Προσκολλημένη στο ευρωπαϊκό δόγμα ασφαλείας θα παραμείνει και μετά το Brexit η Μεγάλη Βρετανία, καθώς η Τερέζα Μέι -υπό την πίεση των αρχών- επέλεξε να συναινέσει σε ρυθμίσεις όπως η ανταλλαγή πληροφοριών και δειγμάτων DNA για υπόπτους τέλεσης τρομοκρατικών πράξεων στο πλαίσιο της ευρύτερης πολιτικής της ΕΕ, σύμφωνα με δημοσίευμα του Independend.
Ωστόσο η απόφασή της Βρετανίδας πρωθυπουργού έχει ήδη προκαλέσει αντιδράσεις από τους υπέρμαχους του Brexit οι οποίοι υποστηρίζουν ότι μια τέτοια απόφαση αντίκειται στο πνεύμα και τις επιταγές του Δημοψηφίσματος.
Το Κοινοβούλιο υποστήριξε την επιλογή πίσω από τη λεγόμενη “Σύμβαση Prüm” τον περασμένο Δεκέμβριο, αλλά οι υπουργοί αρνήθηκαν να μιλήσουν σχετικά με το αν η απόφαση θα εκτροχιαστεί, ύστερα από το ιστορικό δημοψήφισμα του Brexit τον Ιούνιο. Τώρα, o Υπουργός του Home Office Department, Brandon Lewis, αποκαλύπτει πως η κυβέρνηση θα προχωρήσει, με επιστολή που απέστειλε στην αρμόδια επιτροπή, η οποία ερευνά το θέμα.
Η απόφαση, έρχεται ν’ ανακουφίσει τις υπηρεσίες ασφάλειας, οι οποίες είχαν υποστηρίξει ένθερμα σε όλη την Ε.Ε, ότι “…η συνεργασία είναι απολύτως αναγκαία”, για να πιάσει ξένους εγκληματίες και τρομοκράτες που διαπράττουν αδικήματα στη χώρα. Ανώτεροι αξιωματικοί είχαν εκφράσει τις ανησυχίες τους, ότι η επαναδιαπραγμάτευση της –ομολογουμένως ζωτικής σημασίας- ανταλλαγής πληροφοριών, θα πάρει χρόνια, αυξάνοντας τα επίπεδα του φόβου στη Βρετανία. Με τα σημερινά δεδομένα όμως, οι ελπίδες για παραμονή της Βρετανίας στην Europol, αναπτερώνονται και έτσι η έκδοση πανευρωπαϊκών ενταλμάτων σύλληψης συνεχίζεται κανονικά τουλάχιστον μέχρι το τέλος του έτους, όπου θα πρέπει να παρθεί η τελεσίδικη απόφαση.
Στον αντίποδα τώρα, μερικοί βουλευτές (υποστηρικτές του Brexit), κινούνται επιθετικά, για να ‘’δέσει’’ η Βρετανία στην αστυνομία της ΕΕ τα μέτρα ποινικής δικαιοσύνης, για λόγους ‘’κόστους και δημοκρατίας’’. Παραμένουν αμετακίνητοι στο ότι μια τέτοια απόφαση, θα κοστίσει εκατομμύρια λίρες για νέα συστήματα πληροφορικής που θα επιτρέπουν στα μέλη της ΕΕ την αναζήτηση σε βάσεις δεδομένων DNA, δακτυλικών αποτυπωμάτων και κυκλοφορίας οχημάτων αυτής της χώρας. Μάλιστα, αμφισβητούν ακόμα και την εγγύηση ότι μόνο τα προσωπικά στοιχεία των ανθρώπων που έχουν καταδικαστεί για αδίκημα στο Ηνωμένο Βασίλειο θα παραδίδονται στην οποιαδήποτε ξένη, αστυνομική δύναμη εντός Ε.Ε και κάνουν λόγο ακόμα και για το Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ), υπό τον έλεγχο του οποίου, η Βρετανίδα Πρωθυπουργός, έχει ορκιστεί ν’ αποσπαστεί.
Μια από την ομάδα των υποστηρικτών, η βουλευτής των Συντηρητικών, Anne-Marie Trevelyan, δήλωσε πως η σύνταξη μιας επιστολής στον Γενικό Γραμματέα, David Davis, είναι απαραίτητη ώστε να απαιτήσουν και εγγράφως η κίνηση αυτή να είναι μόνο προσωρινή.
Χαρακτηριστικά δήλωσε στην Independent:
“Δεν έχω κανένα πρόβλημα με την ανταλλαγή δεδομένων, αν αυτό είναι σημαντικό για την καταπολέμηση του εγκλήματος, αλλά εφ ‘όσον τα δεδομένα παραμένουν υπό τον έλεγχό μας. Θα είναι απαράδεκτο για τους Βρετανούς – που ψήφισαν για να ανακτήσει το έθνος τον έλεγχό του – ν’ ανακαλύψει ότι τα σημαντικότερα στοιχεία τους, όπως δακτυλικά αποτυπώματα και οι εγγραφές αυτοκινήτων, θα συνεχίσουν να υπάγονται στην απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ” .
Από την πλευρά του, ο ηγέτης των Φιλευθέρων Δημοκρατών, Tim Farron, πιστεύει πως αν υπάρχει κατάλληλη στιγμή για να παραμείνει η Βρετανία στην Europol, αυτή είναι τώρα, τονίζοντας πως το θέμα είναι υψίστης σημασίας για την πάταξη του εγκλήματος στο σύνολό του και συμπληρωματικά ανέφερε τα εξής:
“Το οργανωμένο έγκλημα και οι εγκληματίες δεν θα σταματήσουν στα βράχια του Ντόβερ. Η παραμονή στο ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, της συμφωνίας Prüm και της Europol, μόνο κερδισμένη μπορεί να βγάλει τη Βρετανία ‘’ .