Διάχυτη είναι πλέον η ανησυχία σε ΗΠΑ, Ευρώπη και Ρωσία για το ενδεχόμενο αποσταθεροποίησης της Τουρκίας, καθώς η πολιτική που ακολουθεί ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν τον έχει οδηγήσει σε διεθνή καραντίνα και έχει επιδεινώσει την οικονομική κατάσταση της χώρας.
Ο Τούρκος πρόεδρος είχε επενδύσει πολλά στην >προοπτική επαναπροσέγγισης με τη Ρωσία, ωστόσο το οικονομικό όφελος είναι πολύ μικρό και θα ενσωματωθεί σταδιακά στην οικονομία, ενώ οι απώλειες που έχει υποστεί μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα και στο πλαίσιο του πογκρόμ του Ταγίπ Ερντογάν είναι πολλαπλάσιες.
Διαβάστε επίσης: Γιατί ο Γιούνκερ πετάει τον Ερντογάν στα σχοινιά
Με το κλίμα να επιδεινώνεται καθημερινά καθώς οι υψηλοί τόνοι δεν επιτρέπουν τη συνεννόηση σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο, τους οίκους αξιολόγησης να περιμένουν με το δάκτυλο στη σκανδάλη, έχοντας ήδη υποβαθμίσει αξιόχρεο και προοπτικές της τουρκικής οικονομίας, τα περιθώρια για τον Ταγίπ Ερντογάν έχουν στενέψει επικίνδυνα.
Στο πλαίσιο της αποφυγής αρνητικών εξελίξεων στην Τουρκία φαίνεται ότι εντάσσεται και η δήλωση στήριξης του νεοεκλεγέντος αντιπροέδρου, Μάικ Πενς, ο οποίος σε συνέντευξή του στη Χουριέτ, χαρατκήρησε την Τουρκία τον σημαντικότερο εταίρο των ΗΠΑ στην περιοχή.
Σήμερα σε εκδήλωση ο Ταγίπ Ερντογάν κάλεσε τους Τούρκους επιχειρηματίες να επενδύσουν στη χώρα, ακολουθώντας τους ξένους, γιατί αν δεν το πράξουν άμεσα σύντομα θα το μετανοιωσουν, σύμφωνα με τα όσα μεταδίδει το κρατικό πρακτορειο ειδήσεων Anadolu.
Η κίνηση αυτή αποδεικνύει την κατάταση στην οποία έχει περιέλθει τόσο ο ίδιος όσο και η οικονομία της χώρας, καθιστώντας πλέον σαφές και δια γυμνού οφθαλμού ότι το ενδεχόμενο αποσταθεροποίησης της χώρας είναι ορατό, όπως άλλωστε και το ενδεχόμενο αιματοχυσίας.
Με ανοιχτά ταυτόχρονα το μέτωπο της εκκαθάρισης των γκιουλενικών, το κουρδικό, το Συριακό και τις σχέσεις με ΗΠΑ και ΕΕ παγωμένες ο Ταγίπ Ερντογάν δεν θα έχχει άλλη επιλογή από την άσκηση τρομοκτικής βίας σε περίπτωση ξεσπάσματος αναταρραχών
Παράλληλα όμως >ο Ταγίπ Ερντογάν βρίσκεται σε πολιτική και διπλωματική απομόνωση καθώς η στρατηγική του στη Συρία και στο Κουρδικό δεν του έχει εξασφαλίσει μέχρι τώρα μια θέση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, ενώ οι επιθέσεις κατά των Κούρδων οδήγησαν στον αποκλεισμό των τουρκικών δυνάμεων από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις για την ανακατάληψη της Ράκα.
Διαβάστε επίσης: Και το Ιράν στριμώχνει Ερντογάν
Χωρίς αποτέλεσμα είναι όμως και η στρατηγική στο μέτωπο του Φετουλάχ Γκιουλέν καθώς οι ΗΠΑ δεν σκοπεύουν να ενδώσουν στις απαιτήσεις Ερντογάν και να τον παραδώσουν στην Τουρκία, ενώ και η Γερμανία δήλωσε ότι θα παράσχει πολιτικό άσυλο στους διωκώμενους από το καθεστώς Ερντογάν.
