Μετά από χρόνια γραφειοκρατικών κολλημάτων και πολιτικών παρεμβάσεων τελικά το τελωνείο της Αθήνας επέβαλε πρόστιμα 130 εκατ. στις θυγατρικές της Mercedes και της BMW, όπως αποκαλύπτει ο Θάνος Πασχάλης στο newpost.gr.
Η διαδικασία που είχε ξεκινήσει το 2013 παρέμενε άλλοτε αδρανής και άλλοτε νωχελικά κινούμενη, τελικά περατώθηκε τώρα με την ολοκλήρωση των πορισμάτων του ΣΔΟΕ και για τις δυο θυγατρικές των γερμανικών αυτοκινητοβιομηχανιών.
Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ του Θάνου Πασχάλη
«οι δύο συγκεκριμένες θυγατρικές έκαναν εισαγωγές των οχημάτων τους στη χώρα μας υποτιμολογώντας κατά πολύ την εργοστασιακή τους αξία προκειμένου να αποφύγουν την καταβολή Φ.Π.Α και το φόρο πολυτελείας».
Σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία που παρουσιάζει το newpost.gr
«Οι δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις που διέφυγαν της καταβολής είναι για τη μεν “MERCEDES BENZ ΕΛΛΑΣ Α.Ε” τα 20.607.279 ευρώ για τη δε “BMW Α.Ε” τα 11.975.246 ευρώ, αποκομίζοντας έτσι μέσω της δασμοφοροδιαφυγής κέρδος 32,6 εκ. ευρώ».
«Τα πορίσματα έχουν αποσταλεί στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων προκειμένου να προχωρήσει στην είσπραξη του προστίμου».
Για την ίδια υπόθεση ασκήθηκαν από τους οικονομικούς εισαγγελείς ποινικές διώξεις κατά των υπευθύνων των δύο θυγατρικών εταιρειών για λαθρεμπορία και ξέπλυμα μαύρου χρήματος, όπως είχε αποκαλύψει από τον Ιούνιο η εφημερίδα Αγορά.
Το ζήτημα είναι όμως πολυεπίπεδο καθώς οι έλεγχοι παρέμεναν κολλημένοι για αρκετά χρόνια και οι πολιτικές παρεμβάσεις τόσο προς την κυβέρνηση όσο και στα media ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματικές καθώς το θέμα δεν έλαβε ποτέ την πρέπουσα δημοσιότητα, δεδομένου ότι σε καιρό κρίσης και ενώ η φορολογία εις βάρος των πολιτών αυξάνεται και τα εισοδήματα μειώνονται δυο εταιρίες μεγαθήρια έκλεβαν το Δημόσιο μετακυλύοντας το κόστος αυτό στα συνήθη υποζύγια.
Το θέμα είναι εξόχως πολιτικό καθώς οι κυβερνήσεις αν και πρότασσαν τη μάχη κατά της φοροδιαφυγής γνώριζαν και βοηθούσαν το καθεστώς ανομίας με τη στάση τους.
Σε αυτό το πλαίσιο η ολοκλήρωση των ελέγχων, η επιβολή προστίμων και η κίνηση της διαδικασίας είσπραξής τους είναι ένα ουσιαστικό βήμα στη σωστή κατεύθυνση.
Ανοιχτά παραμένουν τα ζητήματα των συντελεστών της απάτης, των συνεργών τους και των πολιτικών ευθυνών.