Μια ακόμη περίπτωση high profile φοροδιαφυγής από τον χώρο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των τηλεπωλήσεων αναδεικνύει η ΑΑΔΕ.
Μετά την infuencer, οι αρχές έλεγξαν τηλεπαρουσιαστή ο οποίος διαθέτει και εταιρία τηλε-πωλήσεων. Μετά από καταγγελίες καταναλωτών, οι ελεγκτές της ΑΑΔΕ άρχισαν να παρακολουθούν τη συναλλακτική συμπεριφορά της επιχείρησης.
Ειδικότερα, αφού ζήτησαν στοιχεία των παραδόσεων από την εταιρεία ταχυμεταφορών, με την οποία συνεργαζόταν η επιχείρηση, και βρήκαν ότι, για τέσσερις χρήσεις, δεν είχαν δηλωθεί 12.000 αποδείξεις, συνολικής αξίας 400.000 ευρώ.
Βρήκαν ακόμα ότι ο συγκεκριμένος παρουσιαστής δεν εμφανιζόταν τυπικά ως μέτοχος της εταιρίας, αλλά χρησιμοποιούσε τη μητέρα του. Ήδη, έχουν επιβληθεί τα προβλεπόμενα πρόστιμα, ενώ ελέγχονται τόσο η επιχείρηση για τις υπόλοιπες χρήσεις, όσο και ο ίδιος και η μητέρα του για πιθανές άλλες φορολογικές παραβάσεις.
Οι έρευνες των φορολογικών αρχών σε Facebook, Instagram, Twitter, Tik Tok και άλλα μέσα κοινωνικής δικτύωσης συνεχίζονται. Οι αρχές έχουν επισημάνει ότι την πανδημία, οι πωλήσεις προϊόντων της αλυσίδας web-courier και χωρίς παραστατικά έχει λάβει πολύ μεγάλες διαστάσεις.
Στόχος είναι ο εντοπισμός φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων που πωλούν αγαθά και υπηρεσίες μέσω διαδικτύου χωρίς να εκδίδουν παραστατικά. Μάλιστα οι έλεγχοι έχουν αποκαλύψει περιπτώσεις φορολογούμενων οι οποίοι δεν έχουν κάνει ούτε έναρξη εργασιών στην εφορία. Συνήθως δεν δηλώνουν φυσική διεύθυνση στο site ή στο λογαριασμό τους στα social media παρά μόνο ένα τηλέφωνο και δέχονται μόνο ηλεκτρονικές παραγγελίες.
Auditor’s note: Ο στόχος του crack down
Όπως έχει επισημάνει το Crisis Monitor, στόχος των ελληνικών αρχών είναι να αποδείξουν τόσο στο εσωτερικό όσο και διεθνώς ότι διαθέτουν την απαραίτητη βούληση και την απαιτούμενη τεχνογνωσία για να περιορίσουν δραστικά τη φοροδιαφυγή. Με αυτό τον τρόπο στρώνουν το έδαφος για την έγκριση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος από τις Βρυξέλλες και πιθανώς για το νέο σχέδιο που θα ζητηθεί με βάση τους προς έγκριση δημοσιονομικούς κανόνες που προωθεί η Κομισιόν και θα στοχεύει κυρίως σε χώρες με χρέος πάνω από το 100% του ΑΕΠ.