Σκληρό φρένο με την ενσωμάτωση των συστάσεων στο νέο θεσμικό πλαίσιο για τη δημοσιονομική ισορροπία, θέτει το Eurogroup, μετά από μια τριετία υπερχαλάρωσης, θέλοντας έτσι να ενισχύσει το έργο της ΕΚΤ για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού.
Συμφωνία επί ενός νέου θεσμικού πλαισίου το οποίο μοιάζει πολύ με τη διαδικασία των Μνημονίων επιτεύχθηκε στο Ecofin και προωθείται τώρα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Σύμφωνα με έως τώρα δεδομένα, το Σύμφωνο Σταθερότητας εμπλουτίζεται, δεν αποδυναμώνεται, ενώ για χώρες με υψηλό χρέος, η έξοδος από τον μηχανισμό θα είναι πρακτικά… αδύνατη.
Η ελληνική κυβέρνηση δεν θα έχει και πολλούς φίλους στις Βρυξέλλες αυτή την περίοδο, καθώς είναι η πολιτική οριζόντιων παροχών, ελλιπούς δημοσιονομικής αποδοτικότητας που προκάλεσε τη βίαιη παρέμβαση των Βορείων, οι οποίοι εισηγήθηκαν το νέο, μνημονιακής έμπνευσης θεσμικό πλαίσιο.
Στις προκλήσεις που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η όποια ελληνική κυβέρνηση προκύψει από τις εκλογές μίλησε πρόσφατα σε συνέντευξή του στους FT ο κεντρικός τραπεζίτης, Γιάννης Στουρνάρας.
Τα έχει… όλα
Θεσμοθετημένο κόφτη παροχών εισάγει πλέον το Ecofin, στο νέο δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ, σκοτώνοντας αφή στιγμής τη συζήτηση για την τροποποίηση του Συμφώνου Σταθερότητας.
Πρόκειται για έναν μηχανισμό ο οποίος θα θέτει χώρες, όπως η Ελλάδας, αυτομάτως σε διαδικασία Μνημονίου, με μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα εθνικής ιδιοκτησίας, επιτήρηση και point system. Μάλιστα, θα υπάρχουν περιοδικές αξιολογήσεις και συμφωνία επί της επίτευξης των στόχων.
Στο δρόμο για τη Σύνοδο Κορυφής
To πλαίσιο συμφωνήθηκε στο χθεσινό Ecofin και θα εφαρμοστεί από το 2024, με μεγαλύτερη ένταση στις χώρες με υψηλό χρέος, όπως η Ελλάδα. Το σχέδιο χρήζει περαιτέρω διευκρινίσεων και επεξεργασίας, καθώς οι λεπτομέρειες είναι αυτές που θα κρίνουν τους δημοσιονομικούς στόχους που θα πρέπει να εκπληρώσει η κάθε χώρα-μέλος, πόσο μάλλον η Ελλάδα, η οποία ανήκει σε ειδική κατηγορία λόγω της υψηλής αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για ενίσχυση του μηχανισμού εποπτείας με μνημονιακή τεχνογνωσία και ρήτρες υποχρεωτικότητας.
Το Μνημόνιο πέθανε… ζήτω το συμβόλαιο
Ειδικότερα, η πρόταση προβλέπει πολυετή «συμβόλαια» με δεσμευτικούς στόχους, που μάλιστα θα λαμβάνουν υπόψη ένα νέο κριτήριο, τις «καθαρές πρωτογενείς δαπάνες», το οποίο θα είναι ανεξάρτητο από την πορεία των φορολογικών εσόδων.
Αν και το θέμα δεν θεωρείται λήξαν και επιδέχεται διαπραγματεύσεων, σε περιβάλλον καλπάζοντος πληθωρισμού, η χαλάρωση των περιορισμών δεν θα βρει συμμάχους. Το θέμα θα συζητήσουν οι ηγέτες της ΕΕ στη Σύνοδο Κορυφής στις 24- 25 Μαρτίου. Εφόσον υπάρξει η σχετική συμφωνία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα καταθέσει τη το νομοσχέδιο άμεσα ώστε η οριστική συμφωνία να έχει ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του χρόνου.
Το νέο πλαίσιο
Το νέο σχέδιο θέτει μια σειρά από δικλείδες ασφαλείας για τις παροχές, ιδιαίτερα για τις χώρες με μεγάλο χρέος και ελλείμματα. Το πρωτογενές πλεόνασμα θα συνεχίσει να αποτελεί μέτρο, αλλά στις χώρες με προβλήματα χρέους, θα ελέγχονται οι δαπάνες, αυτόνομα και η αποδοτικότητά τους.
