Η Deutsche Bank δεν θα καταρρεύσει, σίγουρα όχι όσο είναι τόσο μεγάλη. Η απειλή της κατάρρευσης της όμως είναι ίσως το ισχυρότερο χαρτί που έχει πέσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για την οικονομική πολιτική της ΕΕ, σημαντικότερο ακόμα και από το Brexit. Η Deutsche Bank όμως παίζει σημαντικό ρόλο και στις εκλογές του 2017 στη Γερμανία και συνεπώς η εξέλιξη της κατάστασής της θα αποτελέσει καταλυτικό παράγοντα για τη διαμόρφωση της επόμενης ημέρας στο banking, την οικονομική πολιτική της ΕΕ και την πολιτική σκηνή της Γερμανίας.
Πρόκειται για ένα από τα πλέον πολιτικά και πολυπαραγοντικά τραπεζικά προβλήματα που έχουν ανακύψει ιστορικά. Ο αντίκτυπος ενδεχόμενης κατάρρευσης της Deutsche Bank δεν μπορεί να συγκριθεί ούτε κατά διάνυα τη Lehman Brothers. Η Deutsche Bank αποτελεί το σύμβολο της γερμανικής σταθερότητας, της οικονομικής κυριαρχίας και της δυνατότητας να διορθώνουν με ορθούς τρόπους τα λάθος αποτελέσματα.
Η Deutsche Bank είναι σήμερα too big to fail, ωστόσο αυτό αναμένεται να αλλάξει με την πολιτική αναδιάρθρωσης που ακολουθεί ο Τζον Κράιαν και υπό την πίεση των αμερικανικών αρχών για μεγαλύτερη διαύγεια, ο διαχωρισμός της επενδυτικής τράπεζας από την καταναλωτική φαίνεται αναπόφευκτος, ωστόσο το μεγάλο ερώτημα παραμένει: Ποιος θα χρεωθεί τα κόκκινα δάνεια και τις τρύπες στα Παράγωγα.
Τουλάχιστον 35.000 απολύσεις σε παγκόσμια βάση, κλείσιμο 188 καταστημάτων στη Γερμανία, συρρίκνωση του χαρτοφυλακίου επενδυτικής τραπεζικής, λιγότερες τιτλοποιήσεις και τουλάχιστον 1 δις. σε νέες επενδύσεις στην πληροφορική στις ΗΠΑ και Είναι ο κορμός του business plan του νέου business plan, στο οποίο είχε αρχικά συμπεριληφθεί και η πώληση, μέσω εισαγωγής στο Χρηματιστήριο, της θυγατρικής Postbank, ενέργεια που δεν βρίσκει ιδιαίτερη ανταπόκριση.
Οι ΗΠΑ παίζουν με τους διακόπτες
Η Deutsche Bank όμως δεν είναι απλά μια τράπεζα αλλά αυτό που ονομάζουν στην πολιτική «η βρώμικη αυλή» για το λόγο αυτό οι αμερικανικές εποπτικές αρχές πιέζουν για διαφάνεια, καθώς γνωρίζουν ότι τα τοξικά που είναι θαμμένα εκεί είναι πολιτικά επικίνδυνα και μπορούν να τινάξουν στον αέρα όχι την ίδια την τράπεζα αλλά ολόκληρη την πολιτική και επιχειρηματική σκηνή της Γερμανίας.
Συνεπώς η μεγάλη τοξικότητα της Deutsche Bank την έχει καταστήσει μοχλό πίεσης προς την Άνγκελα Μέρκελ, η δύναμη του οποίου ενισχύεται καθώς η Γερμανία πλησιάζει στις εκλογές του 2017 και η δημοτικότητα της Γερμανίδας καγκελαρίου και τα ποσοστά του CDU παραμένουν χαμηλά.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται και οι δηλώσεις περί διάσωσης ή μη της Deutsche Bank, καθώς η Άνγκελα Μέρκελ στην ουσία απαντάει στις πιέσεις που της ασκούνται από τις ΗΠΑ και στοχεύουν σε μια σειρά θεμάτων.
Για το λόγο η Άνγκελα Μέρκελ διαμήνυσε μέσω διαρροών –που μετά διέψευσε- ότι το γερμανικό Δημόσιο >δεν θα πληρώσει τη διάσωση της Deutsche Bank και ότι η ίδια δεν θα αναλάβει ενεργό ρόλο στην επίλυση των νομικών προβλημάτων της τράπεζας με τις αμερικανικές αρχές.
Αν ερμηνευτούν οι θέσεις αυτές υπό το πρίσμα της Deutsche Bank ως μοχλού πίεσης των ΗΠΑ προς τη Γερμανία, τότε η Άνγκελα Μέρκελ φαίνεται να λέει ότι «δεν λυγίζω», ωστόσο η επίσημη διάψευση που ακολούθησε τις ανεπίσημες δηλώσεις και ήρθε μετά το sell-off στις αγορές και την απώλεια εμπιστοσύνης που αυτό συνεπάγεται, αλλάζει τα δεδομένα.
