχές θα μπορούσαν να αμφισβητηθούν ως προς το άμεμπτο της επιλογής τους.
Σχολιασμός από την Deutsche Bank δεν έχει γίνει και ο γενικός σύμβουλος του Οργανισμού Τραμπ, σε μια προσπάθεια υποβάθμισης του γεγονότος δήλωσε πως τα δάνεια προς την τράπεζα χαρακτηρίζονται μέτριας σημαντικότητας συγκριτικά με πλαίσιο της αυτοκρατορίας δισεκατομμυρίων δολαρίων Τραμπ. Η δήλωση αυτή μειώνει αντίστοιχα και τη σημασία της προσωπικής εγγύησης για τη σύναψη τους, καθώς τα δάνεια είχαν δομηθεί ώστε να μεταποιηθούν σε χρέος μετά την ολοκλήρωση των έργων.
Η προσπάθεια για αναδιάρθρωση αποτελεί το τελευταίο κεφάλαιο στη φορτισμένη σχέση του Ντόναλτ Τραμπ με την Deutsche Bank, ένα από τα λίγα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της Wall Street που συνεχίζουν να ασχολούνται με έναν άνθρωπο που αναζητούσε τη δημοσιότητα, αντισυμβατικό στην ανάπτυξη των ακινήτων του, που δεν δίστασε να μηνύσει τον δανειστή του πριν από οκτώ χρόνια.
Οι σχέσεις της Γερμανικής τράπεζας με την οικογένεια Τραμπ δεν σταματούν εδώ. Λίγες εβδομάδες πριν τις εκλογές η Deutsche Bank αναχρηματοδότησε τα περισσότερα από τα $ 370 εκατομμύρια του χρέους έναντι χώρων λιανικής, της εταιρίας του γαμπρού του, Jared Kushner, που διατηρεί στο κέντρο του Μανχάταν.
Οι συναλλαγές του Ντόναλτ Τραμπ με την Deutsche Bank ξεκίνησαν περίπου το 1998, όταν επιχειρηματικό τμήμα της τράπεζας ανέλαβε να δανειοδοτήσει με $ 125 εκατομμυρία την ανακαίνιση του κτίριο του επιχειρηματία στης Wall Street, με το τμήμα ακινήτων της τράπεζας τότε να αποτελεί έναν από τους πιο δραστήριους δανειστές του Μανχάταν και τον Ντόναλτ Τραμπ τον καλύτερο πελάτη του.
Το 2005 η τράπεζα ενέκρινε κατασκευαστικό δάνειο $ 640 εκατομμυρίων προκειμένου να μπορέσει ο νεοεκλεγείς πρόεδρος τον ΗΠΑ να χτίσει τον πύργο του στο Σικάγο. Λίγο πριν την ολοκλήρωση του έργου, και με την οικονομική κρίση να συνθλίβει την αγορά ακινήτων, αντί να πληρώσει ληξιπρόθεσμο μέρος του δανείου του, ο Ντόναλτ Τραμπ, μήνυσε την κοινοπραξία χορηγήσεων, όπου ηγείτο η Deutsche Bank, για $ 3 δισ.
[graphiq id=”2CgU2RJDyBL” title=” Περιουσιακά στοιχεία του Τράμπ ανά την Υφήλιο” width=”700″ height=”569″ url=”https://w.graphiq.com/w/2CgU2RJDyBL” ]
Στη μήνυση του υποστήριξε ότι η οικονομική κρίση ήταν ισοδύναμη με σεισμό, πυροδοτώντας ρήτρα της σύμβασης που λόγω «ανωτέρας βίας» επέτρεπε την παράταση πληρωμής που εφαρμόζεται σε έκτακτες περιστάσεις. Η Deutsche Bank, υποστήριζε ότι ο Τραμπ όφειλε $ 40 εκατομμύρια, και οι δύο πλευρές ήρθαν αργότερα σε συμβιβασμό συνεχίζοντας, περιέργως, τη συνεργασία τους.
Σήμερα, ο εκλεγμένος πρόεδρος χρωστάει περίπου $ 300 εκατομμύρια στην τράπεζα, σχεδόν το ήμισυ των εκκρεμών χρεών του, σύμφωνα με μια ανάλυση του Bloomberg. Στο ποσό αυτό περιλαμβάνεται δάνειο $ 170 εκατ. που πήρε ο Τραμπ για να ολοκληρώσει το ξενοδοχείο του στην Ουάσιγκτον, δύο υποθήκες για το θέρετρο στο Μαϊάμι και ένα δάνειο για τον πύργο του στο Σικάγο. Και τα τέσσερα χρέη λήγουν μεταξύ 2023 και 2024.
Διαβάστε επίσης: Ο Τράμπ… businessman μέχρι τον Ιανουάριο, πρόεδρος μετά
Τα πιο πρόσφατα δάνεια προέρχονται από τη μονάδα διαχείρισης ιδιωτικού πλούτου της Deutsche Bank, όπου ο Τραμπ συναλλάσσεται κυρίως με τη Rosemary Vrablic. Η Vrablic εντάχθηκε στο δυναμικό της τράπεζας το 2006, έπειτα από τις θητείες της σε άλλες εταιρίες, συμπεριλαμβανομένης και της Τράπεζας της Αμερικής. Είναι σε μεγάλο βαθμό άγνωστη στη Wall Street εκτός των ιδιωτικών τραπεζικών κύκλων και το όνομα της έγινε γνωστό όταν αναφέρθηκε σε αυτή δημόσια ο ίδιος ο Τραμπ.
Τα δάνεια, πριν από την αναδιάρθρωση φαίνονται να είναι μια win-win κατάσταση για τις δύο πλευρές. Ο Τραμπ έχει κλειδωμένο ένα χαμηλό επιτόκιο ,περίπου 2% πάνω από το σημείο αναφοράς, και έχει σχετική ελευθερία όσο αφορά τη διαχείριση του κεφαλαίου. Σε αντάλλαγμα, εγγυάται προσωπικά για τις δανειοδοτήσεις.
Όσο αφορά την αναδιάρθρωση των δανείων η τράπεζα δεν στερείται επιλογών. Μπορεί να αφαιρέσει την προσωπική εγγύηση και να απαιτήσει αύξηση του επιτοκίου ή των περιορισμών στη χρήση του κεφαλαίου. Επίσης, ο Τραμπ θα μπορούσε να δεσμεύσει κάποια περιουσιακά στοιχεία, όπως μετοχές και ομόλογα λογαριασμό προκειμένου να λειτουργήσουν αποτελεσματικά ως εγγύηση.
Ταυτόχρονα, η Deutsche Bank βρίσκεται ακόμα σε διαπραγμάτευση για τη διευθέτηση ποινής πολλών εκατομμυρίων με το υπουργείο Δικαιοσύνης για την κακή διαχείριση της πώλησης ενυπόθηκων ομολόγων σε άλλες τράπεζες και εάν δεν διευθετηθεί μέχρι τις 20 Ιανουαρίου, το τμήμα θα επιβλέπεται πλέον από τον «πελάτη» της, Ντόναλτ Τραμπ.