Σκληρό “όχι” εισέπραξε στο Δημοψήφισμα-λαιμιτόμο ο Ματέο Ρέντσι υπογράφοντας παράλληλα την πολιτική του καταδίκη και ανοίγοντας την πόρτα νέας κρίσης για την Ιταλία. Σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία οι Ιταλόί απέρριψαν τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις που πρότεινε η κυβέρνηση Ρέντσι με πλειοψηφία που αγγίζει το 60%.
Αν και τα σενάρια για την επόμενη ημέρα προετοιμάζονται επί μακρόν και η λύση της αναίμακττης μετάβασης με αναβάθμιση του υπουργού Οικονομικών Παντοάν να είναι η επικρατέστερη, εν τούτοις είναι άγνωστη η αντίδραση των αγορών, η οποία μπορεί να επιδεινώσει τις συνθήκες και να προκαλέσει πρωτόγνωρους κλειδωνισμούς όχι μόνο στην Ιταλία αλλά και στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι εξελίξεις που δρομολογούνται μετά την παραίτηση του Ματέο Ρέντσι -που αναμένεται τη Δευτέρα- θα είναι ραγδαίες, καθώς προκρίνεται μεν η λύση της μεταβατικής κυβέρνησης, ώστε να αποδεχυεί μετάσταση της πολιτικής κρίσης στην οικονομία και τις τράπεζες, ωστόσο όλα θα κριθούν από την αντίδραση των αγορών και τη δυνατότητα του Μάριο Ντράγκι και της ΕΚΤ να εκτονώσουν την κατάταση και να αποτρέψουν πανικό.
«Έχασα και το λέω με δυνατή φωνή: έκανα ό,τι μπορούσα, αλλά με την ήττα δεν μπορείς να σφυρίζεις αδιάφορα», τόνισε ο Ιταλός κεντροαριστερός πρωθυπουργός. Ευχαρίστησε την σύζυγό του Ανιέζε και τα παιδιά του, με έντονη συγκίνηση. «Για να αλλάξουμε το πολιτικό σύστημα, δεν μπορούμε να μείνουμε γραπωμένοι στις καρέκλες μας», δήλωσε ο Ρέντσι, και εξήγησε ότι «οι ηγέτες του μετώπου του “όχι” θα πρέπει να αναλάβουν, τώρα, την πρωτοβουλία για την έγκριση νέου εκλογικού νόμου».
«Μπορεί να χάσει, κανείς, ένα δημοψήφισμα, αλλά η χώρα μας είναι η ωραιότερη του κόσμου», είπε ο Ρέντσι,
Ο Ντράγκι έτοιμος να αντιμετωπίσει τις αγορές
Με το θέμα των ιταλικών τραπεζών ακόμα ενεργό μια ενδεχόμεν επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, άνοδος αποδώσεων και spreads στα ομόλογα και πτώση στις τιμές των μετοχών θα μπορούσε να αποδειχθεί καταστροφική για την οικονομία της χώρας και για τη σταθερότητά της.
Προνοώντας για ένα τέτοιο ενδεχόμενο ο Μάριο Ντράγκι έχει ανακοινώσει ότι η ΕΚΤ είναι έτοιμη να παρέμβει με ειδικό σχέδιο σταθεροποίησης της ιταλικής οικονομίας και του τραπεζικού συστήματος, επεκτείνοντας το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Μια τέτοια κίνηση -που πλέον θεωρείται βέβαιη- θα διευρύνει το σχίσμα με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε οδηγώντας σε νέες εμπρηστικές δηλώσεις και σύγκρουση κορυφής στις Βρυξέλλες.
Η πολιτική σκηνή
Ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας της παράταξης του Σίλβιο Μπερλουσκόνι Forza Italia στη ιταλική Βουλή, δήλωσε ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος σημαίνει ότι ο Ματέο Ρέντσι οφείλει να παραιτηθεί.
