Το μισό βήμα -όπως αναμενόταν- έκανε η S&P αναβαθμίζοντας τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, όχι όμως το αξιόχρεο. Ο οίκος αξιολογεί την κατάσταση και τους σκιαγραφεί τις προοπτικές αναδεικνύοντας παράλληλα τους καταλύτες για την επόμενη αξιολόγηση.
Την αναβάθμιση του outlook, όχι όμως το αξιόχρεο της ελληνικής οικονομίας ανακοίνωσε η Standard and Poors.
Εντύπωση προκαλεί πάντως η απουσία του πολιτικού ρίσκου από την έκθεση του οίκου, με τους αναλυτές να επικεντρώνουν στην καταλυτική αναγκαιότητα της δημοσιονομικής πειθαρχίας για την αναβάθμιση του αξιόχρεου.
O οίκος αξιολόγησης αναβάθμισε τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας σε θετικές από σταθερές, διατήρησε όμως αμετάβλητη την αξιολόγηση του αξιόχρεου σε ΒΒ+, δηλαδή μια βαθμίδα κάτω από την επενδυτική.
Σημειώνεται ότι οι θετικές προοπτικές σημαίνουν ότι επίκειται αναβάθμιση (εν προκειμένω στο ΒΒΒ, επίπεδα επενδυτικής αξιολόγησης) εντός των επόμενων 12 μηνών, μια κίνηση που θα απαιτήσει ωστόσο νέο γύρο αξιολόγησης της οικονομίας.
Μια ανάσα από το investment grade βρίσκεται η Ελλάδα και στον πίνακα της Fitch, η οποία στις 28 Ιανουαρίου είχε αναβαθμίσει την Ελλάδα σε ΒΒ+ από ΒΒ, θέτοντας παράλληλα σταθερό outlook. Η Moody’s διατήρησε στις 17 Μαρτίου την πιστοληπτική αξιολόγηση Βa3 για το ελληνικό αξιόχρεο αναβαθμίζοντας τις προοπτικές σε θετικές από σταθερές.
Βασικά σημεία
- Οι ελληνικές δομικές μεταρρυθμίσεις και η ανθεκτικότητα της οικονομίας, σε συνδυασμό με την ευρωπαϊκή στήριξη, έχουν βελτιώσει τα οικονομικά της κυβέρνησης και τη σταθερότητα του χρηματοοικονομικού τομέα.
- Μετά την πιο ταχεία δημοσιονομική σύγκλιση το 2022, η Ελλάδα επέστρεψε σε πρωτογενές πλεόνασμα και αναμένεται περαιτέρω βελτίωση τα επόμενα χρόνια.
- Οι επενδύσεις αυξήθηκαν στο 21% του ΑΕΠ στα τέλη του 2022, ενισχυμένες κατά 9 ποσοστιαίες μονάδες την τελευταία τριετία. Ο οίκος αναμένει διατήρηση της τάσης, με βάση και τα κεφάλαια που είναι διαθέσιμα από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Οι παράγοντες που θα επηρεάσουν
Η S&P επισημαίνει ότι θα μπορούσε να αναβαθμίσει την ελληνική αξιολόγηση εντός των επόμενων 12 μηνών εάν διατηρηθεί η δημοσιονομική πειθαρχία έως το 2026. Επίσης, μια αναβάθμιση εξαρτάται και από τη διατήρηση των δομικών μεταρρυθμίσεων από την επόμενη κυβέρνηση, ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα της χώρας.
Στον αντίποδα, ο οίκος θα μπορούσε να υποβαθμίσει τις προοπτικές σε σταθερές εντός του επόμενου έτους εάν η εκτέλεση του προϋπολογισμού αποκλίνει σημαντικά από τις τρέχουσες προβλέψεις και επιδεινωθούν πέραν των προβλέψεων οικονομικές ανισορροπίες όπως το ήδη αυξημένο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών.
Ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική
Η ελληνική οικονομία έχει αποδειχθεί ανθεκτική παρά τις δύσκολες εξωτερικές μακροοικονομικές συνθήκες. Η οικονομική δραστηριότητα ενισχύθηκε κατά 5,9% σε πραγματικούς όρους το 2022, ξεπερνώντας τα προ πανδημίας επίπεδα, παρά το ενεργειακό σοκ για την Ελλάδα και τους εμπορικούς της εταίρους. Οι επενδύσεις αυξήθηκαν στο 21,4% του ΑΕΠ στο τέλος του 2022, αυξημένες κατά 9 ποσοστιαίες μονάδες από το τέλος του 2019, ενώ οι εξαγωγές ως ποσοστό του ΑΕΠ εκτιμάται ότι αυξήθηκαν κατά 20 ποσοστιαίες μονάδες την τελευταία δεκαετία.
Με οικονομικές επιπτώσεις να μεταφέρονται και στο 2023, σταθερές προοπτικές επενδύσεων και χωρίς σημάδια υποχώρησης στον τουρισμό, ο οίκος βλέπει την ανάπτυξη να φτάνει τουλάχιστον στο 2,5% το 2023 και στη συνέχεια να κυμαίνεται κατά μέσο όρο λίγο κάτω από το 3% την περίοδο 2024-2026.
Άνοιξαν τις στρόφιγγες οι τράπεζες
Η αρνητική πιστωτική επέκταση φαίνεται να έχει αντιστραφεί το 2022, καθώς για πρώτη φορά από το 2010, οι καθαρές ροές δανείων προς τον ιδιωτικό τομέα είναι θετικές.
Οι προσπάθειες εκκαθάρισης των ισολογισμών σε όλο το σύστημα απέδωσαν αποτελέσματα, με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) να μειώνονται στο 8,2% των ακαθάριστων δανείων τον Δεκέμβριο του 2022, το οποίο αν και εξακολουθεί να είναι υψηλό, είναι πολύ κάτω από το υψηλό του 49,2% τον Ιούνιο του 2017. Ενώ παραμένει η ανησυχία για την ποιότητα των τραπεζικών κεφαλαίων (οι αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις εξακολουθούν να αποτελούν περίπου τα δύο τρίτα του εποπτικού κεφαλαίου), ο χρηματοπιστωτικός τομέας εμφανίζεται πιο σταθερός από ό,τι τα τελευταία χρόνια.