Οι πολιτικές παγίδες
Η πρόσφατη κλειστή συνεδρίαση των Σοσιαλδημοκρατών με επίκεντρο την κατάσταση της Deutsche Bank, σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα των τοπικών εκλογών και τα σενάρια για τριμερή κυβέρνηση SPD, Die Linke και Πρασίνων, ήταν μια ακόμη κίνηση στο πλαίσιο της ίδιας στρατηγικής για αποδυνάμωση της Άνγκελα Μέρκελ.
Μπορεί η ακροδεξιά να καρπώνεται ψήφους χρησιμοποιώντας το προσφυγικό ως σημαία, ωστόσο η αποδυνάμωση των Χριστιανοδημοκρατών οδηγεί ντε φάκτο σε αλλαγή πολιτικών συσχετισμών, από τη στιγμή μάλιστα που οι Χριστιανοδημοκράτες δεν θα θελήσουν να συγκυβερνήσουν με το ακροδεξιό AfD, τότε τα εφικτά σενάρια είναι συγκεκριμένα: Είτε θα βρει η Άνγκελα Μέρκελ modus vivendi με τις ΗΠΑ, είτε προσφυγικό και Deutsche Bank θα βγάλουν μια αδύναμη και ετερόκλητη αριστερή κεντροαριστερή κυβέρνηση.
Διαβάστε επίσης: Γιατί η Μέρκελ παραδέχεται ένα λάθος που δεν έκανε
Σε αυτό το πλαίσιο μόνο τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί η απάντηση του Ιταλού πρωθυπουργού, Ματέο Ρέντσι, στον επικεφαλής της Bundebank, Γενς Βάιντμαν, που τον καλεί να αντιμετωπίσει τα προβλήματα τω τραπεζών στη χώρα του «που έχουν παράγωγα που δεν γράφονται στα βιβλία».
Τα προβλήματα της Deutsche Bank
Η μεγαλύτερη γερμανική τράπεζα δεν έχει να αντιμετωπίσει μόνο το πρόστιμο των ΗΠΑ και την αποτυχία της να περάσει τα stress tests της Fed για δεύτερη συνεχή χρονιά, αλλά πολλά ουσιαστικά και λειτουργικά προβλήματα.
Η κατάρρευση της γερμανικής ναυτιλίας αποτελεί ωρολογιακή βόμβα που απειλεί να πλήξει το τραπεζικό σύστημα της χώρας και ιδιαίτερα τη Deutsche Bank, η οποία διαθέτει το μεγαλύτερο μέρος των κόκκινων δανείων του κλάδου.
Διαβάστε επίσης: ΔΝΤ: “Κίνδυνος θάνατος” η Deutsche Bank
Παράλληλα όμως διαθέτει και τεράστιες θέσεις σε Παράγωγα και τιτλοποιημένα προϊόντα οι εν δυνάμει αγοραστές για τα οποία συρρικνώνονται επικίνδυνα γρήγορα.
Αυτό που στην ουσία έκαναν οι ΗΠΑ ήταν να αναγκάσουν τη Deutsche Bank να πουλήσει σε ακόμη χαμηλότερες τιμές υό το βάρος του αναγνωρισμένου αυξημένου ρίσκου που κουβαλάει η ίδια, περιορίζοντας τη δυνατότητά της να αντλήσει επαρκή κεφάλαια για τη στήριξη των υπολοίπων δραστηριοτήτων της.
Αναγνωρίζοντας την προοπτική των διαρκώς μειούμενων εσόδων από την εκκαθάριση του προβληματικό και αυξημένου ρίσκου χαρτοφυλακίου ο επικεφαλής της τράπεζας, Τζον Κράιαν ανακοίνωσε ότι αν οι οικονομικές συνθήκες επιδεινωθούν τότε το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης θα αναποσαρμοστεί.
Στην πραγματικότητα η διοίκηση της τράπεζας καλύπτει με απολύσεις και περικοπές δαπανώ την τρύπα που δημιουργείται από τις χαμηλότερες τιμές που παίρνει από την πώληση στοιχείων του ενεργητικού.
Το business plan της Deutsche Bank βασίζεται στον συνυπολογισμό ζημιών από επενδύσεις με μειώσεις προσωπικού.
Τα αντίμετρα
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε προσπαθεί να διαμορφώσει αντιπυρική ζώνη πιέζοντας τον Μάριο Νράγκι να βρει λύσεις και να αναλάβει πρωτοβουλίες.
Για το λόγο αυτό ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών ζήτησε από τους βουλευτές του CDU να φανούν σκληροί απέναντι στον κεντρικό τραπεζίτη της Ευρωζώνης για όσον αφορά τα χαμηλά επιτόκια και το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, καθώς όπως σημειώνει «οι Γερμανοί καταθέτες χάνουν λεφτά και η μεταβλητότητα στις αγορές έχει ενισχυθεί».
Στην πραγματικότητα το μήνυμα του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είναι ότι «τα χαμηλά επιτόκια ωθούν τα κεφάλαια σε επενδύσεις και τα απομακρύνουν από τη Deutsche Bank που τα έχει ανάγκη»
Ωστόσο είναι πολύ δύσκολο πλέον τόσο για την Άνγκελα Μέρκελ όσο και τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να απαντήσουν στις πιέσεις χωρίς να διαπραγματευτούν, καθώς η κατάσταση της DB επιδεινώνεται και ο αντίκτυπος στις αγορές και τη γερμανική πολιτική σκηνή ενισχύεται.