Με την πλάτη στον τοίχο βρίσκεται ο πρωθυπουργός της Ολλανδίας καθώς από τη μια πλευρά η ΕΕ πιέζει αφόρητα για τη συγκατάθεσή του επί της συμφωνίας εμπορικής σύνδεσης της Ουκρανίας με την ΕΕ, ενώ από την άλλη πλευρά το αρνητικό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του προηγούμενου Απριλίου του δένει τα χέρια.
Αν και το δημοψήφισμα, που διενεργήθηκε μετά από συλλογή υπογραφών από μια ευρωσκεπτικιστική ομάδα δεν είναι δεσμευτικό και είχε και χαμηλή συμμετοχή, εν τούτοις το απορριπτικό 61% ενόψει των εκλογών του Μαρτίου του 2017 είναι βαριά κληρονομιά.
Αναλογιζόμενος το πολιτικό κόστος ο Μάρκ Ρούτε επιχειρεί να πάρει τη συγκατάθεση της αντιπολίτευσης ώστε να μπορέσει να διαχειριστεί πολιτικά και επικοινωνιακά την απόφασή του να αγνοήσει το αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος.
Με την ακροδεξιά να ενισχύεται διαρκώς και το Brexit να αποτελεί ακόμα ισχυρό χαρτί για τους ευρωσκεπτικιστές το πολιτικό μέλλον της κυβέρνησης του Μάρκ Ρούτε είναι ήδη θολό και ένα στραβοπάτημα θα αρκούσε για να την καταδικάσει.
Ωστόσο υψηλό θα είναι το κόστος για την Ολλανδία αν επικρατήσουν οι ευρωσκεπτικιστές, καθώς τότε θεωρείται βέβαιο ότι ο ρόλος της στο άτυπο διευθυντήριο των Βρυξελλών θα τεθεί υπό αναθεώρηση.
Οι Ολλανδοί ψηφοφόροι απέρριψαν εμπορική συμφωνία μεταξύ της ΕΕ και της Ουκρανίας με 61%, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο έναντι αυτών που ψήφισαν υπέρ και η συμμετοχή στο δημοψήφισμα ξεπέρασε το 30% που απαιτείται για να αναγκαστεί η κυβέρνηση να σεβαστεί το αποτέλεσμά του.
Συνολικά, το 61% των Ολλανδών που ψήφισαν (δηλαδή το 61% του 32%) τάχθηκαν κατά της συμφωνίας, ενώ υπέρ ψήφισε μόνο το 38%.
Ο Mark Rutte, είχε ταχθεί την τελευταία στιγμή επιφυλακτικά υπέρ της συμφωνίας, ενώ παραδέχθηκε πως η Ολλανδία δεν θα μπορέσει να επικυρώσει αυτομάτως την εμπορική συμφωνία, κάτι που ανοίγει τον δρόμο για πολύμηνες, δύσκολες διαπραγματεύσεις με τις Βρυξέλλες για την επίτευξη νέας συμφωνίας.
Με επιστολή του ο Ολλανδός πρωθυπουργός προς το Κοινοβούλιο, αναφέρει ότι προτίθεται να διαπραγματευθεί με τους Ευρωπαίους εταίρους του την ενσωμάτωση στην συμφωνία μιας νομικά δεσμευτικής δήλωσης, που θα εξειδικεύει το πώς η Ολλανδία ερμηνεύει το κείμενο της συμφωνίας.
Επίσης καθιστά σαφές, ότι η συμφωνία με την Ουκρανία δεν πρόκειται να οδηγήσει στην ένταξη της χώρας στην ΕΕ, δεύτερον ότι δεν τίθεται ζήτημα στρατιωτικής συνδρομής από την πλευρά της ΕΕ και τρίτον ότι δεν θα δοθούν επιπλέον χρήματα στην Ουκρανία.
Τέλος, η δήλωση ξεκαθαρίζει ότι δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να υπάρξει ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων ανάμεσα στα δύο μέρη (ΕΕ – Ουκρανία).Με τον τρόπο αυτό, η κυβέρνηση πιστεύει ότι θα μπορέσει να παρακάμψει τις αντιρρήσεις των βουλευτών, δεχόμενη εκ παραλλήλου την επιθυμία της πλειοψηφίας των ψηφοφόρων που καταψήφισαν την συμφωνία.
Πρωταρχικός σκοπός του Ολλανδού πρωθυπουργού, είναι να φέρει το θέμα προς συζήτηση στην επόμενη σύνοδο κορυφής της ΕΕ στα μέσα Δεκεμβρίου και εκεί είναι που θα υπάρχει πλέον πλήρης και ξεκάθαρη εικόνα σχετικά με τις ισορροπίες Ε.Ε και ολλανδικού κράτους.