Βρισκόμενος αντιμέτωπος με Ουάσγικτον, Βερολίνο και Βρυξέλλες και έχοντας γευτεί την “πικρή αγάπη” του Βλάντιμιρ Πούτιν ο Ταγίπ Ερντογάν είναι αναγκασμένος να βρει λύσεις και συμμάχους στην ευρύτερη περιοχή, έτσι ώστε να δείξει κάπου το καλό του πρόσωπο και να επιδιώξει να ανακτήσει έτσι τη θέση του στη διεθνή πολιτική σκηνή.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται και οι διευκρινιστηκές δηλώσεις για τα “σύνορα της καρδίας” και η διαβεβαίωση ότι η Τουρκία δεν διεκδικεί εδάφη άλλων, έτσι ώστε να εξασφαλίσει την έξωθεν καλή μαρτυρία που απώλεσε, ανοίγοντας ταυτόχρονα όλα τα μέτωπα.
Ο Ταγίπ Ερντογάν επέλεξε τη στρατηγική αυτή υπολογιζόντας ότι λόγω της ραγδαίας επιδείνωσης των σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας η Ουάσιγκτον δεν θα έπαιρνε το ρίσκο να αφήσει την Άγκυρα να πλησιάσει τη Μόσχα, εκτίμηση που αποδείχθηκε λάθος.
Η “πικρή αγάπη” του Πούτιν
Στη συνέχεια εξαρτημένος αποκλειστικά από τον Βλάντιμιρ Πούτιν επιχείρησε να δημιουργήσει τετελεσμένα στη Συρία, ξεπέρασε όμως γρήγορα τα όρια και ενόχλησε τον Μπασάρ αλ Άσαντ τομν οποίο υποστηρίζουν οι Ρώσοι και έτσι οι τουρκικές δυνάμεις βρέθηκαν σε ξ΄νο έδαφος και πλήρως απομονωμένες.
Οι ΗΠΑ δε, φανερά ενοχλημένες για τις επιθέσεις στην κουρδική πολιτοφυλακή και η Ρωσία από τις κινήσεις που υπονομεύουν την επικράτηση του Άσαντ, επέλεξαν να αφήσουν τον Ταγίπ Ερντογάν όχι μόνο μακριά από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων αλλά και εκτεθειμένο.
Αδυνατώντας να παίξει στο κεντρικό πολιτικό παιχνίδι ο Ταγίπ Ερντογάν προσπάθησε να χρησιμοποιήσει το προσφυγικό ως μοχλό πίεσης προς την ΕΕ και τη Γερμανία έτσι ώστε να αποκομμίσει τα 3 δισ. της συμφωνίας -για να στηρίξει την οικονομία του- και επιπλέον θέση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για τη Συρία.
Οι υψηλοί τόνοι, οι διαρκείς προκλήσεις και το πογκρόμ κατά Κούρδων, πολιτικών, δημοσιογράφων και η εκκαθάριση των γκιουλενικών στο κράτος και τις ένοπλες δυνάμεις δημιούργησαν ένα κοκτέιλ αρνητικών πρακτικών και κινήσεων που δεν επέτρεψε τη διάνοιξη του διαύλου επικοινωνίας με την ΕΕ.
Η κατάσταση μάλιστα επιδεινώθηκε καθώς η Γερμανία αντιδρώντας στις πολιτικές διώξεις Κούρδων πολιτικών και δημοσιογράφων ανακοίνωσε ότι θα παράσχει άσυλο στους διωκώμενους από το καθεστώς Ερντογάν.
Αν σε αυτά συνυπολογιστούν και οι δηλώσεις Γιούνκερ ως απάντηση τόσο στον ίδιο τον Ταγίπ Ερντογάν όσο και τον πρωθυπουργό Μπιναλί Γιλντιρίμ τότε διαμορφώνεται μια μάλλον δυσοίωνη εικόνα.