Τον κίνδυνο διάσπασης του Ηνωμένου Βασιλείου καλείται να αντιμετωπίσει η Τερέζα Μέι καθώς η επικεφαλής του υπουργικού Συμβουλίου της Σκωτίας ανακοίνωσε την εκκίνηση των κοινοβουλευτικών διαδικασιών για Δημοψήφισμα.
Αν και οι αναλυτές εκτιμούν ότι στόχος της σκωτσέζικης κυβέρνησης είναι η ενίσχυση του ρόλου της στις διαπραγματεύσεις για το Brexit, η επαναφορά του Δημοψηφίσματος απόσχισης από το Ηνωμένο Βασίλειο είναι ένα πολύ επικίνδυνο χαρτί και ιδιαίτερα σε εύφλεκτες περιόδους.
Παράλληλα η Τερέζα Μέι προσπαθεί να χαράξει δρόμο για να περάσει από το κοινοβούλιο τη διαδικασία για ενεργοποίηση του άρθρου 50 και του σχεδίου διαπραγμάτευσης με τις δυνατόν μικρότερες συγκρούσεις καθώς διαθέτει ισχνή πλειοψηφία και έντονες διαφοροποιήσεις.
Η Νικόλα Στέρτζον πάντως ανακοίνωσε ότι η Σκωτία θα δώσει στη δημοσιότητα για διαβούλευση σχέδιο νόμου για έναρξη διαδικασίας προκήρυξης νέου δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία της, την ερχόμενη εβδομάδα.
Στόχος της σκωτσέζικης κυβέρνησης είναι να ασκήσει πίεση στο Λονδίνο ώστε οι τοπικές κυβερνήσεις των χωρών που συνασποτελούν μαζί με την Αγγλία το Ηνωμένο Βασίλειο (Σκωτία, Βόρεια Ιρλανδία, Ουαλία) να έχουν αυξημένο ρόλο στη διαπραγμάτευση για την αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
«Δεν υπάρχει λογικό επιχείρημα για να βγάλει κανείς το Ηνωμένο Βασίλειο από την ενιαία αγορά, ούτε υπάρχει νομιμοποίηση για κάτι τέτοιο», δήλωσε η κ. Στάρτζον στη συνδιάσκεψη του κεντροαριστερού – εθνικιστικού, κυβερνώντος στη Σκωτία Σκωτσέζικου Εθνικού Κόμματος (SNP).
Χαρακτήρισε δε «συνταγματικό βανδαλισμό» την προσπάθεια να αγνοηθεί η γνώμη του σκωτσέζικου κοινοβουλίου για το ζήτημα του Brexit.
Οι Σκωτσέζοι είχαν απορρίψει την ανεξαρτησία της χώρας τους με 55% στο δημοψήφισμα του 2014, ενώ ψήφισαν με μεγάλο ποσοστό υπέρ της παραμονής του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ε.Ε., ωστόσο στο σύνολο της χώρας επικράτησε η θέση περί αποχώρησης.