«Είναι μια μεγάλη λαϊκή νίκη. Ο Ρέντσι πρέπει να παραιτηθεί», δήλωσε ο γραμματέας της Λέγκα Ματτέο Σαλβίνι, σχολιάζοντας τα exit poll σχετικά με το ιταλικό δημοψήφισμα. «Δεν είμαστε προληπτικοί και ευχαριστούμε τους πολίτες για την μεγάλη προσέλευση στις κάλπες», πρόσθεσε ο Σαλβίνι, σύμφωνα με τον οποίο «αν το αποτέλεσμα επιβεβαιωθεί πρόκειται για ήττα των ισχυρών εξουσιών, των χρηματιστών, τραπεζιτών και του προέδρου της Ιταλικής Ένωσης Βιομηχάνων».
Η Λέγκα ζητά άμεση προκήρυξη εκλογών, χωρίς τον σχηματισμό νέων κυβερνήσεων.
Την ίδια στιγμή έγινε γνωστό πως θα συγκληθεί εκτάκτως συνεδρίαση του Δημοκρατικού Κόμματος την ερχόμενη Τρίτη, με αρκετούς να εκφράζουν φόβους ακόμα και για την παραμονή του Ρέντσι στην προεδρία του κόμματος.
Από το αποτέλεσμα επηρεάζεται και η ισοτιμία ευρώ – δολαρίου, καθώς επεκτείνει τις απώλειες κατά 1% από το επίπεδο της περασμένης εβδομάδας στις ΗΠΑ.
Τα πρώτα exit polls που δημοσιεύθηκαν αφού έκλεισαν οι κάλπες στην Ιταλία για το δημοψήφισμα σχετικά με τη συνταγματική αναθεώρηση έδιναν ένα 55-59% υπέρ του «Όχι», ενώ το ποσοστό του «Ναι» έφτανε στο 41-45%. Αυτά τα ποσοστά έδωσαν το La7 και η Mediaset. Προβάδισμα του «Όχι» έδινε και η RAI με εκτιμώμενο ποσοστό 54-58%, έναντι 42-46%.
Η προσέλευση των Ιταλών για το δημοψήφισμα άγγιξε το 70%.
Τι αφορά το Δημοψήφισμα
Ο Ιταλός πρωθυπουργός στοχεύει στην αποδυνάμωση της Γερουσίας, ώστε να διευκολύνεται η έγκριση των νομοσχεδίων, τα οποία μέχρι τώρα πρέπει να πάρουν το «πράσινο φως» από την ιταλική βουλή και τη Γερουσία.
Έτσι, το «τέλειο διθάλαμο σύστημα» με τα δύο σώματα, τη βουλή των αντιπροσώπων και τη γερουσία που έχουν ίσες εξουσίες και χαρακτήρισε τη χώρα από την ίδρυση του ιταλικού κράτους, καταργείται.
Την ίδια στιγμή, ο αριθμός των γερουσιαστών από 315 θα μειωθεί σε 100, ενώ δεν θα εκλέγονται με άμεση ψηφοφορία από το εκλογικό σώμα, όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα, αλλά θα επιλέγονται από τα τοπικά συμβούλια.
Συνολικά, η Γερουσία θα αποτελείται από 74 τοπικούς συμβούλους, 21 δημάρχους και πέντε γερουσιαστές που θα διορίζονται από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας. Οι τελευταίοι, δεν θα είναι ισόβιοι γερουσιαστές όπως ισχύει ως σήμερα, αλλά η θητεία τους θα είναι επταετής με τη δυνατότητα ανανέωσης, ενώ η κυβέρνηση δεν θα χρειάζεται την ψήφο εμπιστοσύνης και της Γερουσίας, αλλά θα αρκεί εκείνη της βουλής.
Επομένως, ενισχύονται οι εξουσίες της κυβέρνησης, γεγονός που προκαλεί έντονες αντιδράσεις από τους επικριτές της μεταρρύθμισης.
Παράλληλα, αλλάζει ο τρόπος εκλογής του προέδρου της Δημοκρατίας, καθώς θα εκλέγεται κατά την τέταρτη ψηφοφορία από τα δύο πέμπτα της βουλής και της Γερουσίας.
Την ίδια στιγμή, καταργείται το CNEL, το Ιταλικό Συμβούλιο Οικονομίας και Εργασίας, το οποίο αποτελείται από 65 συμβούλους που πρόκειται να μετακινηθούν αν υπερψηφιστεί η μεταρρύθμιση.
Επιπλέον, καταργούνται οι νομοί γεγονός που αυτομάτως θα σημάνει και τη μείωση της δαπάνης για τη χρηματοδότησή τους.