Στην ΕΕ θεωρούν ότι η ελληνική κυβέρνηση βρήκε τρύπες στον υφιστάμενο μηχανισμό και τις καταχράστηκε, με οριζόντιες δαπάνες, χωρίς κοινωνική στόχευση και με μειωμένη αποτελεσματικότητα. Ενώ, επίσης, βλέπουν το προεκλογικό ξεχείλωμα, με την κάλυψη της φορολογικής υπεραπόδοσης και ανησυχούν για την επόμενη ημέρα.
Οι στόχοι θα αναθεωρούνται σε τακτική βάση, το πόσο περιοριστικό ή όχι θα είναι το νέο πλαίσιο θα εξαρτηθεί από την τελική ποσοτικοποίηση των στόχων. Το δεδομένο είναι ότι η Ελλάδα -ως χώρα που ξεπερνά την αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ στο 60%, ποσοστό που παραμένει ως στόχος- θα πρέπει να διασφαλίσει τη διαρκή αποκλιμάκωση της αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ.
Επίσης, με βάση τη Μνημονιακή εμπειρία, οι χώρες θα εκπονούν τα σχέδια, σε διαβούλευση με τις αρχές και δεν θα επιβάλλονται άνωθεν, έτσι ώστε να εμπεδωθεί το concept της «εθνικής ιδιοκτησίας». Όπερ σημαίνει ότι η Κομισιόν θέτει τα όρια, αλλά οι εθνικές κυβερνήσεις θα κάνουν τη χορογραφία -και θα επωμίζονται το πολιτικό βάρος-.
Στο σχέδιο υπάρχει αναφορά για οφέλη από μια διαδικασία μετάβασης προς τον πολυετή δημοσιονομικό σχεδιασμό, επισημαίνοντας πάντως ότι θα διατηρηθεί ο ετήσιος κύκλος εποπτείας στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.
Αναδεικνύεται επομένως η συμμετοχή που θα έχει η κάθε χώρα στη διαμόρφωση του πολυετούς πλάνου και ξεκαθαρίζεται ότι ο ετήσιος «έλεγχος» από την Κομισιόν θα παραμείνει.
Η εφαρμογή
Όλα τα κράτη-μέλη θα πρέπει να παρουσιάσουν εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδια, μόλις τεθεί σε ισχύ το νέο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης. Τα εθνικά σχέδια θα πρέπει να καλύπτουν τη δημοσιονομική πολιτική, τις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις.
Τα σχέδια θα πρέπει να ορίζουν μια εθνική δημοσιονομική πορεία που θα καθορίζεται από την άποψη των «καθαρών πρωτογενών δαπανών» ως ενιαίου λειτουργικού δείκτη. Ο όρος των καθαρών πρωτογενών δαπανών έχει εισαχθεί στην κοινοτική νομοθεσία από το 2011. Ωστόσο, μέχρι τώρα ο συγκεκριμένος δείκτης δεν έπαιζε κεντρικό ρόλο.
Με την ενεργοποίησή του, θα μπει ένας ουσιαστικός «κόφτης» για πιθανά μέτρα στήριξης. Αν παραβιάζεται η ρήτρα των πρωτογενών καθαρών δαπανών, οι κυβερνήσεις θα υποχρεούται να λαμβάνουν αντισταθμιστικά μέτρα στο σκέλος των εσόδων, δηλαδή επιπλέον φόρους.
Μηχανισμός παράτασης επιτήρησης
Η περίοδος δημοσιονομικής προσαρμογής θα μπορούσε να παραταθεί, εάν ένα κράτος-μέλος δεσμευτεί για ένα επιλέξιμο σύνολο μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων που ενισχύουν τις προοπτικές ανάπτυξης ή την ανθεκτικότητα, ενισχύουν τα δημόσια οικονομικά και ως εκ τούτου τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά τους και ανταποκρίνονται στις στρατηγικές προτεραιότητες της Ε.Ε., συμπεριλαμβανομένων των δημοσίων επενδύσεων για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση και τη δημιουργία αμυντικών δυνατοτήτων.
Ενεργοποιείται το Σύμφωνο Σταθερότητας
Για όλα τα κράτη-μέλη, τα εθνικά σχέδια θα πρέπει να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση με το κριτήριο του ελλείμματος (3%) ή επαρκή και αξιόπιστη πρόοδο προς τη συμμόρφωση σύμφωνα με, κατά περίπτωση, τυχόν συστάσεις του Συμβουλίου για τον σκοπό αυτό, σε όλο το σχέδιο. Η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος βάσει παραβίασης του κριτηρίου του ελλείμματος του 3% κρίνεται ότι θα πρέπει να παραμείνει αμετάβλητη. Για τα κράτη-μέλη με αναλογία δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ άνω του 60%, τα εθνικά μεσοπρόθεσμα σχέδια θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι ο λόγος μειώνεται επαρκώς.