Αισιοδοξία για την έκβαση της αξιολόγησης εκφράζει η Eurobank με την έκθεσή της, ενώ παράλληλα προβλέπει ότι στις αρχές του 2017 η ΕΚΤ θα επανεντάξει τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Οι αναλυτές της τράπεζας υπολογίζουν ότι η ΕΚΤ θα απορροφήσει ελληνικά ομόλογα ύψους 4,2 δισ. ευρώ.
Βασικές προϋποθέσεις ωστόσο, αποτελούν:
• Tο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ στην ανάλυσή του για τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημοσίου χρέους να αξιολογήσει θετικά την πρόοδο που έχει σημειωθεί
• Να μην υπάρξουν σημαντικές καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του τρέχοντος προγράμματος.
Σύμφωνα με την Eurobank, η συνολική ονομαστική αξία ελληνικών τίτλων που θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στο εν λόγω πρόγραμμα, υπολογίζεται – κατ’ ανώτατο όριο – στα 4,2 δισ. ευρώ, ποσό το οποίο θα μπορούσε να αυξηθεί σε τουλάχιστον 5 δισ. ευρώ, εάν το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης επεκτεινόταν πέραν του Μαρτίου 2017.
Αυτό – εκτιμά η τράπεζα – θα ισοδυναμούσε με ποσό μεγαλύτερο από την ετήσια αξία του τρέχοντος όγκου ημερησίων συναλλαγών ελληνικών κυβερνητικών τίτλων στην δευτερογενή αγορά.
Η συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα της ΕΚΤ, επισημαίνεται στην ανάλυση, θα μπορούσε να βοηθήσει σημαντικά στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης των επενδυτών για τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους και τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Θα μπορούσε επίσης, να οδηγήσει σε:
• περαιτέρω σημαντική συμπίεση των διαφορικών αποδόσεων των ελληνικών κυβερνητικών ομολόγων (bond yield spreads)
• επιπρόσθετες αγορές ελληνικών κυβερνητικών τίτλων και άλλων στοιχείων ενεργητικού από επενδυτές του ιδιωτικού τομέα
• ευκολότερη (και φθηνότερη) πρόσβαση των ελληνικών τραπεζών και άλλων εγχώριων επιχειρήσεων του μη χρηματοπιστωτικού τομέα στις διεθνείς αγορές για την άντληση ρευστότητας και κεφαλαίων
• βελτίωση του περιβάλλοντος για άμεσες ξένες επενδύσεις στην εγχώρια οικονομία λόγω της υποχώρησης του κινδύνου χώρας (country risk).
• εκκίνηση της σταδιακής αποκατάστασης πρόσβασης της Ελληνικής Δημοκρατίας στις διεθνείς χρηματοοικονομικές αγορές αγοράς πριν από το τέλος του 2017.
Ωστόσο, η Eurobank προειδοποιεί πως ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν θα πρέπει να θεωρηθεί πανάκεια για την αντιμετώπιση των τεράστιων προκλήσεων που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία στην παρούσα συγκυρία. Μεταξύ άλλων, απαιτείται:
• επιτάχυνση της υλοποίησης του συμφωνηθέντος προγράμματος μεταρρυθμίσεων στη δημόσια διοίκηση, την αγορά εργασίας και τις εγχώριες αγορές προϊόντων και υπηρεσιών με στόχο την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και την ενίσχυση της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας.
• αποτελεσματική αντιμετώπιση της συσσώρευσης μεγάλου όγκου προβληματικών και μη εξυπηρετούμενων δανείων στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, έτσι ώστε να διευκολυνθεί η ροή νέων πιστώσεων για την επανεκκίνηση της πραγματικής οικονομίας.
Στη συνέχεια, η τράπεζα διαπιστώνει κάποιες πρόσφατες σημαντικές ενδείξεις σταθεροποίησης του εγχώριου οικονομικού κλίματος:
• Τα πλέον πρόσφατα στατιστικά στοιχεία των εθνικών λογαριασμών και σειράς άλλων μακροοικονομικών δεικτών ενισχύουν την πιθανότητα ολοκλήρωσης του νέου υφεσιακού κύκλου το δεύτερο με τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Ως εκ τούτου, θεωρείται πιθανή η επιβεβαίωση της αρχικής εκτίμησης των αρμόδιων αρχών για συγκράτηση του ρυθμού συρρίκνωσης του πραγματικού ΑΕΠ το 2016 στο -0.3%.
• Η σταθερότητα του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματος (τόσο από την πλευρά της κεφαλαιακής επάρκειας όσο και της ρευστότητας) έχει ενισχυθεί σημαντικά μετά την πρόσφατη ανακεφαλαιοποίηση των τεσσάρων συστημικών τραπεζών.
• Ένας μεγάλος όγκος σημαντικών μεταρρυθμίσεων για την αντιμετώπιση σειράς πιεστικών προβλημάτων και αγκυλώσεων που δυσχεραίνουν τις εγχώριες μακροοικονομικές προοπτικές έχει νομοθετηθεί με την υπογραφή του νέου προγράμματος σταθεροποίησης, τον Αύγουστο του 2015.